15. MΑΡΙΝΟΣ ΧΑΡΜΠΟΥΡΗΣ
17. Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΒΙΣΒΙΖΗ
27. ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗΣ ΝΤΑΛΙΑΝΗΣ
28. Η «ΑΝΘΗ» ΚΑΙ Η ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
29. Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΑΜΠΛΙΑΝΗΣ ΠΟΥ ΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗ...ΒΑΡΓΙΑΝΗ
30. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ31. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΟΤΑΓΟΣ
32. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΔΟΥΜΠΑΣ
33. ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΒΑΓΓΕΛΗΣ
34. ΧΑΣΑΝ ΤΑΧΣΙΝ ΠΑΣΑΣ
35. ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΥ
40. ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΑΛΙΚΗ
41. ΜΑΡΔΟΧΑΙΟΣ ΦΡΙΖΗΣ
44. Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ ΤΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ ΤΟΥ ΑΣΩΠΟΥ
45. OI ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΙ ΚΟΜΑΝΤΟ
46. ΟΙ ΜΑΧΕΣ ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΝΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΝΙΝΑΣ
48. ΤΑ ΚΑΙΚΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΥΓΗΣ
50. ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΚΛΗΤΗΡΑΣ
51. ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΡΓΥΡΗΣ
52. ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΥΚΟΥΔΗΣ
53. ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
54. ΝΙΚΟΛΑΣ ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ
55. ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΡΚΕΖΙΝΗΣ
56. ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΠΙΚΑΚΗΣ
Ο Διονύσιος Β’ παρέδωσε την ακρόπολη των Συρακουσών με αντάλλαγμα τη μετάβασή του στην Κόρινθο, όπως και έγινε.
Το 339 π. Χ οι Καρχηδόνιοι οργάνωσαν μια γιγαντιαία επιχείρηση κατά της δύναμης του Τιμολέοντα.
Παρά την λιποταξία χιλίων μισθοφόρων του, κατάφερε να ανεβάσει το ηθικό των ανδρών του και να επιφέρει συντριπτικό πλήγμα στους Καρχηδόνιους κοντά τον ποταμό Κρίμισσο, το 341 πΧ.
Αφού εξασφάλισε έτσι τη θέση του στη Σικελία, ασχολήθηκε ώστε να εξουδετερώσει οριστικά τον Ικέτα, πράγμα που πέτυχε.
Σιγά σιγά αποτραβήχτηκε από τα κοινά, γινόμενος αντικείμενο εκδηλώσεων θαυμασμού και εκτίμησης από τους Έλληνες της Σικελίας.
Ο Τιμολέων, δικαίως μπορεί να χαρακτηριστεί ο Σωτήρας του Σικελιώτικου Ελληνισμού.
Όσο για τον γνωστό «τελευταίο χρησμό» του μαντείου των Δελφών, είναι μάλλον μύθευμα καθώς έγινε γνωστός 700 χρόνια μετά τον θάνατό του και αναφέρεται μόνο από έναν Βυζαντινό χρονικογράφο και μοναχό.
8. ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ
Ο Ιωάννης Βατάτζης με το προσωνύμιο «Ελεήμων» θεωρείται επίσης άγιος, αν και όχι επίσημα, και πολλοί υποστηρίζουν ότι ο θρύλος του «μαρμαρωμένου βασιλιά» αναφέρεται στο πρόσωπό του.
9. ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ
Την ιστορία αυτή επιβεβαιώνει και ο Γεώργιος Φρατζής στο «Χρονικό της Άλωσης».
10. ΒΗΣΣΑΡΙΩΝ Ο ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΙΟΣ
Ανεβαίνοντας γρήγορα στην ιεραρχία της Καθολικής Εκκλησίας έγινε αρχιεπίσκοπος Μεδιολάνων (Μιλάνου) το 1402. Ήταν η εποχή που εξαιτίας του Καθολικού Σχίσματος υπήρχαν ήδη δύο Πάπες, ένας στη Ρώμη και ένας στην Αβινιόν της Γαλλίας.
Κάποιοι φίλοι του τον φυγάδευσαν, ενώ έμποροι τον συμβούλευσαν να πάει στην Αγγλία που θεωρείτο πηγή γνώσης και φιλελευθερισμού.
Εκεί κατευθύνθηκε αρχικά στο Καίμπριτζ όπου έμεινε για δύο χρόνια σπουδάζοντας. Το τοπικό κλίμα όμως επιβάρυνε την υγεία του και οι γιατροί τον συμβούλευσαν να πάει στον Οξφόρδη, όπου ξεκίνησε τις σπουδές του στο κολλέγιο Μπάλλιολ (Balliol) το 1610, γινόμενος ο πρώτος Έλληνας φοιτητής στην Οξφόρδη.
Στην πανεπιστιμιούπολη αυτή, στην οποία έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του, ανέπτυξε φιλελληνική και αντι-οθωμανική φιλολογική δραστηριότητα που εύρισκε απήχηση στους Άγγλους, και μάλιστα αντέστρεψε και κάποια αρνητική εικόμα που είχαν δημιουργήσει ορισμένοι Έλληνες μετανάστες σαν απατεώνες και κλέφτες.
Πέθανε το 1638, και τάφηκε στην αυλή της Ευαγγελικής εκκλησίας της αγίας 'Εμπε (St Ebbe, που έζησε τον 7ο αι.), κοντά στο κέντρο της Οξφόρδης.
Τα 10 περίπου συγράμματά του, συνήθως στα ελληνικά και αγγλικά, είναι κυρίως θρησκευτικού περιεχομένου, με ένα απ' αυτά να είναι αυτοβιογραφικό.
Σημείωση: Το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, που σήμερα αποτελείται από περίπου 30 κολλέγια, ιδρύθηκε το 1096 και θεωρείται το δεύτερο σε αρχαιότητα πανεπιστήμιο στον κόσμο (το πρώτο είναι της Μπολώνια στην Ιταλία, με έναρξη λειτουργίας το 1088). Το πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, με επίσης περίπου 30 κολλέγια, ιδρύθηκε το 1209.
Κατά περίεργη σύμπτωση, ένας σχεδόν συνομήλικος και σχεδόν συνονόματος του Γεράκη, ο Λιβέριος Γερακάρης ήταν διαβόητος Μανιάτης πειρατής, ο οποίος όμως λειτούργησε εναντίον των Ελλήνων συνεργαζόμενος άλλοτε με τους Τούρκους και άλλοτε με τους Ενετούς. Και μάλλον αυτός είναι το πρότυπο για τον αρνησιπάτριδα πειρατή στο μυθιστόρημα του Ιουλίου Βέρν "Το Αιγαίο στις φλόγες".
Όλοι γνωρίζουν τη θυσία των Σουλιωτισσών στο Ζάλογγο το 1803, λίγοι όμως γνωρίζουν ότι και ο Πόντος είχε το δικό του «Ζάλογγο», 120 περίπου χρόνια νωρίτερα.
Το 1680, όταν στην περιοχή της Πάφρας (ή Μπάφρας) στον Δυτικό Πόντο ηγέτης ήταν ο Χασάν Αλήμπεης, δόθηκε διαταγή να συλληφθούν οι νεαρές γυναίκες ως εμπόρευμα για τα σκλαβοπάζαρα.
Οι κάτοικοι από το χωρίο Ασάρ κλείστηκαν στο κάστρο Ασάρκαλε κοντά στον Άλυ ποταμό. Η πολιορκία κράτησε 48 ημέρες, αλλά στο τέλος καθώς πολλοί άρχισαν να πεθαίνουν από τις στερήσεις αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Όμως 20-30 νεαρές γυναίκες προτίμησαν τον θάνατο πέφτοντας στα βράχια κάτω από το κάστρο, από ύψος 150 μέτρων. Από τότε το κάστρο μετονομάστηκε σε Κιζ Καλεσί, δηλαδή «Κάστρο των Κοριτσιών» (υπάρχει όμως και κάστρο με το ίδιο όνομα σε βραχονησίδα στη νότια Τουρκία, νοτιοδυτικά της Μερσίνης).
Η θυσία των κοριτσιών τιμάται μέχρι σήμερα από τους Πόντιους με τον χορό «Θανατί Λάγγεμαν» (Πήδημα Θανάτου), που χορεύεται από γυναίκες σε κύκλο, ενώ κάποια στιγμή αρχίζουν με τη σειρά, η μία μετά την άλλη να πέφτουν κάτω.
Την περίοδο του 1821, οι Τούρκοι συλλαμβάνουν με το πρόσχημα της επιστράτευσης για τις ανάγκες του Οθωμανικού στρατού χιλιάδες Έλληνες της Πάφρας και δένοντάς τους ανά δύο πισθάγκωνα τους πετούν μέσα στον ποταμό Άλυ για να πνιγούν. Ο Άγγλος εξερευνητής και γεωγράφος Ένσουωρθ (William Francis Ainsworth) υπολογίζει τους Έλληνες που θανατώθηκαν με αυτό τον τρόπο κατά την περίοδο 1818-1822 σε περίπου 4000.
Στους Έλληνες του Πόντου απευθύνεται η έκκληση του Ρήγα από τον Θούριό του (στίχοι 73-74):
«Λεβέντες αντριωμένοι, Μαυροθαλασσινοί,
Ο βάρβαρος ως πότε θε να σας τυραννή;»
Το μοναστήρι αποτελούσε θρησκευτικό κέντρο της περιοχής και υπήρξε μαρτυρικός τόπος μιας μεγάλης μάχης, τον Απρίλιο του 1917.
Στη σπηλιά της Παναγίας είχαν καταφύγει, περίπου 600 γυναικόπαιδα και 80 αντάρτες με επικεφαλείς τους Χατζηγιώργη Καραβασίλογλου και τον Κωνσταντίνο Δεληονάλογλου. Η μάχη άρχισε στις 16 Απριλίου και κράτησε ως τις 22. Οι Έλληνες αντάρτες πολέμισαν γενναία χωρίς καμία απολύτως βοήθεια και όταν πια δεν είχαν άλλα πολεμοφόδια, αποφάσισαν να αυτοκτονίσουν παρά να πέσουν στα χέρια των Τούρκων. Τελευταίος ''έφυγε'' ο καπετάνιος Χατζηγιώργης, αφού ύψωσε πρώτα λευκή σημαία για να σωθούν τα γυναικόπαιδα.
Οι Τούρκοι μετέφεραν τους 600 άμαχους της Παναγίας Μάγαρας στην τουρκική κωμόπολη Τσασούρ και από εκεί όσους επέζησαν από τα μαρτύρια που υπέστησαν στην πλατεία του χωριού, τους έστειλαν εξορία στην Κασταμονή, όπου και έφτασαν μόνο 83 άτομα.
16. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΡΟΥΜΙΔΗΣ
Πέθανε το 1870 σε ηλικία 65 ετών.
Το έργο του θαυμάζεται μέχρι τις μέρες μας σαν ένα από τα ομορφότερα αναγεννησιακά έργα στην Αμερικανική ήπειρο.
17. Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΒΙΣΒΙΖΗ
18. ΟΙ MAXΕΣ ΤΟΥ ΝΤΟΛΜΑ ΚΑΙ THΣ ΚΛΕΙΣΟΒΑΣ
Η Κλείσοβα είναι ένα από τα μικρά νησάκια στην είσοδο της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου.
Μέχρι τον Μάρτιο του 1826, όλα σχεδόν αυτά τα νησάκια είχαν πέσει στα χέρια των Τουρκοαιγυπτίων και μόνο 130 Έλληνες υπερασπίζονταν το μικρό και χαμηλό νησάκι της Κλείσοβας, το ψηλότερο σημείο του οποίου ήταν ένα εκκλησάκι κοντά στην ακτή.
Στις 25 Μαρτίου την ίδιας χρονιάς, γύρω στους 3000 Τούρκοι και Αλβανοί μετά από μια κίνηση αντιπερισπασμού προς το Μεσολόγγι επιχείρησαν να το καταλάβουν αλλά αποκρούστηκαν, μάλιστα τραυματίστηκε και ο ίδιος ο αρχηγός τους Κιουταχής.
Στο μεταξύ, στο νησάκι αποβιβάστηκε με λίγους άνδρες ο Κίτσος Τζαβέλας για να ενισχύσει τη φρουρά του.
Ο αρχηγός των Αιγυπτίων Ιμπραήμ, βλέποντας την αποτυχία των Τούρκων έστειλε το γαμπρό του Χουσεΐν εναντίων της νησίδας με άλλους 3000 Αιγύπτιους στρατιώτες, αλλά και πάλι χωρίς αποτέλεσμα και μάλιστα σκοτώθηκε και ο ίδιος ο Χουσεΐν.
Η νησίδα μετά την ολοήμερη μάχη παρέμεινε θριαμβευτικά στα χέρια των Ελλήνων, από τους οποίους υπήρξαν περίπου 50 νεκροί και τραυματίες, ενώ οι αντίστοιχες απώλειες των Τουρκοαιγυπτίων ήταν 2500 νεκροί και τουλάχιστον 1000 τραυματίες, σαν αποτέλεσμα των 11 συνολικά επιθέσεων που πραγματοποίησαν στη διάρκεια εκείνης της ημέρας.
Η κατάληξη ήταν ήταν τόσο καταστροφική για το ηθικό των Τουρκοαιγυπτίων, που εκτιμάται ότι αν έξοδος του Μεσολογγίου γίνονταν τις επόμενες ημέρες, πολύ πιθανόν θα είχε πολύ ευτυχέστερο τέλος.
Η επική αυτή μάχη είναι τουλάχιστον ισάξια της μάχης στο χάνι της Γραβιάς, αλλά παρέμεινε στην αφάνεια επειδή επισκιάσθηκε από το γεγονός της πτώσης του Μεσολογγίου, ενάμιση μήνα αργότερα.
19. Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΒΕΡΓΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΡΟΥ
Οι Αιγύπτιοι άρχισαν να αποβιβάζονταν τα ξημερώματα της 23ης Ιουνίου, βρέθηκαν όμως αντιμέτωποι με τις εξαγριωμένες Μανιάτισσες, που με τα δρεπάνια του θερισμού, με πέτρες, με ξύλα, με τα τα δόντια και τα νύχια ακόμα, ξέσχισαν και θέρισαν στην κυριολεξία τις δυνάμεις τους.
Οι οπλαρχηγοί της Βέργας, σ' ένα από τα πολλά ανακοινωθέντα που εξέδωσαν για αυτές τις δίδυμες μάχες, γράφουν με υπερηφάνεια για τις γυναίκες τους, προς την Κυβερνητική Επιτροπή:
22. Ο ΑΘΛΟΣ ΤΟΥ «ΑΡΗ».
Πίνακας του Κ. Βολανάκη.
Η ελληνική ιστορία είναι γεμάτη από περιπτώσεις, κατά τις οποίες πολύ ασθενέστερες ελληνικές δυνάμεις κατόρθωσαν να νικήσουν ή να αντιμετωπίσουν με επιτυχία πολύ ισχυρότερες εχθρικές. Σε πολύ λίγες περιπτώσεις όμως η διαφορά ήταν τόσο κραυγαλέα, όσο στην έξοδο που επιχείρησε με επιτυχία το πολεμικό πλοίο «Άρης» από τον κόλπο του Ναυαρίνου, στις 26 Απριλίου του 1825.
Ο «Άρης» είχε ναυπηγηθεί λίγα χρόνια πριν την επανάσταση του ‘21 στη Ιταλία, για λογαριασμό του Υδραίου πλοιοκτήτη Αναστάσιου Τσαμαδού και το αρχικό του όνομα ήταν «Αλέξανδρος Α’». Ήταν κατηγορίας «μπρικιού» (δικάταρτο) με εκτόπισμα 350 τόνους, έφερε 16 πυροβόλα και πλήρωμα που έφτανε τα 82 άτομα. Το 1821 ο ιδιοκτήτης του το μετονόμασε σε «Άρη» και με αυτό το όνομα έλαβε μέρος σε πολλές ναυτικές επιχειρήσεις των Ελλήνων.
Η πιο ένδοξη στιγμή του «Άρη» όμως ήρθε στα τέλη του Απριλίου του 1825, όταν καθώς μετάφερε πολεμικό υλικό στην Πάτρα, με πρωτοβουλία του ιδιοκτήτη και κυβερνήτη του Α. Τσαμαδού έριξε άγκυρα στον όρμο του Ναυαρίνου για να βοηθήσει τους 1500 περίπου Έλληνες που πολιορκημένοι στο Νιόκαστρο (στα νότια της Πύλου), απέκρουαν τα πεζοπόρα τμήματα του στρατού του Ιμπραήμ.
Στις 26 Απριλίου ο Ιμπραήμ αποφασίζει να καταλάβει τη Σφακτηρία πριν βάλει τα πλοία του στον όρμο, την οποία υπερασπίζονταν περίπου 800 Έλληνες με αρχηγό τον Αναγνωσταρά και με συμμετοχή του Σ. Σαχίνη, του Ιταλού φιλέλληνα Σ. Σανταρόζα και του κυβερνήτη του «Άρη» Α. Τσαμαδού. Οι μισοί περίπου από τους Έλληνες έπεσαν στη μάχη αυτή συμπεριλαμβανομένων και όλων των προαναφερόμενων. Ο Ν. Βότσης, κυβερνήτης της «Αθηνάς» ενός άλλου ελληνικού πλοίου στον όρμο του Ναυαρίνου, ο οποίος βρίσκονταν και αυτός στη Σφακτηρία, μέσα στην αναμπουμπλούλα που επικράτησε κατάφερε να επιβιβαστεί όχι στη βάρκα του δικού του πλοίου, αλλά σε αυτή του «Άρη». Από τα οκτώ ελληνικά πλοία που βρίσκονταν στον όρμο τα επτά κατάφεραν να διαφύγουν πριν τα αιγυπτιακά εισέλθουν σ’ αυτόν, ο «Άρης» όμως περιμένοντας μάταια τον κυβερνήτη του καθυστέρησε και απέπλευσε όταν πια επιβεβαιώθηκε ο θάνατος του Τσαμαδού, έχοντας παραλάβει εκτός του Βότση, τον Δ. Σαχτούρη και τον Α. Μαυροκορδάτο.
Ήδη όμως ο «Άρης» βρέθηκε περικυκλωμένος από 35 εχθρικά πλοία κάθε μεγέθους που είχαν μπει στον κόλπο. Με κυβερνήτη πλέον τον Ν. Βότση, για πάνω από τρεις ώρες γίνεται ο στόχος των εχθρών όχι μόνο από τα πλοία αλλά και από τη Σφακτηρία που έχει καταληφθεί. Δύο άνδρες του σκοτώνονται και άλλοι επτά τραυματίζονται. Οι δυο γεροντότεροι του πληρώματος έχουν πάρει θέση στην πυριτιδαποθήκη, έτοιμοι να την ανατινάξουν σε περίπτωση που κινδυνεύσει το πλοίο να πέσει στα χέρια των δυνάμεων του Ιμπραήμ. Έκπληκτα τα εχθρικά πλοία παρακολουθούν τις προσπάθειες του «Αρη» να ξεφύγει. Μια πυρκαγιά σε ένα απ’ αυτά και ζημίες σε άλλα, έχουν ως αποτέλεσμα να αποσπαστεί η προσοχή του εχθρικού στόλου και μέχρι να ανασυνταχθεί, σε συνδυασμό με το σούρουπο, ο «Άρης» βρίσκει την ευκαιρία να να βγει από τον όρμο.
Το κατόρθωμα του «Άρη» τον έκανε πανελλήνια γνωστό. Γι' αυτό και το νεοσύστατο ελληνικό κράτος αγόρασε το θρυλικό σκαρί το 1829, το επισκεύασε, το μετονόμασε σε «Αθηνά» και το αξιοποίησε ως εκπαιδευτικό πλοίο στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Είκοσι χρόνια αργότερα, ο «Άρης» πήρε πίσω το ιστορικό του όνομα και το 1900 έδεσε στο λιμάνι του Πόρου, όπου λειτουργούσε και πάλι σαν εκπαιδευτικό. Το 1921, στην επέτειο των 100 ετών από την επανάσταση του ’21 βυθίστηκε με τιμητικούς κανονιοβολισμούς κοντά στη (πρώην) νησίδα Κυρά της Σαλαμίνας, εξαιτίας οικονομικών δυσχερειών για τη συντήρησή του. Ήταν το μακροβιότερο πλοίο της Ελληνικής Επανάστασης. Από το πλοίο έχει διασωθεί η ξύλινη προτομή του «Άρη» (βαμμένη όμως να μοιάζει με μαρμάρινη) που βρίσκεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο (παλαιά Βουλή), ενώ ένας ιστός του χρησιμοποιείται για τις ανάγκες του σηματορείου στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας.
23. ΟΙ ΠΟΝΤΙΟΙ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΛΟΧΟΥ.
Οι δύο πλευρές της σημαίας του Υψηλάντη στη μάχη του Δραγατσανίου.
Για τη συμμετοχή των Ποντίων στην Επανάσταση του 1821 υπάρχουν πολύ λίγες πληροφορίες. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι ο αρχηγός που ουσιαστικά την ξεκίνησε (Α. Υψηλάντης) και ο αδελφός του και αρχηγός στην τελευταία της μάχη (Δ. Υψηλάντης), ήταν ποντιακής καταγωγής από το χωριό Υψηλή κοντά στην Τραπεζούντα, όπου οι πρόγονοί τους ζούσαν μέχρι τα μέσα του 17ου αιώνα.
Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε και τον τρίτο αδελφό Νικόλαο, που έλαβε μέρος σαν επικεφαλής του Ιερού Λόχου στη μάχη του Δραγατσανίου, τον Ιούνιο του 1821.
Ο Βούλγαρος ιστορικός Νικολάι Τοντόροφ στο έργο του «Η Βαλκανική διάσταση της Επανάστασης του 1821»,αναφέρει ονομαστικά 1000 αγωνιστές που επέζησαν τραυματισμένοι ή όχι της μάχης του Δραγατσανίου, από τους οποίους οι μισοί ήταν Έλληνες και από αυτούς οι 18 ήταν από την περιοχή του Πόντου. Ο σουλτάνος μάλιστα θεωρώντας ότι ο Ιερός Λόχος ήταν ποντιακή στρατιωτική μονάδα, διέταξε τη σφαγή των προκρίτων της Αργυρούπολης. (Η Αργυρούπολη ευημερούσε, εξαιτίας των μεταλλείων αργύρου στην περιοχή της).
Στο βιβλίο του Κ. Μ. Κωνσταντινίδη «Η συμβολή των Μικρασιατών εις την εθνικήν αναγέννησιν», αναφέρονται ονομαστικά 17 άτομα που αγωνίστηκαν κατά την επανάσταση του 1821 στην Ελλάδα ή την Κρήτη, από τα οποία 5 ήταν από την Τραπεζούντα, 6 από τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, 4 από την Σινώπη και 2 από την Αργυρούπολη, με το επώνυμο Μαυροθαλασσίτης να αναφέρεται συχνότερα. Ενδεχομένως βέβαια τόσο το όνομα αυτό όσο και τα άλλα ονόματα, όπως Τραπεζούντιος, Σιναπλής, Κιουμουσχανελής (δηλαδή από την Αργυρούπολη) να είναι ψευδώνυμα, για την αποφυγή αντεκδικήσεων των Τούρκων προς τις οικογένειες που άφηναν πίσω τους.
Ειδικότερα, ο Αλέξιος Μαυροθαλασσίτης ήρθε πρώτα στην Ύδρα και κατόπιν, τον Οκτώβριο του 1821, κατέβηκε στην Κρήτη μαζί με 120 συμπολεμιστές του από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία.
Σημείωση: Στην Κρήτη είχαν καταφύγει πολλοί Πόντιοι μετά την άλωση της Τραπεζούντας το 1461.
24. ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΛΕΣΒΙΟΣ.
Ο Βενιαμίν Λέσβιος γεννήθηκε στο Πλωμάρι της Λέσβου γύρω στο 1760 και πέθανε από τύφο στο Ναύπλιο το 1824. Νέος πήγε στις Κυδωνίες (Αϊβαλί, απέναντι από τη Λέσβο, κοντά σε θείο του ηγούμενο σε μονή της περιοχής, όπου χειροτονήθηκε μοναχός. Στις Κυδωνίες σπούδασε στη φημισμένη Σχολή του Ιωάννη Οικονόμου, τις οποίες σπουδές συνέχισε στην Πάτμο, ενώ αργότερα γύρισε πίσω στη Σχολή του Οικονόμου για να διδάξει. Το 1790 ταξίδεψε στην Πίζα και το Παρίσι όπου γνωρίστηκε με τον Κοραή, ενώ έζησε και για έναν χρόνο στην Αγγλία κυρίως για να σπουδάσει Αστρονομία.
Το 1799 επέστρεψε πάλι στη Σχολή του Οικονόμου για να διδάξει. Η διδασκαλία του περιλάμβανε μαθήματα Φιλοσοφίας, Φυσικής, Μαθηματικών, Αστρονομίας, αλλά και τη διεξαγωγή πειραμάτων.
Χάρη στη διδασκαλία του απέκτησε μεγάλη φήμη, αλλά εξαιτίας του περιεχομένου της κατηγορήθηκε από την Εκκλησία σαν άθεος, ιδιαίτερα καθώς δίδασκε το ηλιοκεντρικό σύστημα του Κοπέρνικου, το οποίο είχε βέβαια καθιερωθεί στη Δύση. Παρόμοια κατηγορήθηκε σαν άθεος και διώχθηκε και ο κατοπινός διευθυντής της Σχολής του Οικονόμου, ο επίσης φημισμένος δάσκαλος Θεόφιλος Καΐρης, κυρίως για τη διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού, οι οποίες είχαν ήδη επικρατήσει στη Δύση.
Εδώ να σημειωθεί ότι η επίσημη Εκκλησία αντιδρούσε έντονα σε οποιονδήποτε φιλοσοφικό ή επιστημονικό νεωτερισμό, ειδικά αν προέρχονταν από την «παπική» Δύση, θεωρώντας ότι η Αγία Γραφή έχει την απάντηση σε όλα τα θέματα και οποιαδήποτε περαιτέρω έρευνα είναι «εκ του πονηρού».
Ο Λέσβιος παρέμεινε πάντως στη Σχολή μέχρι το 1821 οπότε και τελικά εκδιώχθηκε για τις ιδέες του. Στη συνέχεια, προσπαθώντας να επιβιώσει και διδάσκοντας ιδιωτικά σε σπίτια ευπόρων, ακολούθησε μια διαδρομή που τον έφερε από την Κωνσταντινούπολη και το Βουκουρέστι (όπου στο Ιάσιο μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία), μέχρι τη Σμύρνη όπου δίδαξε στην Ευαγγελική Σχολή της. Με το ξέσπασμα της Επανάστασης γύρισε στην Ελλάδα, προσπαθώντας να συγκεντρώσει πολεμοφόδια, να ξεσηκώσει και να βοηθήσει με κάθε τρόπο στον Αγώνα, αργότερα μάλιστα συμμετείχε και στις δύο πρώτες Εθνοσυνελεύσεις.
Ο Βενιαμίν ο Λέσβιος, σήμερα θεωρείται ως ένας από τους μεγάλους δάσκαλους του Γένους, μαζί με τους λιγότερο ίσως γνωστούς, Ιώσηπο Μοισιόδακα, Χριστόδουλο Παμπλέκη, Γεώργιο Σουγδουρή και άλλους.
25. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗΣ ΜΕΡΤΖΕΛΛΟΣ (ΣΟΦΙΚΙΤΗΣ).
Επιστολή του Θ. Κολοκοτρώνη προς τον Χατζηγιάννη Μερτζέλλο.
Ο Χατζηγιάννης Μερτζέλλος γεννήθηκε το 1791 στο Σοφικό Κορινθίας και γι’ αυτό πήρε το προσωνύμιο Σοφικίτης. Νέος μετανάστευσε στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας, ψάχνοντας ένα καλύτερο μέλλον.
Καθώς οι επιχειρήσεις του πήγαν καλά, κάλεσε και τον αδελφό του Αθανάσιο, ενώ απέκτησε και πολυπληθή οικογένεια.
Παραμονές της Επανάστασης μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, οπότε στη συνέχεια έστειλε τον αδελφό του πίσω στο Σοφικό για να ετοιμάσει τον ξεσηκωμό της περιοχής. Στη συνέχεια ήλθε και ο ό ίδιος θυσιάζοντας οικογενειακή γαλήνη και περιουσία, την οποία χρησιμοποίησε για να εξοπλίσει και να συντηρεί ένα στρατιωτικό σώμα από 500 μέχρι 1000 άντρες, ανάλογα με τις συνθήκες.
Συμμετείχε στην πολιορκία της Ακροκορίνθου και πολέμησε εναντίον του στρατού του Δράμαλη υπό τις διαταγές του Νικηταρά. Συχνά έπαιρνε διαταγές απευθείας από τον Θ. Κολοκοτρώνη ο οποίος τον εκτιμούσε ιδιαίτερα, όπως και όλοι οι συμπολεμιστές του. Έφτασε μάλιστα μέχρι τον βαθμό του αντιστράτηγου, μετά από πρόταση των προκρίτων της Κορίνθου.
Αφού έλαβε μέρος σε πολυάριθμες μάχες μέχρι το τέλος του Αγώνα, στο τέλος αποσύρθηκε στο Σοφικό με την οικογένειά του, πάμφτωχος πλέον, περιμένοντας μάταια κάποια ανταμοιβή από την πατρίδα του. Πέθανε στα Εξαμίλια το 1860.
Ο Χατζηγιάννης Μερτζέλλος είναι από τις πιο ανιδιοτελείς μορφές της Επανάστασης του 1821, ένας γνήσιος πατριώτης που έδωσε τα πάντα στον αγώνα για την ελευθερία παραμένοντας ο ίδιος στη σκιά της Ιστορίας, έχοντας μόνον την τύχη και την ικανοποίηση να ζήσει για να δει την πατρίδα του ελεύθερη, γνωρίζοντας ότι και ο ίδιος έχει συμβάλει σημαντικά σ’ αυτό.
26. Ο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΑΓΑΣ (ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΥΡΜΟΥΛΗΣ).
Ο Μιχάλης Κουρμούλης, γεννήθηκε το 1765 στο χωριό Κουσές στη Νότια Κρήτη, και μέχρι το Πάσχα του 1821 ήταν γνωστός σαν μωαμεθανός με το όνομα Χουσεΐν Αγάς και μάλιστα σαν αγάς των «ξεκουκούλωτων» της Μεσαράς, όπως ονόμαζαν οι Κρητικοί τους ντόπιους γενίτσαρους.
Ο Κουρμούλης όμως όπως και όλη η οικογένεια και οι συγγενείς του, ήταν κρυπτοχριστιανοί από τον 17ο αιώνα που φαινομενικά είχαν αλλαξοπιστήσει.
Ο ίδιος, με την ιδιότητα του αγά είχε βοηθήσει συχνά τους χριστιανούς της περιοχής του και ενώ στον ενετικής κατασκευής πύργο του στο Κουσέ είχε φιλοξενήσει κατά καιρούς Τούρκους επίσημους για να αποσείσει υποψίες για την πραγματική πίστη του, στα υπόγεια του πύργου λειτουργούσε εκκλησία και υπήρχαν χώροι όπου η οικογένειά του τελούσε τα χριστιανικά της καθήκοντα και τηρούσε τα μυστήρια της εκκλησίας.
Έχοντας όμως μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία, το Πάσχα του 1821 αποκάλυψε δημόσια τη χριστιανική του πίστη και τέθηκε επικεφαλής της ευρύτερης οικογένειας των Κουρμούληδων που αριθμούσε πάνω από 75 ενόπλους, καθώς και πολλών άλλων Μεσαριτών.
Το επεισόδιο μάλιστα της αποκάλυψης του χριστιανού πλέον Μιχάλη Κουρμούλη περιγράφεται γλαφυρά, αν και σε αρχαΐζουσα γλώσσα, από τον ιστορικό και φιλόλογο Βασίλειο Ψιλάκη.
Αρχικά πραγματοποίησε μαζί με άλλους οπλαρχηγούς ενέδρες στις οθωμανικές δυνάμεις της περιοχής του Ρεθύμνου, ενώ κάποια στιγμή κατέφυγε στην Κάσο αλλά στη συνέχεια επέστρεψε στην Κρήτη.
Αν και είχε προταθεί από μερίδα των συμπατριωτών του σαν γενικός αρχηγός του ξεσηκωμού της Κρήτης, τελικά δεν ήταν η επιλογή του Υψηλάντη για τη θέση αυτή. Σαν αρχηγός όμως μιας μεγάλης ομάδας επαναστατών, κατάφερε να νικήσει επανειλημμένα τους Οθωμανούς, ενώ πρώτος συγκρότησε οργανωμένο ιππικό στην Κρήτη.
Μετά από την κατάπνιξη της επανάστασης στο νησί, κατέφυγε τραυματισμένος στην Ύδρα, όπου και υπέκυψε στα τραύματά του το 1824.
Μεταξύ των ετών 1821 - 1830, υπολογίζεται ότι έπεσαν στον αγώνα για την ελευθερία της Κρήτης γύρω στα 100 μέλη της οικογένειας των Κουρμούληδων.
27. ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗΣ ΝΤΑΛΙΑΝΗΣ
Τον Μάρτιο του 1826 αποβιβάστηκε με 800 άντρες στο Λίβανο, προσπαθώντας να πείσει τους Άραβες να ξεσηκωθούν και αυτοί κατά των Τούρκων, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Στη συνέχεια γύρισε την Ελλάδα, όπου πολέμησε εναντίον του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο καθώς και στη μάχη του Φαλήρου.
Στις αρχές του 1828 η Κρήτη ζητούσε και αυτή την ελευθερία της αλλά υπήρχαν τοπικές διαφωνίες σε οργανωτικά θέματα, οπότε ο Νταλιάνης προσκλήθηκε επικεφαλής 500 πεζών και 100 ιππέων να ηγηθεί της εκεί επανάστασης.
Η ομάδα του Νταλιάνη μετά από κάποιες αψιμαχίες με τους Τούρκους, κλείστηκε στο Φραγκοκάστελο, παλιό Βενετσιάνικο κάστρο κοντά στα Σφακιά, παρά τις συμβουλές των Σφακιανών να αντιμετωπίσει τους Τούρκους στα βουνά.
Εκεί, τον Μάιο της ίδιας χρονιάς πολιορκήθηκε από τον Αλβανό Μουσταφά πασά επικεφαλής 8000 Τούρκων.
Η κύρια μάχη έγινε την πρώτη ημέρα της πολιορκίας κατά την οποία ο Νταλιάνης και ο υπαρχηγός του μετά από άγριο και αμφίρροπο αγώνα έπεσαν νεκροί μετά από έξοδο που επιχείρησαν.
Η πολιορκία όμως συνεχίστηκε για αρκετές ημέρες ακόμα, οπότε οι τελευταίοι υπερασπιστές του κάστρου απογοητευμένοι ήλθαν σε συμφωνία με τους Τούρκους, που τους επέτρεψαν να αποχωρήσουν.
Το αποτέλεσμα της πολιορκίας ήταν 350 Έλληνες και 800 περίου Τούρκοι νεκροί, αλλά και ένας θρύλος που έκτοτε συνδέεται με το κάστρο αυτό.
Αρκετά χρόνια μετά, στην επέτειο της μάχης, βοσκοί είδαν στην περιοχή του Φραγκοκάστελου στον αέρα, σκιές πεζών και έφιπων πολεμιστών με ρούχα και όπλα μιας παλιότερης εποχής.
Το φαινόμενο αυτό, που οι ντόπιοι ονομάζουν Δροσουλίτες επειδή εμφανίζεται με την πρωινή δροσιά, συνεχίστηκε και κατά τα επόμενα χρόνια, πάντα κοντά στην επέτειο της μάχης.Μάλιστα το είδαν και Γερμανοί στρατιωτικοί κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, ενώ η πιο πειστική εξήγηση είναι ότι πρόκειται για σκιές που δημιουργεί ο πρωινός ήλιος λίγο πριν ανατείλει επάνω από τις αιχμηρές βουνοκορφές και τα φαράγγια που βρίσκονται ανατολικότερα του Φραγκοκάστελλου, που προβάλλονται πάνω στην πρωινή αχλή που είναι συχνή την εποχή της επετείου της μάχης. Πρόκειται για ένα φαινόμενο γνωστό στους ορειβάτες με το όνομα Brocken Spectre.
28. Η «ΑΝΘΗ» ΚΑΙ Η ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ.
Η Dora d’ Istria, φιλολογικό ψευδώνυμο της Ρουμάνας και φιλέλληνα συγγραφέα Έλενας Γκίκα, η οποία ήταν πολύ γνωστή στους φιλολογικούς κύκλους του 19ου αιώνα, συμπεριέλαβε την Ανθή σ’ ένα περιηγητικό κείμενό της που έκανε ιδιαίτερη αίσθηση στην Ευρώπη.
Πρόκειται για την ιστορία μιας νέας γυναίκας αγωνίστριας, κόρης οπλαρχηγού της Δυτικής Μακεδονίας, η οποία αφού έμαθε τον χειρισμό των όπλων από τον πατέρα της και πολέμησε μαζί του ντυμένη σαν άντρας, συμμετείχε αργότερα μαζί με τον αδελφό της στην άμυνα της Κασσάνδρας στη Χαλκιδική, που την πολιορκούσαν οι Τούρκοι το Φθινόπωρο του 1821.
Η Ανθή μαζί με άλλες γυναίκες, έτρεχαν να σβήσουν τις φωτιές που άναβαν τα βλήματα που έριχναν οι εχθροί, εκθέτοντας συνεχώς τον εαυτό τους σε θανάσιμο κίνδυνο.
Όταν η Κασσάνδρα, μετά από κάποιες αρχικές επιτυχίες των Ελλήνων έπεσε στα τέλη του 1821, η Ανθή κατέφυγε μαζί με άλλους επιζήσαντες στις Σποράδες. Όμως χιλιάδες άλλες Ελληνίδες αιχμαλωτίσθηκαν και πουλήθηκαν σαν σκλάβες, αυτές και τα παιδιά τους.
Η Ανθή εκπροσωπεί τις χιλιάδες ανώνυμες γυναίκες της Χαλκιδικής αλλά και όλης της Ελλάδας που πολέμησαν δίπλα στους πατέρες, συζύγους ή αδέλφια τους, χωρίς να μπορέσουν να λάβουν μετά την απελευθέρωση την τιμητική σύνταξη του αγωνιστή για τον εαυτό τους, την οποίαν θα δικαιούνταν μόνο σαν χήρες αγωνιστή.
Ακόμα, η ατυχής επανάσταση στη Χαλκιδική υπό τον Εμμανουήλ Παπά θα μπορούσε να διεκδικήσει τον τίτλο της «Ξεχασμένης Επανάστασης», επειδή, καθώς διήρκεσε σχεδόν 6 μήνες βοήθησε έμμεσα την Επανάσταση στην Πελοπόννησο και τη Στερεά, απασχολώντας σημαντικά Τουρκικά στρατεύματα στη Βόρεια Ελλάδα.
Η μάχη της Άμπλιανης της Φωκίδας δόθηκε στις 14 (με το παλιό) ή στις 25 Ιουλίου σύμφωνα με το καινούργιο ημερολόγιο, του 1824.
Η Άμπλιανη είναι τοποθεσία (σημαίνει τόπος με πολλά νερά) κοντά στο χωριουδάκι της Βάργιανης που βρίσκεται σχεδόν επάνω στη διαδρομή από τη Γραβιά στην Άμφισσα (αλλά πολύ πιο κοντά στη Γραβιά), που δεν πρέπει όμως να συγχέεται με τον ομώνυμο οικισμό της Άμπλιανης στο νομό Ευρυτανίας, νοτιοανατολικά από το Καρπενήσι.
Στις αρχές του καλοκαιριού του 1824 και καθώς τελείωνε ο α΄εμφύλιος της Επανάστασης του '21, τρεις Οθωμανικές στρατιές κατόπιν εντολών του σουλτάνου ετοιμάζονταν να κατέβουν στη Στερεά και στη συνέχεια στην Πελοπόννησο, που θεωρείτο η καρδιά της Ελληνικής Επανάστασης.
Ο Δερβίς πασάς, ερχόμενος από Λάρισα, θα πέρναγε από τη Γραβιά προς την Άμφισσα (τότε Σάλωνα), ο Ομέρ Βρυώνης θα κινείτο δυτικά κατεβαίνοντας από Ιωάννινα μέσω Άρτας προς Ναύπακτο και ο Ομέρ πασάς της Καρύστου θα αποβιβάζονταν και θα καταλάμβανε την Αττική. Συνολικά θα κινητοποιούνταν πάνω από 20.000 Οθωμανοί στρατιώτες.
Ο Δερβίς πασάς χώρισε το δικό το στράτευμα σε τρία τμήματα, με το κύριο απ' αυτά να επιχειρεί να περάσει από τη Γραβιά προς την Άμφισσα μέσα από τη διάβαση που περνάει από την Άμπλιανη.
Αρκετοί Έλληνες οπλαρχηγοί συγκεντρώθηκαν στην περιοχή για να το σταματήσουν, όπως ο Νάκος Πανουργιάς, ο Γεώργιος Δράκος, ο Γιώτης Δαγκλής, ο Χριστόφορος Περραιβός, κάποιοι απ' αυτούς νεότατοι, ενώ αργότερα προστέθηκαν ο Κίτσος Τζαβέλλας και ο Γεώργιος Καραϊσκάκης.
Η συνολική δύναμη των Ελλήνων δεν ξεπερνούσε τους 2.000 πολεμιστές, που είχαν να αντιμετωπίσουν τουλάχιστον πενταπλάσιες εχθρικές δυνάμεις.
Οι Έλληνες όμως εκμεταλλεύθηκαν το δύσβατο και πετρώδες έδαφος φτιάχνοντας ταμπούρια και ρίχνοντας στα περάσματα μεγάλους κορμούς δένδρων για να εξουδετερώσουν το επίφοβο Τουρκικό ιππικό. Η μάχη ήταν σφοδρή και κράτησε για περισσότερες από 10 ώρες. Κάποιες ελληνικές ενισχύσεις που έφτασαν προς το σούρουπο επέφεραν σύγχυση στις γραμμές των Τούρκων και ο πανικός τους γενικεύθηκε. Αναφέρονται πάνω από 2.000 Τουρκικές απώλειες, ενώ οι Ελληνικές δεν ξεπέρασαν τις λίγες δεκάδες. Και είναι από τις ελάχιστες μάχες της Επανάστασης του '21, που τα ελληνικά ταμπούρια διακρίνονται ακόμα και σήμερα!
Την ίδια περίοδο, η ήττα του πασά της Καρύστου στον Μαραθώνα (βλ και θέμα Νο38 στο ίδιο άρθρο) από τον Γκούρα και η φθορά του στρατού του Ομέρ Βρυώνη με αψιμαχίες, ανάγκασε τα Οθωμανικά στρατεύματα να υποχωρήσουν ή να σταματήσουν την προέλασή τους.
Όμως από τις αρχές Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, το τουρκικό στρατόπεδο της Γραβιάς ενισχύθηκε από 4.000 Αλβανούς, ενώ οι ελληνικές δυνάμεις συγκεντρώθηκαν κοντά στον οικισμό της Βάργιανης. Την επίθεση άρχισαν πρώτοι οι Τουρκαλβανοί στα μέσα του μήνα, τελικά όμως αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν με αρκετές απώλειες. Λίγες μέρες αργότερα, άλλο οθωμανικό τμήμα προσπάθησε να προωθηθεί προς το Πολύδροσο (τότε Σουβάλα), αλλά και αυτό αναχαιτίστηκε.
Οι νίκες αυτές ήταν μια ανάσα για την Ελληνική Επανάσταση, σε μια χρονιά που στιγματίστηκε από τις εμφύλιες διαμάχες.
31. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΟΤΑΓΟΣ
Γεννήθηκε στην Βυτίνα της Αρκαδίας το 1838 και σπούδασε γιατρός, ενώ στα ταξίδια του τον ώθησε ένας συνδυασμός απογοήτευσης από την ελληνική πολιτική πραγματικότητα και θαυμασμού προς τους αρχαίους Έλληνες γεωγράφους.
Μεταξύ του 1867 και του 1883, πραγματοποίησε δύο μεγάλα εξερευνητικά ταξίδια στην Ασία και ένα στην Αφρική.
Για το πρώτο, ξεκίνησε από τη Συρία και περνώντας από το Ιράκ, την Περσία και το Αφγανιστάν και στη συνέχεια από το Παμίρ, την Κίνα και τη Μογγολία, κατέληξε στην Ανατολική Σιβηρία, για να επιστρέψει μέσω Οδησσού στην Κωνσταντινούπολη.
Για το δεύτερο, ξεκίνησε από το Σουέζ της Αιγύπτου και συνέχισε στην Ινδία, Περσία και Αφγανιστάν, επιστρέφοντας στο Κάιρο.
Στο τρίτο του ταξίδι, ξεκίνησε από το Κάιρο και μέσω του Σουδάν έφτασε στην Κεντρική Αφρική και στο Βόρειο Κογκό, όπου και κατέγραψε το παραποτάμιο σύστημα του ποταμού Κόγκο.
Οι περιγραφές των ταξιδιών του δημοσιεύθηκαν σε μία ελληνική και μία γαλλική έκδοση, που περιλάμβαναν και απόψεις του για το σύστημα χρονολόγησης των διαφόρων λαών της Ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου, αλλά και αναλύσεις μετεωρολογικών φαινομένων.
Δυστυχώς άλλα χειρόγραφά του που αφορούσαν τα ήθη και τα έθιμα των λαών που επισκέφθηκε, καταστράφηκαν από τους κληρονόμους του πριν προλάβουν να εκδοθούν.
Τιμήθηκε από τη Γαλλική κυβέρνηση, τη Γεωγραφική Εταιρεία της Γαλλίας και τον βασιλιά του Βελγίου Λεοπόλδο Β’, ο οποίος φρόντισε να δοθεί το όνομά του σε κεντρική λεωφόρο της πόλης Isiro του Βελγικού Κογκό.
Αντίθετα όμως, η Βασιλική Γεωγραφική Εταιρεία του Λονδίνου δεν αντιμετώπισε ευνοϊκά το έργο του, επειδή οι απόψεις του σε θέματα αντιμετώπισης των ιθαγενών έρχονταν σε αντίθεση με τα Βρετανικά αποικιοκρατικά συμφέροντα, αλλά και επειδή συχνά οι παρατηρήσεις του διέψευδαν τον Μάρκο Πόλο που εκείνη την εποχή θεωρείτο ακόμα αυθεντία στα ταξίδια στην Ασία.
Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι η ελληνική καταγωγή του τού άνοιξε πολλές πόρτες στις αυλές των ασιατικών βασιλείων, στα οποία υπήρχε ακόμα η ανάμνηση της εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου, αλλά του έδωσε και την ευκαιρία να διαπιστώσει την έντονη επίδραση που είχε στις περιοχές αυτές ο ελληνικός πολιτισμός, καθώς ελληνικές λέξεις και άλλα πολιτισμικά στοιχεία επιβίωναν ακόμα.
Πέθανε το 1903 στις Νύμφες της Κέρκυρας, στην οποία είχε αποτραβηχτεί τα τελευταία 17 χρόνια της ζωής του.
Ο Δούμπας γεννήθηκε το 1830 στη Βιέννη, από Έλληνες γονείς με βλάχικη καταγωγή.
Στην παιδική του ηλικία έζησε για μικρό διάστημα στην Αθήνα μαζί με τον αδελφό του, φιλοξενούμενοι του Αυστριακού πρέσβη.
Από τον πατέρα του Στέργιο (ευεργέτη του Πανεπιστημίου Αθηνών) ήδη κληρονόμησε αξιόλογη περιουσία, την οποία όμως αύξησε σημαντικά με επιχειρηματικές δραστηριότητες στον χώρο της υφαντουργίας και του χρηματιστηρίου.
Ασχολήθηκε με την πολιτική και εκλέχτηκε τόσο στην Κάτω όσο και στην Άνω Βουλή του αυστριακού κράτους (αυτοκρατορίας τότε).
Προσέφερε σημαντικά χρηματικά ποσά σε ελληνικά σχολεία, αλλά και για την ανέγερση κρατικών κτηρίων στη Βιέννη, όπως του Κοινοβουλίου, του Πανεπιστημίου, της Ακαδημίας, του Δημαρχείου, την επισκευή του Αγίου Στεφάνου της Βιέννης, αλλά και την κατασκευή του Μεγάρου Μουσικής (σε σχέδιο του γνωστού Δανού αρχιτέκτονα Χάνσεν), το οποίο ουσιαστικά ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του ίδιου του Δούμπα.
Πέρα από την οικονομική του συνεισφορά στον χώρο της τέχνης και της αρχιτεκτονικής, υπήρξε προσωπικός φίλων διάσημων καλλιτεχνών, όπως του Ριχάρδου Βάγκνερ, του Σούμπερτ, του Μπραμς και του Γιόχαν Στράους, ο τελευταίος μάλιστα συνέθεσε τον «Γαλάζιο Δούναβη» στο εξοχικό σπίτι του Δούμα.
Το σπίτι του στη Ρίγκστρασσε στη Βιέννη, με το όνομα Palais Dumba ήταν (και είναι) πραγματικό μουσείο, αλλά επί Δούμα αποτελούσε επίσης και τόπο συνάντησης του καλλιτεχνικού και πνευματικού κόσμου της Βιέννης.
Ο Δούμπας τιμήθηκε από την Αυστριακή κυβέρνηση πολλές φορές με παράσημα και τιμητικές θέσεις, απέρριψε όμως πρόταση απονομής τίτλου ευγενείας από τον αυτοκράτορα, εξαιτίας των φιλελεύθερων πεποιθήσεών του.
Πέθανε το 1900 στη Βουδαπέστη, αλλά χάρη στην προσφορά του στον χώρο της τέχνης τελικά ενταφιάστηκε στο κεντρικό νεκροταφείο της Βιέννης, στο τμήμα των μεγάλων μουσουργών.
33. ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΒΑΓΓΕΛΗΣ
Αν και ο Καραβαγγέλης δεν έπεσε στο πεδίο της μάχης σαν τον Παπαφλέσσα (παρότι κινδύνεψε πολλές φορές από δολοφονικές επιθέσεις), τον διέκρινε το ίδιο πάθος για τον αγώνα της ελευθερίας, η ίδια μαχητικότητα, και σε κάποιες περιπτώσεις αντίστοιχα αμφιλεγόμενες ενέργειες προκειμένου να επιτευχθεί ο απώτερος σκοπός.
O Στυλιανός Καραβαγγέλης γεννήθηκε στη Λέσβο το 1866 και σπούδασε στη Θεολογική Σχολή Χάλκης. Με την αποφοίτησή του χειροτονήθηκε διάκος με το όνομα Γερμανός και συνέχισε για μερικά χρόνια ακόμα τις σπουδές του στη Γερμανία.
Το 1896 χειροτονήθηκε επίσκοπος και το 1900 τοποθετήθηκε Μητροπολίτης Καστοριάς, όπου ανέπτυξε έντονη δράση προσπαθώντας να προσελκύσει τους χριστιανικούς πληθυσμούς της περιφέρειάς του στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, αντί της Βουλγαρικής Εξαρχίας.
Στην προσπάθειά του αυτή, η οποία σηματοδότησε ουσιαστικά την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα, συνεργάστηκε με τους άλλους τρείς ένθερμους υποστηρικτές αυτής της δράσης, τον Ίωνα Δραγούμη στο προξενείο της Ελλάδας στο Μοναστήρι, τον Λάμπρο Κορομηλά στο προξενείο Θεσσαλονίκης και τον Δημήτριο Καλαποθάκη στην Αθήνα.
Φυσικά η δραστηριότητά του αυτή τον έφερε σε έντονη αντιπαλότητα με το βουλγαρικό κομιτάτο, που ο Καραβαγγέλης αντιμετώπισε με τον σταυρό στο ένα χέρι και το περίστροφο στο άλλο, μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά.
Μέσα στο κλίμα αυτό δεν έλλειψαν και κάποιες αντεκδικήσεις και ακρότητες, τις οποίες αν μη τι άλλο ανέχθηκε, όπως και ευκαιριακή συνεργασία του με τους Τούρκους, καθώς θεωρούσε πολύ πιο σημαντική και άμεση απειλή τους Βούλγαρους.
Κατάφερε να μεταστρέψει επίσης πολλούς ελληνόφωνους προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον ελληνισμό όπως για παράδειγμα τον καπετάν Κώττα, για τον θάνατο του οποίου μάλιστα θεωρήθηκε υπεύθυνος αργότερα, χωρίς όμως να υπάρξουν αποδείξεις.
Το 1908 και με το τέλος ουσιαστικά του Μακεδονικού Αγώνα, η οθωμανική κυβέρνηση απαίτησε και τελικά πέτυχε την απομάκρυνσή του από την Μακεδονία, οπότε τοποθετήθηκε σαν Μητροπολίτης στην Αμάσεια του Πόντου.
Και από τη νέα του θέση ο Καραβαγγέλης ανέπτυξε έντονη δράση ιδρύοντας σχολεία αλλά και ένοπλες ομάδες για την προστασία του ποντιακού πληθυσμού, ενώ εργάστηκε για μια Ανεξάρτητη Δημοκρατία του Πόντου με τη συμμετοχή και των Αρμενίων.
Φυσικά η δράση του δεν θα έμενε ατιμώρητη από τους Τούρκους, οι οποίοι αρχικά (1917) τον καταδίκασαν σε φυλάκιση μερικών ημερών, ενώ το 1922 ερήμην σε θάνατο καθώς έλειπε εκείνο το διάστημα στη Ρουμανία, οπότε κατάφερε να διαφύγει επιστρέφοντας κατευθείαν στην Αθήνα.
Στη συνέχεια διορίσθηκε Μητροπολίτης στα Ιωάννινα, όπου συνέχισε το έργο της περίθαλψης των προσφύγων και των αδυνάτων.
Εσωτερικές (πολιτικές) όμως αντιπαλότητες τελικά τον οδήγησαν μόλις μετά από ένα χρόνο (1924) στην Βιέννη σαν έξαρχο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπου και πέθανε πάμφτωχος το 1935.
Γεγονός είναι ότι οι συνειδήσεις των πληθυσμιακών ομάδων στην Μακεδονία στις αρχές του 20ου αιώνα είχαν περισσότερο θρησκευτικό παρά εθνικό προσανατολισμό, άλλωστε ούτε η γλώσσα που μιλούσαν σε διάφορες περιοχές ήταν ενδεικτική της εθνικής ταυτότητας των κατοίκων της.
Επιπλέον το γεγονός ότι στην περιοχή υπήρχαν τουλάχιστον τρείς εθνικές ομάδες, δημιουργούσε αρκετούς συνδυασμούς συνεργασιών και αντιπαλοτήτων.
Το αποτέλεσμα είναι οι εκάστοτε συμμαχίες να είναι ευκαιριακές και ρευστές, κάτι που οδηγούσε συχνά σε «παρεξηγήσεις» και αμφιλεγόμενες (ανάλογα με την οπτική γωνία) ενέργειες.
Χαρακτηριστικές είναι δύο φράσεις του:
35. ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΥ
Μετά από ένα μήνα, κατά τη δεύτερη επίθεση κατά των Ιωαννίνων, δύο ευζωνικά τάγματα από τα οποία το ένα του Βελισσαρίου, απέκοψαν την επικοινωνία των οχυρωμένων στο Μπιζάνι Τούρκων με τη διοίκησή τους στην πόλη, προκαλώντας πανικό στις γραμμές τους.
Το ίδιο βράδυ, ο επίσκοπος Δωδώνης με δύο Τούρκους αξιωματικούς, έφεραν προς τους Έλληνες επιστολή παράδοσης.
«Ήταν επόμενο, τέτοιοι ήρωες δεν ζουν πολύ».
«Χαιρετίζω τον Ήρωα των Ηρώων».
36. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΘΕΟΔΩΡΗ
«Αν θέλετε να μπείτε στον κόπο να μου εξηγήσετε ακόμα και τους κανονικούς μετασχηματισμούς θα βρείτε έναν ευγνώμονα και ευσυνείδητο ακροατή. Αν όμως λύσετε και το πρόβλημα των κλειστών γραμμών του χρόνου, θα σταθώ μπροστά σας με σταυρωμένα χέρια. Πίσω από αυτό υπάρχει κρυμμένο κάτι που είναι αντάξιο του ιδρώτα των καλυτέρων».
37. ΝΙΚΟΣ ΚΑΠΕΤΑΝΙΔΗΣ
Τα δικαστήρια αυτά στήθηκαν από τους εθνικιστές Τούρκους, με αποκλειστικό σκοπό την καταδίκη σε θάνατο όλων όσων αγωνίζονταν για την Ανεξαρτησία του Πόντου.
Η προσφορά του Νίκου Καπετανίδη στην Ποντιακή Ιδέα ήταν τεράστια.
Η γραφίδα του εμψύχωνε τον Ελληνισμό του Πόντου, ενώ η θαρραλέα διακήρυξη των πιστεύω του τον οδήγησε στην κρεμάλα.
Αγωνίστηκε σκληρά στη σύντομη ζωή του και με πολύ θάρρος για τα Εθνικά ιδανικά και κυρίως για τα δίκαια του Ποντιακού Ελληνισμού, τα οποία έβλεπε καθημερινά να ποδοπατούνται βάναυσα από τους Τούρκους, αλλά και από τους συμμάχους της Ελλάδας.
Στα κύρια άρθρα της Εφημερίδας του που εξέδιδε στην Τραπεζούντα και τα οποία υπέγραφε με το όνομα του, χτυπούσε συστηματικά τις δολοφονίες και λεηλασίες που έκαναν οι Τούρκοι.
Έγραψε στον Φίλωνα Κτενίδη (δημοσιογράφο, γιατρό και φίλο του, που πολεμούσε σαν εθελοντής στον Ελληνικό Στρατό), το 1921:
«…Νιώθω πως εσύ στο μέτωπο διατρέχεις λιγότερους κινδύνους από εμένα. Να ξέρεις πως δεν στέκεται γερά το κεφάλι στους ώμους μου.
Μα αυτό δεν σημαίνει τίποτα … κοιτάχτε να κάνετε καλά την δουλειά σας και δεν πειράζει αν λείψουν και μερικά κεφάλια... σαν το δικό μου.
Χαλάλι για την ελευθερία της πατρίδας..»
Τον Σεπτέμβριο του 1921 ο Νίκος Καπετανίδης συνελήφθη από τους Τούρκους, γιατί μετά από έρευνα στο σπίτι του βρέθηκε μια επιστολή του Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη, του μεγάλου πατριώτη από την Τραπεζούντα και σημαντικού εμπόρου στη Μασσαλία, που αγωνίζοταν να ενώσει τους Ελληνοπόντιους στον αγώνα για έναν ανεξάρτητο Πόντο.
Ο Καπετανίδης κατηγορήθηκε μαζί με άλλους Ελληνοποντίους πατριώτες, ότι αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία του Πόντου.
Όλοι τους οδηγήθηκαν στο δικαστήριο της Αμάσειας, όπου ο Καπετανίδης για άλλη μια φορά έδειξε τη γενναιότητα της ψυχής του.
Όταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου του απηύθυνε την κατηγορία ότι αγωνιζόταν για την ανεξαρτησία του Πόντου, ο Καπετανίδης σηκώθηκε και συμπλήρωσε:
«Όχι μόνον για την ανεξαρτησία, αλλά και για την ένωση του με την Ελλάδα»
Την επόμενη οδηγήθηκε στην αγχόνη και η τελευταία του φράση ήταν: «Ζήτω η Ελλάς».
ΥΓ. Τον Μάρτιο του 2022, η 21η Σεπτεμβρίου ανακηρύχθηκε "Ημέρα μνήμης για τον Νίκο Καπετανίδη" από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Συντακτών (ΠΟΕΣΥ).
Γεννήθηκε στο Μεσολόγγι το 1882 και φοίτησε στην ιστορική Στρατιωτική Σχολή της Μόντενα, στην Ιταλία.
Κατά τον Α’ ΠΠ, συμμετείχε σαν διοικητής τάγματος στη μάχη για την κατάληψη της οχυρής τοποθεσίας του Σκρά.
Στην Μικρασιατική Εκστρατεία ο αντισυνταγματάρχης πλέον Τσάκαλος ήταν και πάλι από τους πρώτους διοικητές που εισήλθαν στον πόλεμο, σαν αρχηγός Συντάγματος Πεζικού που αποβιβάστηκε στην Σμύρνη στις 2 Μαΐου 1919.
Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 απομακρύνθηκε από τη Μ. Ασία και τέθηκε σε κατάσταση “αναμονής” στο εσωτερικό, μετά όμως την αποτυχία των επιχειρήσεων στο Σαγγάριο επανήλθε στην Μ. Ασία
Κατά την διάρκεια της τουρκικής επίθεσης τον Αύγουστο του 1922, το Σύνταγμα Πεζικού του συνταγματάρχη τώρα Τσάκαλου ανέπτυξε εξαιρετική δράση κάτω από αντίξοες συνθήκες.
Με την έναρξη της ελληνικής υποχώρησης, το Σύνταγμα του Τσάκαλου διατηρώντας πλήρως το ηθικό και την συνοχή του, ανέλαβε μερικά από τα πιο δύσκολα καθήκοντα, προσφέροντας κάλυψη στα τμήματα που υποχωρούσαν.
Η ύστατη δοκιμασία για τον Τσάκαλο και το Σύνταγμά του ήρθε την επόμενη μέρα, τη 17η Αυγούστου 1922 κατά την μάχη του Αλή Βεράν.
Στην κοιλάδα αυτή, που οι στρατιώτες ονόμασαν “Κοιλάδα Θανάτου”, στριμώχθηκαν και σχεδόν περικυκλώθηκαν 20.000 έως 25.000 άνδρες των πέντε μεραρχιών που αποτελούσαν την Ομάδα Ν. Τρικούπη.
Η μεραρχία στην οποία ανήκε ο Τσάκαλος ήταν μια από αυτές.
Ο Συνταγματάρχης Τσάκαλος βρισκόταν και πάλι στη πρώτη γραμμή, περιφερόμενος έφιππος και εμψυχώνοντας τους άνδρες του, ώσπου ένα θραύσμα τουρκικού βλήματος τον τραυμάτισε βαριά.
Ο Τσάκαλος, αν και ήξερε ότι το τέλος του ήταν πολύ κοντά, ρωτούσε για την έκβαση της μάχης.
Του απάντησαν ότι η μάχη κερδίζεται και αυτός αποκρίθηκε “Πεθαίνω ευχαριστημένος…“, αφήνοντας την τελευταία πνοή του λίγο αργότερα.
Χάρη στην σκληρή αντίσταση του Συντάγματος του συνταγματάρχη Κωνσταντίνου Τσάκαλου καθώς και ορισμένων άλλων μονάδων εκείνη την ημέρα και μέχρι να νυχτώσει, έγινε δυνατή η διαφυγή μέσα στο σκοτάδι χιλιάδων ανδρών της Ομάδας Τρικούπη, που γλύτωσαν την αιχμαλωσία ή τον θάνατο.
39. ΔΥΟ ΗΡΩΕΣ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ (A. K. JENNINGS, Ι. ΘΕΟΦΑΝΙΔΗΣ).
*Σε άλλους τόσους οι Τούρκοι δεν επέτρεψαν να επιβιβαστούν, με το πρόσχημα ότι ήταν στρατεύσιμοι.
Η μικρή και γενικά άγνωστη αυτή ιστορία έχει ως ακολούθως (βασισμένη σε άρθρο του Militaire, 3/9/2023).
"Ο πάστορας Asa Jennings από το αμερικανικό YMCA, υπό το κράτος της απελπισίας από τις σφαγές και της πυρκαγιάς και μετά από έγκριση του Αμερικανού αρμοστού στην Κωνσταντινούπολη υποναύαρχου Bristol (ιδιαίτερα φιλικά προσκείμενου προς τον Κεμάλ), αφού κατόρθωσε να συναντήσει τον ίδιο τον Κεμάλ, του ζήτησε να του δοθεί η δυνατότητα να βρει τρόπο να αναχωρήσουν οι Έλληνες από τη Σμύρνη με πλοία και αν το επιτύχει, να σταματήσουν οι σφαγές.
Ο Κεμάλ συμφώνησε, με την προϋπόθεση ότι αυτό θα υλοποιούνταν άμεσα, συγκεκριμένα σε διάστημα μίας εβδομάδας.
Μια δεύτερη προϋπόθεση ήταν ότι, αν η μεταφορά γινόταν με ελληνικά εμπορικά, τα τελευταία αυτά θα εισέρχονταν στον Κόλπο της Σμύρνης χωρίς σημαίες, και ότι δεν θα επιβιβάζονταν άνδρες σε ηλικία στρατεύσεως.
Εάν όμως η προσπάθεια του πάστορα να διασφαλίσει εντός επτά ημερών τα συμφωνηθέντα αποτύγχανε, η σφαγή θα συνεχιζόταν μέχρι του τελευταίου νηπίου.
Για να φέρει εις πέρας το εγχείρημα που είχε αναλάβει, ο πάστορας ναύλωσε (ουσιαστικά δωροδόκησε) το ιταλικό εμπορικό με το όνομα «Κωνσταντινούπολις», που βρήκε στη Σμύρνη.
Επιβίβασε δύο χιλιάδες εξαθλιωμένους Ελληνες και τους αποβίβασε στη Μυτιλήνη.
Αποβιβαζόμενος δε στη Μυτιλήνη, συνάντησε τον ανώτερο στρατιωτικό διοικητή στρατηγό Φράγκο, ο οποίος, όμως, του αρνήθηκε τη διάθεση πλοίων.
Απελπισμένος από τη συνάντηση αυτή, ο Asa Jennings αντελήφθη ότι στο λιμένα πλησίαζε ένα θωρηκτό – το οποίο μετά από λίγο και αγκυροβόλησε: ήταν το «Κιλκίς». Διαπιστώνοντας δε ότι ήταν ελληνικό, ο πάστορας προσέτρεξε προς αυτό, με την ελπίδα κάποιος να τον ακούσει.
Και αφού επιβιβάσθηκε, ζήτησε να τον δεχτεί ο κυβερνήτης.
Ηταν η 10η/23η Σεπτεμβρίου (παλαιό/νέο ημερολόγιο), πρωί.
Ο πλοίαρχος Ι. Ε. Θεοφανίδης τον δεχθηκε αμέσως.
Ο πάστορας τον ενημέρωσε επί της καταστάσεως στη Σμύρνη και του υπέβαλε την πρότασή του, ενημερώνοντάς τον συγχρόνως για τη συμφωνία του με τον Κεμάλ.
Κατόπιν δε αυτού, ο κυβερνήτης επικοινώνησε διά σήματος με τον υπουργό των Ναυτικών και τον πρωθυπουργό Νικόλαο Τριανταφυλλάκο και ζήτησε την έγκρισή τους.
Ακολούθησαν άλλα δύο σήματα.
Μετά την αποστολή του τελευταίου σήματος, αργά το βράδυ της αυτής ημέρας, η κυβέρνηση απήντησε θετικά, αποδεχόμενη την πρόταση.
(Σημ. γράφοντος: Στην τελική θετική απάντηση καθοριστικό ρόλο έπαιξε ο "εκβιασμός" εκ μέρους του Jennings ότι θα έστελνε μη κωδικοποιημένο τηλεγράφημα προς πάσα κατεύθυνση, με το οποίο θα εξέθετε παγκοσμίως την ελληνική κυβέρνηση για τη στάση της).
Αφού τελικά έλαβε την έγγραφη έγκριση της κυβερνήσεως, ο κυβερνήτης του θωρηκτού διέταξε τους πλοιάρχους των εκεί αγκυροβολημένων εμπορικών (σημ. γράφοντος: που είχαν μεταφέρει τις προηγούμενες ημέρες από τη Σμύρνη ότι είχε απομείνει από τον ελληνικό στρατό), να προσέλθουν στο «Κιλκίς».
Ορισμένοι καπεταναίοι αρνήθηκαν να εκτελέσουν την εντολή, προφασιζόμενοι βλάβες.
Τότε όμως ο πλοίαρχος Ι. Ε. Θεοφανίδης τους είπε χωρίς περιστροφές ότι θα τους περάσει ναυτοδικείο επί τόπου. Και κατόπιν αυτού πάσα αντίρρηση έπαυσε.
Με το πρώτο φως της ημέρας τα 26 ατμόπλοια, με επικεφαλής τον πάστορα Jennings στο πρώτο εμπορικό πλοίο και το ελληνικό θωρηκτό ως προστασία, ξεκίνησαν μαζί για τη διάσωση των εναπομενόντων ζωντανών Ιώνων της Σμύρνης…"
Τα πλοία αυτά αυξήθηκαν αργότερα σε 55 (είχε αλλάξει στο μεταξύ η ελληνική κυβέρνηση καθώς και η στάση της) και με αυτά διασώθηκαν συνολικά πάνω από μισό εκατομμύριο Έλληνας από τα παράλια της Μικράς Ασίας.
Ο Asa Jennings τιμήθηκε με τα ανώτατα παράσημα του ελληνικού κράτους και του ελληνικού στρατού.
Ο ίδιος, μετά από σοβαρή αρρώστεια που είχε περάσει στα είκοσί του χρόνια, είχε παραμορφωμένη σπονδυλική στήλη που του περιόριζε το ύψος στα 160εκ και του πρόσθετε καμπούρα. Είχε όμως ψυχή γίγαντα...
ΥΓ1. Ο Γενικός Πρόξενος της Σμύρνης George Horton, χαρακτήρισε τον Jennings "ως τον σπουδαιότερο ήρωα εν μέσω της καταστροφής" που "έσωσε τις περισσότερες ζωές, επέδειξε τον μεγαλύτερο ηρωισμό και εργάστηκε σκληρότερα από οποιονδήποτε άλλον".
ΥΓ2. Τη δεκαετία του 2010, με πρωτοβουλία του εγγονού του Ιωάννη Θεοφανίδη, Ιωάννη (Ντάνυ) Θεοφανίδη (ναύαρχος ε.α.), έγινε στην Αθήνα συνάντηση με τον επίσης εγγονό του Asa Jennings, Robert.
40. ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΑΛΙΚΗ
41. ΜΑΡΔΟΧΑΙΟΣ ΦΡΙΖΗΣ
42. ΥΨΩΜΑ 731 (το Ύψωμα που έχασε 5 μέτρα σε 2 ημέρες)
Οι απώλειες του λόφου 731, τις πρώτες 3 ημέρες που έγινε η κύρια επίθεση, ήταν 1.000 νεκροί και 3.000 τραυματίες Ιταλοί, ενώ οι Έλληνες είχαν 145 νεκρούς και 400 τραυματίες.
43. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΕΡΙΚΚΟΣ
Παρακάτω, επιστολή του Περίκκου στον γιό του, στο διάστημα που ήταν μελλοθάνατος:
44. Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ ΤΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ ΤΟΥ ΑΣΩΠΟΥ
45. ΟΙ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΙ ΚΟΜΑΝΤΟ
Η επίθεση έγινε στα πλαίσια της επιχείρησης «Animals» των Συμμάχων που αποσκοπούσε στην παραπλάνηση του Άξονα ως προς το σημείο της κύριας απόβασης των συμμαχικών δυνάμεων στη Νότια Ευρώπη, αλλά και την παρεμπόδιση της αποστολής ενισχύσεων στην Ιταλία.
Για την αντιμετώπισή της, μια δύναμη 450 ανδρών του ΕΔΕΣ με αρχηγό τον οπλαρχηγό και γιατρό Στυλιανό Χούτα, κατόπιν διαταγής του Συμμαχικού Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής τοποθετήθηκε στο βόρειο τμήμα της στενή διάβαση του Μακρυνόρους, στη μέση περίπου της διαδρομής Αμφιλοχίας – Άρτας.
Οι εχθρικές απώλειες έφθασαν τους 100 νεκρούς και τραυματίες, 2 άρματα και 9 οχήματα, ενώ οι ελληνικές απώλειες ήταν μόνο 5 νεκροί και 37 τραυματίες.
Η μάχη σταμάτησε μόνον μετά από ειδοποίηση του Συμμαχικού Στρατηγείου ότι η απόβαση στη Σικελία είχε πετύχει.
Αν και η μάχη του Μακρυνόρους που καθυστέρησε τους Ιταλούς κατά 17 ημέρες για να φθάσουν στην Άρτα ήταν μια από τις πλέον επιτυχείς αντάρτικες επεμβάσεις στην κατεχόμενη Ελλάδα, δεν έχει προβληθεί ιδιαίτερα κυρίως επειδή δόθηκε χωρίς τη συμμετοχή του ΕΛΑΣ.
Προς τιμήν του Γεωργίου Ιβάνοφ το κλειστό γυμναστήριο του Ηρακλή Θεσσαλονίκης, ονομάστηκε «Ιβανώφειο», ενώ στον περιβάλλοντα χώρο του υπάρχει η προτομή του. Έχει τιμηθεί με παράσημα και πολεμικές διακρίσεις από την Ελλάδα, την Πολωνία και τη Μεγάλη Βρετανία, ενώ το πολωνικό φιλμ του 1972 με τίτλο «Agent #1» αφηγείται τη δράση του.
Οι καπετάνιοι που συνήθως ήταν και ιδιοκτήτες τους, ήταν φτωχοί ψαράδες και ναυτικοί που αψηφώντας τους κινδύνους πήραν μέρος σε μυστικές αποστολές και μετέφεραν με τα καΐκια και τις βάρκες τους δεκάδες πατριώτες και στρατιωτικούς Έλληνες και συμμάχους στις τουρκικές ακτές, προκειμένου να συνεχίσουν τον αγώνα για την ελευθερία. Το ενδιαφέρον είναι ότι τα περισσότερα ταξίδια γίνονταν με κανονικά χαρτιά που εξέδιδαν οι ίδιοι οι Γερμανοί, δηλαδή κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη τους.
Το συνηθισμένο δρομολόγιο ήταν από τη Ραφήνα στο Τσεσμέ στα Μικρασιατικά παράλια απέναντι από τη Χίο, αλλά υπήρχαν αναχωρήσεις και από Πειραιά και Λαύριο με συχνούς προορισμούς τη Σάμο, την Ικαρία και τη Χίο, απ’ όπου με άλλα καΐκια οι φυγάδες πέρναγαν απέναντι, αλλά γίνονταν και «δρομολόγια» κατ’ ευθείαν για την Αλεξάνδρεια.
Το «Παναγία» ήταν του Ικαριώτη καπετάνιου Σταμάτη Τρατρά (ή Τσατρά), ο οποίος μέσα στον Ιούνιο του 1941 έκανε δυο από τα πρώτα δρομολόγια, συγκεκριμένα στο Τσεσμέ, βοηθώντας τη διαφυγή Ελλήνων αξιωματικών και σημαντικών πολιτικών προσώπων. Συνολικά έκανε 19 διαδρομές μέχρι τη σύλληψή του από τους Γερμανούς μετά από προδοσία, τον άγριο βασανισμό του και την εκτέλεσή του τον Μάιο του 1943.
Το «Αγία Παρασκευή» με καπετάνιο τον Κώστα Γιαγκουδάκη έκανε 17 δρομολόγια με προορισμούς κυρίως τη Σάμο, τη Χίο και την Ικαρία, μέχρι τη σύλληψή του από τος Γερμανούς και την εκτέλεσή του τον Ιούνιο του 1942.
Το «Αγία Κυριακή» του τραγουδιού, ανήκε στον Καρυστινό καπετάνιο Καδή. Το σκάφος πραγματοποίησε αρκετές αποστολές κυρίως το καλοκαίρι του 1941. Δυστυχώς αυτό το καΐκι μετά την Κατοχή αφέθηκε στη μοίρα του και σάπισε σε κάποια ακτή, ενώ ανακατασκευασμένο θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στα πλοία- εκθέματα στο Φαληρικό Δέλτα.
Σημαντική δράση ανέπτυξε ο και ο καπετάν Κώστας Μεγαλοοικονόμος από την Ικαρία με το καΐκι του «Ειρήνη», με το οποίο πραγματοποίησε αλλεπάλληλες αποστολές διαφυγής, αλλά παράλληλα «κούρσευε» και επιταγμένα καΐκια μοιράζοντας δωρεάν τα φορτία στον πεινασμένο λαό.
Μετά την απελευθέρωση όμως καταδόθηκε σαν κομμουνιστής και εξορίστηκε σε Μακρόνησο και Αϊ Στράτη. Το 1955 βρισκόμενος στην Ικαρία, παίρνει στο καΐκι του 5 καταζητούμενους αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού και 3 εξόριστους που κρύβονταν εκεί καθώς και την κόρη του, και πηγαίνουν στη Ρουμανία, όπου και έζησε μέχρι το 1976 που πέθανε.
Μια ειδική περίπτωση ήταν η «Ευαγγελίστρια» του Σαμιώτη Μιλτιάδη Χούμα, ο οποίος όταν κάποια στιγμή βρέθηκε στη Λεμεσό εντάχθηκε σε μυστική οργάνωση των Βρετανών με σκοπό τη φυγάδευση Βρετανών στρατιωτών που είχαν αποκλειστεί στην ηπειρωτική Ελλάδα. Μετά από απαραίτητες μετατροπές και βελτιώσεις που έγιναν στο καΐκι του, ο καπετάν Χούμας κατάφερε να διασώσει 48 Βρετανούς αλλά και 100 Ιταλούς μετά τη συνθηκολόγηση της χώρας τους. Οι Γερμανοί τον συνέλαβαν τρεις φορές αλλά κατάφερε να γλυτώσει. Μια χαρακτηριστική αποστολή του Χούμα ήταν η φυγάδευση από την Κεφαλλονιά στη Σμύρνη του Βρετανού John Capes, μοναδικού διασωθέντα από τη βύθιση του βρετανικού υποβρυχίου "Περσέας" από νάρκη, στο ναυάγιο του οποίου χάθηκε και ο Έλληνας υποπλοίαρχος Νικόλαος Μέρλιν.
Μια άλλη ιδιαίτερη περίπτωση ήταν του Κρητικού Ιωάννη Γραμματικάκη ή «Χάρη», ο οποίος αν και όχι ο ίδιος ιδιοκτήτης καϊκιού, οργάνωσε με μυστικότητα τη φυγάδευση εκατοντάδων Ελλήνων και Βρετανών στη Μέση Ανατολή, αλλά και συμπατριωτών του από την Αττική στην Κρήτη. Για τις ανάγκες της μεταφοράς τους, είχε στρατολογήσει ιδιοκτήτες καϊκιών από την Πάρο και είχε δημιουργήσει καταφύγια στην Αντίπαρο με την συνεργασία των ντόπιων.
Ο Παναγιώτης Λίβας, παλιός φίλος του πριν από τον πόλεμο, του παραχώρησε το καΐκι «Βενετία» για τη μυστική διαφυγή των Κρητών. Η πρώτη διαδρομή έγινε τον Αύγουστο του 1941, οπότε ο Γραμματικάκης με την πρόφαση της μεταφοράς φρούτων, μετέφερε 120 Κρητικούς στην Αντίπαρο. Στη συνέχεια, εξασφαλίζοντας άδεια από τον τοπικό Ιταλό διοικητή, τους μετέφερε από την Αντίπαρο στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης.
Όταν κάποια στιγμή το «Βενετία» επιτάχθηκε από τις κατοχικές αρχές, ο «Χάρης» έπεισε Κρητικούς και Παριανούς φίλους του να διαθέσουν τα καΐκια τους, με αποτέλεσμα να μεταφερθούν από τις ακτές της Αττικής μέσω Αντιπάρου στην Κρήτη 2500 εγκλωβισμένοι συμπατριώτες του.
Αξίζει επίσης να γίνει αναφορά στη «μικρή Δουνκέρκη» που διαδραματίσθηκε τον Απρίλιο του 1941, καθώς πολεμικά σκάφη του Βρετανικού Στόλου και επιταγμένα μεταγωγικά πέτυχαν έναν άθλο, αφού κατόρθωσαν να διασώσουν από τα λιμάνια και τις ακτές της ηπειρωτικής Ελλάδας την πλειοψηφία του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος. Επιχειρώντας κάτω από την απόλυτη υπεροχή της Luftwaffe, τα βρετανικά πλοία πραγματοποίησαν αλλεπάλληλες διαδρομές απεγκλωβίζοντας στρατεύματα τα οποία στη συνέχεια μετέφεραν στην Κρήτη και στην Αλεξάνδρεια. Χαρακτηριστικό των δυσκολιών που αντιμετώπισαν στις αποστολές εκκένωσης ήταν το ότι από τους 50700 συνολικά στρατιωτικούς που διασώθηκαν, μόνο οι 14000 επιβιβάστηκαν από αποβάθρες ή άλλες λιμενικές εγκαταστάσεις. Οι υπόλοιποι διέφυγαν τις νυκτερινές ώρες, από παραλίες και αιγιαλούς, χρησιμοποιώντας αποβατικές ακάτους, βάρκες και μικρά καΐκια.
49.
ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ (PETE
DEMAS).
Ο Επαμεινώνδας Δημόπουλος γεννήθηκε το 1905 στον σημερινό Φενεό της Κορινθίας.
Δέκα χρόνων έφυγε για τις ΗΠΑ όπου ζούσαν ήδη τα μεγαλύτερα αδέλφια του, και άλλαξε το όνομά του σε Pete Demas.
Γύρω στα είκοσί του χρόνια έτυχε να γνωρίσει τον κατοπινό ναύαρχο και διάσημο εξερευνητή Richard Byrd, και το 1926 τον συνόδευσε σε μία 16-ωρη πτήση γύρω από την Σπιτσβέργη (ανατολικά της Γροιλανδίας) στην Αρκτική.
Καθώς σπούδασε μηχανικός αεροσκαφών, το 1927 είχε την ευκαιρία να εργαστεί στο αεροσκάφος του Charles Lindbergh πριν την ιστορική του πτήση του προς το Παρίσι.
Το 1928-1930 συνόδευσε τον Byrd στην πρώτη εξερεύνησή του στην Ανταρκτική, σαν ειδικός μηχανολογικού εξοπλισμού. Το 1930 άφησε μια ελληνική σημαία στον Νότιο Πόλο, ενώ μια ίδια σημαία έστειλε στην ελληνική κυβέρνηση, που σήμερα φυλάσσεται στο Ναυτικό Μουσείο Πειραιά.
Η επόμενη (δεύτερη) αποστολή στην Ανταρκτική με τον Byrd ήταν το 1934, και για να συμμετέχει χρειάστηκε να διακόψει τις σπουδές του στο ΜΙΤ όπου σπούδαζε αεροναυπηγική.
Στην αποστολή αυτή έσωσε την ζωή του Byrd, όταν ο τελευταίος μόνος του σε μια απομακρυσμένη βάση κινδύνευσε από δηλητηρίαση εξαιτίας αναθυμιάσεων σόμπας, αλλά ο Δήμας με μερικούς άλλους το κατάλαβαν και έφθασαν έγκαιρα.
Οι συνθήκες στη δεύτερη αποστολή ήταν ιδιαίτερα δύσκολες, και ο Δήμας χρειάστηκε να εργαστεί στον εξοπλισμό μερικές φορές με γυμνά χέρια, παθαίνοντας εγκαύματα από το ψυχρό μέταλλο.
Ο Byrd πάντως δεν ήταν καθόλου φειδωλός σε δημόσιες εκφράσεις εκτίμησης και ευγνωμοσύνης προς τον Δήμα.
Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ, ο Δήμας συνέχισε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Ν. Υόρκης απ’ όπου πήρε πτυχίο μηχανικού αεροσκαφών.
Στη συνέχεια μετακόμισε στην Καλιφόρνια, όπου εργάστηκε για μεγάλο διάστημα στις εταιρείες αεροσκαφών Douglas και Lockheed. Πέθανε στο Λος Άντζελες το 1979.
Δύο περιοχές στην Ανταρκτική ονοματίσθηκαν προς τιμή του, η οροσειρά Demas Range στην βόρεια ακτή και η παγετώδης απόληξη Demas Ice Tongue στη δυτική ακτή της.
Το 1982, η πλούσια φωτογραφική και κινηματογραφική προσωπική συλλογή του Δήμα από τις αποστολές που έλαβε μέρος, δωρίσθηκε στο Ναυτικό Μουσείο Πειραιά.
50. ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΚΛΗΤΗΡΑΣ.
![]() |
Εφαρμογή ανάλυσης πεπερασμένων στοιχείων σε έμβολο μηχανής |
O Ιωάννης Αργύρης γεννήθηκε το 1913 στον Βόλο, και ήταν ανηψιός από την πλευρά της μητέρας του, του διάσημου μαθηματικού Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή.
52. ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΥΚΟΥΔΗΣ
53. ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Φυσικά κάθε άλλο παρά είναι άγνωστος στην ελληνική πολιτική ιστορία, αλλά η συμβολή του στην ανόρθωση της οικονομίας της δεκαετίας του 1950 με τολμηρές και ουσιαστικές αποφάσεις, τονίζει τη διαφορά με τις αποφάσεις της πρόσφατης πολιτικής ιστορίας που συνήθως λαμβάνονται με κύριο γνώμονα το πολιτικό κόστος.
Καθώς μετά τον Εμφύλιο η εμπλοκή του Αμερικανικού παράγοντα στην διαχείριση της οικονομίας της Ελλάδος ήταν έντονη (όχι πάντα σε βάρος του ελληνικού λαού), ο Μαρκεζίνης σαν υπουργός συντονισμού στην κυβέρνηση Παπάγου, κατόρθωνε να συνεννοείται μαζί τους, έχοντας ρεαλιστικές θέσεις και εξασφαλίζοντας για την ελληνική κυβέρνηση ανεξαρτησία δράσης.
Εξαιτίας του πολιτικού κλίματος της εποχής, η δράση του Μπικάκη όπως και πολλών άλλων ηρωϊκών περιπτώσεων της μάχης της Κύπρου έμειναν χωρίς επίσημη αναγνώριση, παρόλη την πρόταση του Διοικητή του για άμεση απονομή του «Χρυσού Αριστείου Ανδρείας».
Μόλις πολύ πρόσφατα, τον Ιανουάριο του 2015, ο Υπουργός Άμυνας Π. Καμμένος μαζί με ανώτατους στρατιωτικούς κατέθεσε στεφάνι στον τάφο του Μπικάκη στην ιδιαίτερη πατρίδα του, αναγνωρίζοντας την καθυστέρηση της πολιτείας να τιμήσει έναν «σύγχρονο ήρωα», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου