Δευτέρα 9 Ιουλίου 2018

Ξεχασμένοι και παρεξηγημένοι της Ελληνικής Ιστορίας (1-54)

Για να μην .... παρεξηγηθεί και ο πιο πάνω τίτλος, επισημαίνεται ότι οι «ξεχασμένοι και παρεξηγημένοι» είναι γνωστά λίγο πολύ πρόσωπα ή και γεγονότα της Ελληνικής Ιστορίας, που όμως ο ρόλος τους ήταν σημαντικότερος απ’ ότι συνήθως μάθαμε ή γνωρίζουμε, ή απλά επισκιάστηκαν από άλλα σημαντικότερα πρόσωπα ή γεγονότα!
Φυσικά και υπάρχουν πολύ περισσότερα ιστορικά πρόσωπα ή γεγονότα από αυτά που παρουσιάζονται εδώ και που θα άξιζε να συμπεριληφθούν σ’ αυτή τη λίστα, o σκοπός της όμως δεν είναι να καταγράψει όλες τις περιπτώσεις, αλλά δειγματοληπτικά και περιληπτικά να επισημάνει ότι μερικές φορές υπάρχει και μια άλλη διάσταση στην Ιστορία, που παραμένει παραγνωρισμένη ή υποβαθμισμένη. 

Παρατήρηση: Αν και η λίστα ξεκίνησε με περίπου χρονολογική σειρά, στη συνέχεια έγιναν προσθήκες που δεν τηρούν αυτή τη σειρά. 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:

1. ΕΚΤΟΡΑΣ
2. ΘΕΣΠΙΕΙΣ (ΔΗΜΟΦΙΛΟΣ)
3. ΤΙΜΟΛΕΩΝ Ο ΚΟΡΙΝΘΙΟΣ
4. ΠΥΘΕΑΣ Ο ΜΑΣΣΑΛΙΩΤΗΣ
5. Η ΜΑΧΗ ΣΤΑ «ΚΟΚΚΑΛΙΑ» ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΓΑΛΑΤΩΝ
6. ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ
7. ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ
8. ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ
9. ΒΗΣΣΑΡΙΩΝ Ο ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΙΟΣ
10. MΑΡΙΝΟΣ ΧΑΡΜΠΟΥΡΗΣ
11. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΡΟΥΜΙΔΗΣ 
12. Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΒΙΣΒΙΖΗ
13. ΟΙ MAXΕΣ ΤΟΥ ΝΤΟΛΜΑ ΚΑΙ THΣ ΚΛΕΙΣΟΒΑΣ
14. Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΒΕΡΓΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΡΟΥ
15. ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗΣ ΝΤΑΛΙΑΝΗΣ 
16. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
17. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΟΤΑΓΟΣ
18. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΔΟΥΜΠΑΣ
19. ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΒΑΓΓΕΛΗΣ
20. ΧΑΣΑΝ ΤΑΧΣΙΝ ΠΑΣΑΣ
21. ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΥ
22. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΘΕΟΔΩΡΗ
23. ΝΙΚΟΣ ΚΑΠΕΤΑΝΙΔΗΣ
24. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΑΚΑΛΟΣ
25. ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΑΛΙΚΗ
26. ΜΑΡΔΟΧΑΙΟΣ ΦΡΙΖΗΣ
27. ΥΨΩΜΑ 731 (το Ύψωμα που έχασε 5 μέτρα σε 2 ημέρες)
28. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΕΡΙΚΚΟΣ
29. Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ ΤΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ ΤΟΥ ΑΣΩΠΟΥ
30. OI ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΙ ΚΟΜΑΝΤΟ
31. ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΡΓΥΡΗΣ
32. ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΠΙΚΑΚΗΣ
33. ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΡΚΕΖΙΝΗΣ
34. ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΥΚΟΥΔΗΣ
35. ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
36. ΦΩΚΙΩΝ Ο ΑΘΗΝΑΙΟΣ και ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ Β'
37. Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΑΠΑΣ
38. Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΑΘΩΝΑ
39. ΟΙ ΜΑΧΕΣ ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΝΟΡΟΥΣ  ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΝΙΝΑΣ
40. ΤΡΕΙΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΥΧΟΔΙΩΚΤΕΣ ΤΟΥ  15ου, 16ου ΚΑΙ 17ου ΑΙΩΝΑ
41. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΙΒΑΝΟΦ
42. ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΚΛΗΤΗΡΑΣ
43. ΙΩΑΝΝΗΣ ΘΕΟΦΙΛΟΠΟΥΛΟΣ (ΚΑΡΑΒΟΓΙΑΝΝΟΣ)
44. Ο ΑΘΛΟΣ ΤΟΥ "ΑΡΗ"
45. ΤΟ "ΖΑΛΟΓΓΟ" ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
46. ΟΙ ΠΟΝΤΙΟΙ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΛΟΧΟΥ
47. ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΛΕΣΒΙΟΣ
48. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗΣ ΜΕΡΤΖΕΛΛΟΣ (ΣΟΦΙΚΙΤΗΣ)
49. Ο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΑΓΑΣ (ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΥΡΜΟΥΛΗΣ)
50. ΤΑ ΚΑΙΚΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΥΓΗΣ
51. ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ (PETE DEMAS)

52. Η «ΑΝΘΗ» ΚΑΙ Η ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

53. Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΑΜΠΛΙΑΝΗΣ ΠΟΥ ΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗ...ΒΑΡΓΙΑΝΗ 

54. ΝΙΚΟΛΑΣ ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ


1. ΕΚΤΟΡΑΣ 
Η περικεφαλαία του Έκτορα τρομάζει τον γιό του. Σε αντιδιαστολή, στην εικόνα της εισαγωγής την έχει βγάλει και τον έχει πάρει στην αγκαλιά του.

Ο Έκτορας δεν είναι ακριβώς παρεξηγημένος, αφού αναγνωρίζεται από τον Όμηρο σαν ο γενναιότερος και καλύτερος πολεμιστής των Τρώων, απλά επισκιάζεται πάντα από τον Αχιλλέα.
Αν όμως συγκρίνουμε τους δύο, θα βλέπαμε ότι ο Αχιλλέας θεωρείται ημίθεος και βασικά σ’ αυτό χρωστά την πολεμική του δεινότητα (ο Όμηρος πάντως δεν αναφέρει ότι είναι άτρωτος, αυτό προστέθηκε αργότερα), αλλά συμπεριφέρεται σαν ο «σταρ» των Ελλήνων και νομίζει ότι τα πάντα περιστρέφονται γύρω από τον εγωισμό και το πείσμα του.
Και θα πρέπει να τον χτυπήσει προσωπικά η συμφορά με τον θάνατο του Πάτροκλου για να κινητοποιηθεί (όχι πάντως πριν απαιτήσει από τη...μητέρα του τα καλύτερα όπλα), κινούμενος περισσότερο από δίψα για εκδίκηση παρά για να βοηθήσει τους συμπολεμιστές του.
Το ανθρώπινο πρόσωπό του το δείχνει μόλις την τελευταία στιγμή, στη συνάντησή του με τον Πρίαμο.
Αντίθετα, ο Έκτορας είναι ένας οικογενειάρχης πρίγκηπας - διάδοχος, που σύρθηκε στον πόλεμο για να υπερασπιστεί την πατρίδα του, είναι εξαιρετικά γενναίος χωρίς να έχει θεϊκή καταγωγή, φοβάται εμπρός στο Αχιλλέα αλλά επιλέγει να κάνει το καθήκον του και ο Όμηρος τον βάζει να λέει την φράση που έχει μείνει στην Ιστορία και αποτελεί έμβλημα του Ελληνικού Στρατού: «Εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης».
Αυτό ήταν πολύ μεγάλη κουβέντα, την εποχή μάλιστα που οι πολεμιστές δεν σήκωναν το δόρυ τους αν δεν βεβαιώνονταν με οιωνούς και άλλες μαντείες ότι είχαν την εύνοια των θεών.
Τέλος, είναι πράγματι κρίμα που στα αγγλικά η έκφραση "to hector" έχει αρνητική έννοια και σημαίνει το να εκφοβίζεις κάποιον, με τρόπο που σήμερα ονομάζουμε "μπούλιγκ".

2. ΘΕΣΠΙΕΙΣ (ΔΗΜΟΦΙΛΟΣ)
 
Μνημείο προς τιμή των Θεσπιέων στις Θερμοπύλες

Οι Σπαρτιάτες δικαίως έχουν προκαλέσει τον παγκόσμιο θαυμασμό για τη φιλοπατρία τους και την πολεμική τους δεινότητα που κορυφώθηκε κατά τη μάχη των Θερμοπυλών, επισκίασαν όμως τη αρετή των Θεσπιέων, που είναι τουλάχιστον το ίδιο αξιοθαύμαστη.
Οι Θεσπιείς, με τον αρχηγό τους Δημόφιλο του Διαδρόμου, επέλεξαν να μείνουν με τους Σπαρτιάτες ακόμα και όταν πλέον ήταν φανερό ότι η μόνη δυνατή έκβαση της μάχης θα ήταν ο θάνατός τους, και ότι οι βάρβαροι στο τέλος θα περνούσαν.
Είναι χαρακτηριστική η απάντηση του Δημόφιλου προς τον Λεωνίδα, όταν ο τελευταίος τον προέτρεψε να φύγει με τους οπλίτες του για να σωθούν, όταν πλέον δεν υπήρχε καμία ελπίδα.
«Όχι Λεωνίδα δεν φεύγω, δεν θα σε αφήσω να πάρεις μόνος σου τη δόξα των Θερμοπυλών».
Για σύγκριση και μόνο, αξίζει να αναλογιστούμε ότι οι 700 Θεσπιείς πολεμιστές με τους μαύρους μανδύες και ασπίδες, αντιπροσώπευαν μεγάλο μέρος της στρατιωτικής δύναμης της μικρής τους πόλης* την οποία άφηναν ουσιαστικά ανυπεράσπιστη, ενώ οι 300 Σπαρτιάτες ήταν μόνο μέρος της «ελίτ» σωματοφυλακής του βασιλιά Λεωνίδα (όσοι είχαν ήδη αρσενικό παιδί), της μακρυνής Σπάρτης.
Επιπλέον, οι Θεσπιείς μπορεί να ήταν επαγγελματίες όλων των ειδών, σίγουρα όμως δεν ήταν «επαγγελματίες στρατιώτες» όπως οι Σπαρτιάτες, και δεν θα τους κατηγορούσε κανένας αν γύριζαν στα σπίτια τους, σε αντίθεση φυσικά με τους Σπαρτιάτες για τους οποίους κάτι τέτοιο θα ήταν όνειδος.
Τέλος, δεν είχαν το βάρος ενός χρησμού που έλεγε ότι «ή ο βασιλιάς των Σπαρτιατών θα σκοτωθεί, ή η Ελλάδα θα υποδουλωθεί».
Μετά τη μάχη, οι Έφοροι της Σπάρτης απένειμαν αριστεία ανδρείας στους
Σπαρτάτες Διηνέκη, Αλφειό και Μάρωνα, και στον Θεσπιέα Διθύραμβο γιό του Αρματίδη. 

* Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι στη μάχη των Πλαταιών, ένα χρόνο μετά τη μάχη των Θερμοπυλών, πήραν μέρος και 1800 Θεσπιείς, αλλά γενικά ο Ηρόδοτος θεωρείται ότι δίνει σημαντικά μεγαλύτερους αριθμούς από τους πραγματικούς.

3. ΤΙΜΟΛΕΩΝ Ο ΚΟΡΙΝΘΙΟΣ
 

Ο Τιμολέων κατάγονταν από αριστοκρατική οικογένεια της Κορίνθου, και καθώς ήταν ιδεαλιστής δημοκράτης συμμετείχε σε συνωμοσία εναντίον του αδελφού του που επιδίωξε να γίνει τύραννος της Κορίνθου, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να σκοτωθεί.
Μετά από αυτό ο Τιμολέων αποσύρθηκε από τον δημόσιο βίο, αλλά όταν το 345 πΧ Συρακούσιοι εξόριστοι ζήτησαν τη βοήθεια των Κορινθίων εναντίων των Καρχηδονίων και του τυράννου Διονυσίου Β’, οι Κορίνθιοι έστειλαν τον Τιμολέοντα με μικρή δύναμη στη Σικελία.
Ο Τιμολέων, αποβιβάστηκε στο Ταυρομένιο της Σικελίας ξεγελώντας τον Καρχηδονιακό στόλο, και κερδίζοντας τη συμμαχία του ηγέτη της πόλης.
Στο μεταξύ, στις Συρακούσες η διαμάχη μεταξύ του Διονυσίου και του Ικέτα, τυράννου των Λεοντίνων και συμμάχου των Καρχηδονίων είχε βυθίσει την πόλη στο χάος.
Μέσα σε έναν χρόνο και με ελάχιστες δυνάμεις ο Τιμολέων ελευθέρωσε τις Συρακούσες τόσο από την τυραννία του Διονυσίου Β’ όσο και από την επιβουλή του Ικέτα, εξαναγκάζοντας αυτόν και τους Καρχηδόνιους υποστηρικτές του σε υποχώρηση. 
Ο Διονύσιος Β’ παρέδωσε την ακρόπολη των Συρακουσών με αντάλλαγμα τη μετάβασή του στην Κόρινθο, όπως και έγινε.
Στη συνέχεια ο Τιμολέων κατάφερε να συνασπίσει όσες Ελληνικές πόλεις είχαν απομείνει και μετέφερε τον πόλεμο στα εδάφη της Καρχηδονιακής Σικελίας.
Επίσης έλαβε μέτρα κατά των τυράννων και των δημαγωγών και φρόντισε ώστε με ομαλό τρόπο να αυξηθεί ο τοπικός πληθυσμός, καλώντας πίσω τους εξόριστους και φέρνοντας αποίκους από την μητροπολιτική Ελλάδα.
Το 339 π. Χ οι Καρχηδόνιοι οργάνωσαν μια γιγαντιαία επιχείρηση κατά της δύναμης του Τιμολέοντα.
Παρά την λιποταξία χιλίων μισθοφόρων του, κατάφερε να ανεβάσει το ηθικό των ανδρών του και να επιφέρει συντριπτικό πλήγμα στους Καρχηδόνιους κοντά τον ποταμό Κρίμισσο, το 341 πΧ.
Αφού εξασφάλισε έτσι τη θέση του στη Σικελία, ασχολήθηκε ώστε να  εξουδετερώσει οριστικά τον Ικέτα, πράγμα που πέτυχε. 
Μετά την εξουδετέρωση των τυράννων της Μεσσήνης και της Κατάνης στη Σικελία, έκανε επωφελή για τους Έλληνες ειρήνη με τους Καρχηδόνιους.
Σιγά σιγά αποτραβήχτηκε από τα κοινά, γινόμενος αντικείμενο εκδηλώσεων θαυμασμού και εκτίμησης από τους  Έλληνες της Σικελίας.
Ο Τιμολέων, δικαίως μπορεί να χαρακτηριστεί ο Σωτήρας του Σικελιώτικου Ελληνισμού.
 
4. ΠΥΘΕΑΣ Ο ΜΑΣΣΑΛΙΩΤΗΣ

Άγαλμα του Πυθέα στη Μασσαλία

Ο Πυθέας ο Μασσιαλιώτης, είναι γνωστός για το ταξίδι που πραγματοποίησε στις θάλασσες της βόρειας Ευρώπης.
Το ταξίδι έγινε γύρω στο 325 πΧ σε συνεννόηση με το δήμο της Μασσαλίας, κυρίως για να βρεθούν πηγές δυσεύρετων στην περιοχή της Μεσογείου μετάλλων.
Την εποχή εκείνη, που ο Αλέξανδρος κατακτούσε την Ανατολή, η Μασσαλία καθώς βρίσκονταν σε πιο «ήσυχη» περιοχή, είχε αναδειχτεί σε μεγάλο εμπορικό κέντρο.
Ο Πυθέας, αφού πέρασε τα στενά του σημερινού Γιβραλτάρ, παρέπλευσε την Ισπανία και τη Δυτική Γαλλία και έφθασε στη Μάγχη.
Στη συνέχεια έκανε το γύρο της Αγγλίας, της οποίας καθόρισε χονδρικά το σχήμα και υπολόγισε με σημαντική ακρίβεια την περίμετρο.
Εκεί, μελέτησε και το φαινόμενο της παλίρροιας, την οποία εξήγησε σωστά με την επίδραση της Σελήνης.
Δεν είναι σίγουρο εάν έφθασε μέχρι την Ισλανδία, έφτασε πάντως μέχρι τη Σκανδιναβική χερσόνησο, όπου σ’ εκείνα τα γεωγραφικά πλάτη ανέφερε ότι είδε τον Ήλιο να ανατέλλει αμέσως μετά τη δύση του.
Μετά από θαλάσσιο ταξίδι έξι ημερών έφτασε σ’ έναν τόπο που ονομάζει Θούλη, σε γεωγραφικό πλάτος περίπου 64 μοιρών.
Από εκεί, σε μιας ημέρας ταξίδι βορειότερα ξεκινούσε μια περιοχή όπου η θάλασσα αναμιγνυόταν με τον πάγο τη στεριά και τον αέρα, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, πιθανότατα κοντά στον αρκτικό κύκλο που ήταν και το βορειότερο σημείο του ταξιδιού του.
Πέρα από μεγάλος θαλασσοπόρος, ο Πυθέας ήταν και άριστος αστρονόμος και γεωμέτρης, αφού κατόρθωσε να υπολογίσει με μεγάλη ακρίβεια το γεωγραφικό πλάτος της πατρίδας του Μασσαλίας, χρησιμοποιώντας μόνο τη σκιά του ηλιακού ρολογιού!

5. Η ΜΑΧΗ ΣΤΑ «ΚΟΚΚΑΛΙΑ» ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΓΑΛΑΤΩΝ

 Το μνημείο της νίκης κατά των Γαλατών, κοντά στο Κρίκελλο Ευρυτανίας

Το 279 πΧ, 200.000 περίπου Γαλάτες με επικεφαλής τον Βρέννο, κατεβαίνουν από τη Σερβία προς την Ελλάδα, έχοντας σαν κύριο στόχο τους θησαυρούς του Μαντείου των Δελφών.
Οι Έλληνες συγκεντρώθηκαν στις Θερμοπύλες και παρότι πολύ λιγότεροι, αξιοποιώντας τη διαμόρφωση της περιοχής κατάφεραν να τους σταματήσουν.
Ο Βρέννος τότε, αφήνοντας το μισό περίπου στρατό του εκεί, έστειλε δύο έμπιστούς του με δύναμη 40.000 ανδρών μέσα από τη Θεσσαλία προς τα Αιτωλικά εδάφη, με σκοπό να αναγκάσει τους Αιτωλούς να αφήσουν το στρατόπεδό τους, ενώ ο ίδιος με άλλους τόσους Γαλάτες κινήθηκε μέσα από τα βουνά προς τους Δελφούς.
Όμως, και τα δύο αυτά στρατιωτικά σώματα είχαν πολύ άσχημη κατάληξη.
Αυτό του Βρέννου, συνάντησε στους Δελφούς τους συνασπισμένους Έλληνες αλλά και την οργή του Απόλλωνα που με σεισμούς κατολισθήσεις και κεραυνούς κατατρόμαξε τους Γαλάτες, με αποτέλεσμα να αποδεκατιστούν.
Ένας από τους Φωκείς που φονεύθηκαν στη μάχη, ο νεαρός Αλεξίμαχος, έδειξε τέτοια ανδρεία που αργότερα οι συμπατριώτες του αφιέρωσαν άγαλμά του στους Δελφούς.
Η άλλη ομάδα, που κινήθηκε προς την Αιτωλία, διέπραξε ανήκουστες για τους Έλληνες φρικαλεότητες προς τους άμαχους κατοίκους, με αποτέλεσμα να αγανακτήσουν και να ξεσηκωθούν όλοι οι Αιτωλοί, ακόμα και γέροι και γυναίκες εναντίον τους.
Οι Γαλάτες τελικά αναγκάστηκαν να στραφούν πίσω προς τις Θερμοπύλες, ακολουθούμενοι από τους Αιτωλούς που τους επιτίθεντο συνεχώς και με κάθε ευκαιρία.
Στην Ευρυτανία, κοντά στο σημερινό χωριό Κρίκελλο δόθηκε η αποφασιστική μάχη για τους Γαλάτες, από τους οποίους οι περισσότεροι άφησαν εκεί τα κόκκαλά τους, με αποτέλεσμα η περιοχή να ονομαστεί αργότερα «Κοκκάλια».
Ο Βρέννος μετά την καταστροφή που έπαθαν, ουσιαστικά αυτοκτόνησε με οινοποσία, ενώ τα υπολείμματα των Γαλατών κινήθηκαν προς τη Θράκη και αργότερα τη Μικρά Ασία, όπου και εγκαταστάθηκαν κοντά στην Καππαδοκία.
Μάλιστα, προς τους απογόνους αυτών των Γαλατών, απευθύνεται η επιστολή «προς Γαλάτας» του Αποστόλου Παύλου.
Η νίκη των Ελλήνων εναντίον των Γαλατών είναι ίσως εξίσου σημαντική με του Μαραθώνα και των Δερβενακίων, επειδή οι Γαλάτες ήταν αποφασισμένοι να αποικίσουν την Ελλάδα, καθώς είχαν εκστρατεύσει έχοντας μαζί τις οικογένειες και τις οικοσκευές τους.
Ένας τέτοιος αποικισμός θα είχε αλλοιώσει σημαντικά τον ελληνικό πολιτισμό, κάτι που δεν κατάφερε ακόμα και η Ρωμαϊκή κατοχή, έναν αιώνα αργότερα.

6. ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ
 

Ο Ιουλιανός, ο επονομαζόμενος «παραβάτης», ήταν από τους καλύτερους αυτοκράτορες του Βυζαντίου, και πολύ κοντά στο ιδανικό πρότυπο του αυτοκράτορα -πολεμιστή -φιλόσοφου.
Ο Ιουλιανός μόλις και επέζησε από την εξόντωση της οικογένειάς του από τον θείο του Κωνστάντιο (μαζί με τον αδελφό του Γάλλο, ο τελευταίος όμως όχι για πολύ), και ήταν πολύ αγαπητός από τα στρατεύματα που του ανέθεσε ο θείος του να διοικήσει, επειδή μοιράζονταν με τους στρατιώτες του τους κόπους της εκστρατείας και ζούσε λιτά.
Όταν πέθανε ο Κωνστάντιος, ο Ιουλιανός έγινε για λίγα χρόνια αυτοκράτορας του Βυζαντίου, αλλά σκοτώθηκε κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες σε εκστρατεία κατά των Περσών (ο θάνατός του φέρνει στον νου τον θάνατο του Καραϊσκάκη).
Βαθύς γνώστης και θαυμαστής της ελληνικής φιλοσοφίας αλλά και λιτός από τη φύση του, προσπάθησε να αναβιώσει τη λατρεία του δωδεκάθεου, με μία πολιτική σε λεπτή ισορροπία με τον χριστιανισμό, αλλά πλέον ήταν πολύ αργά για την αρχαία θρησκεία.
Πολλοί σύγχρονοί του τον κατέκριναν επειδή είχε πολύ απλούς τρόπους και δεν κρατούσε «αυτοκρατορική απόσταση» από τους υπηκόους του, αλλά κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει ότι δεν έζησε σύμφωνα με αυτά που πίστευε, και με τις φιλοσοφικές αρχές με τις οποίες ουσιαστικά προσπάθησε να αντικαταστήσει τον χριστιανισμό. 
Όσο για τον γνωστό «τελευταίο χρησμό» του μαντείου των Δελφών, είναι μάλλον μύθευμα καθώς έγινε γνωστός 700 χρόνια μετά τον θάνατό του και αναφέρεται μόνο από έναν Βυζαντινό χρονικογράφο και μοναχό. 

7. ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ
  

Ο Ιωάννης Βατάτζης, γεννημένος στο Διδυμότειχο, δικαιούται και αυτός να συγκαταλέγεται μεταξύ των καλύτερων αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, αν και ουσιαστικά κυβέρνησε μόνο την αυτοκρατορία της Νίκαιας της Βιθυνίας (στη βορειο-δυτική Μ. Ασία), καθώς επί των ημερών του η Κωνσταντινούπολη είχε ήδη αλωθεί ήδη από τους Δυτικούς.
Παρ’ όλα αυτά, με τη στρατιωτική του ικανότητα, τη συνετή πολιτική, την απλότητα, την εργατικότητά καθώς και το ενδιαφέρον του για τους υπηκόους του, στην πάνω από 30 χρόνια βασιλεία του κατόρθωσε να υπερδιπλασιάσει την περιοχή που παρέλαβε, παρά τις ίντριγκες και προδοσίες που είχε παράλληλα να αντιμετωπίσει.
Έτσι κατόρθωσε να προετοιμάσει το έδαφος για την ανακατάληψη, μετά τον θάνατό του, της Κωσταντινούπολης από τους Βυζαντινούς.
Μάλιστα και ο ίδιος είχε πολιορκήσει με σύμμαχους τους Βούλγαρους για κάποιο διάστημα την Κωνσταντινούπολη, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Ο Ιωάννης Βατάτζης με το προσωνύμιο «Ελεήμων» θεωρείται επίσης άγιος, αν και όχι επίσημα, και πολλοί υποστηρίζουν ότι ο θρύλος του «μαρμαρωμένου βασιλιά» αναφέρεται στο πρόσωπό του. 

8. ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ

 
Ο Μανούσος Καλλικράτης ήταν Κρητικός πλοιοκτήτης από τα Σφακιά, που τον Μάρτιο του 1453 επικεφαλής πέντε πλοίων, από τα οποία τα τρία δικά του και με 1000 περίπου Κρητικούς, έσπευσαν στην πολιορκημένη Κωνσταντινούπολη για να τη βοηθήσουν.
Λίγο πριν φθάσουν στον προορισμό τους, πολυάριθμα Τουρκικά καράβια βγήκαν για να τους εμποδίσουν και στην ολοήμερη ναυμαχία που ακολούθησε δύο Κρητικά καράβια βυθίστηκαν, το ένα του Καλλικράτη, ενώ τρία κατάφεραν να περάσουν.
Οι 400 περίπου Κρητικοί που κατάφεραν να φθάσουν τελικά στην Πόλη ετοιμοπόλεμοι, επάνδρωσαν τρείς από τους 112 πύργους της Κωνσταντινούπολης, τους οποίους υπερασπίστηκαν με πείσμα και ηρωισμό και συνέχιζαν να υπερασπίζονται με επιτυχία ακόμα και όταν οι Τούρκοι είχαν ήδη καταλάβει την Πόλη.
Οι Τούρκοι, εκτιμώντας τη γενναιότητά τους και προφανώς για να αποφύγουν άσκοπες επιπλέον απώλειες των στρατευμάτων τους, πρότειναν την παράδοσή τους εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα και τη διαφυγή τους.
Μετά από διαπραγματεύσεις οι Κρητικοί πέτυχαν ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, δηλαδή αποχώρηση των 170 επιζώντων με όλο τον οπλισμό τους και την επιβίβασή τους σε δύο πλοία τους που βρίσκονταν ακόμα στο λιμάνι.
Έτσι και έγινε, ενώ το ένα πλοίο κατά την επιστροφή του πέρασε από τον Άθω, για να αποβιβάσει σε μοναστήρι έναν βαριά τραυματισμένο καπετάνιο.
Ο καπετάνιος αυτός ανάρρωσε, χρίστηκε μοναχός και σε μεγάλη ηλικία υπαγόρευσε την ιστορία αυτή σε άλλον μοναχό που την κατέγραψε στο χειρόγραφο.
Την ιστορία αυτή επιβεβαιώνει και ο Γεώργιος Φρατζής στο «Χρονικό της Άλωσης». 

9. ΒΗΣΣΑΡΙΩΝ Ο ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΙΟΣ
 

Ο Βησσαρίων από την Τραπεζούντα του Πόντου είχε μαθητεύσει κοντά στον Γεώργιο Πλήθωνα στη φιλοσοφία, και είχε μόλις χρισθεί μητροπολίτης Νίκαιας Βιθυνίας όταν κλήθηκε να συνοδεύσει τον τελευταίο Βυζαντινό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο στη σύνοδο Φερράρας- Φλωρεντίας, λίγα χρόνια πριν την πτώση της Κωνσταντινούπολης.
Ο Βησσαρίων στη σύνοδο αυτή προσπάθησε με όλες τις δυνάμεις του για την προσέγγιση των δύο εκκλησιών, Δυτικής και Ανατολικής, προβλέποντας τα δεινά που θα έφερνε για τους Βυζαντινούς η συνεχιζόμενη αντιπαράθεσή τους, εν όψει του τουρκικού κινδύνου.
Λίγο αργότερα και πριν από την πτώση της Κωνστατινούπολης, ο Πάπας του έδωσε τιμητικά τον τίτλο του καρδινάλιου, αλλά εξαιτίας των λαϊκών αντιδράσεων για τον ενωτικό ρόλο του κατέφυγε στη Δύση, ενώ αργότερα δύο φορές ήταν υποψήφιος για Πάπας.
Ο Βησσαρίων αν και ζούσε στον παπικό περίγυρο εξακολουθούσε ουσιαστικά να ζεί σαν μοναχός και βοήθησε καθοριστικά τόσο στην περίθαλψη των Βυζαντινών προσφύγων μετά την άλωση, αλλά και στη διάσωση πολλών βιβλίων και χειρογράφων.
Με την υποστήριξη του Πάπα προσπάθησε επίσης να κινήσει Σταυροφορία των Δυτικών για την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης, ερχόμενος αρχικά σε επαφή με τον Γερμανό αυτοκράτορα και στη συνέχεια με τον Γάλλο βασιλιά, αλλά το γεγονός ότι τα Δυτικά κράτη ήταν πολύ εξασθενημένα εκείνη την εποχή για τέτοιου είδους επιχειρήσεις, καθώς και ο θάνατος του Πάπα που συνέβη εκείνη την περίοδο, έβαλαν τέλος στη φιλόδοξη αυτή προσπάθεια. 

10. ΜΑΡΙΝΟΣ ΧΑΡΜΠΟΥΡΗΣ


Ο Μαρίνος Χαρμπούρης γεννήθηκε στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς το 1729, από αριστοκρατική οικογένεια.
Σπούδασε μαθηματικός και μηχανικός στην Ιταλία, αλλά κάποια παράνομη πράξη τον ανάγκασε να καταφύγει στην Τεργέστη, αλλάζοντας το όνομά του.
Το 1763 εγκαταστάθηκε στη Ρωσία, ενώ αργότερα έγινε αξιωματικός στο Σώμα Μηχανικών της Μεγάλης Αικατερίνης.
Ο Χαρμπούρης έμεινε γνωστός για το κατόρθωμά του να μετακινήσει έναν συμπαγή βράχο βάρους 2000 τόνων σε απόσταση 20 χιλιομέτρων, από τους βάλτους της Φινλανδίας στο κέντρο της Αγίας Πετρούπολης, ώστε να γίνει η βάση για το άγαλμα του Μεγάλου Πέτρου που ετοίμαζε ο Γάλλος γλύπτης EM Falconet.
Για το εγχείρημα, που έγινε κυρίως κατά τη διάρκεια του χειμώνα 1769 -1770 ώστε οι δρόμοι να είναι πιο συμπαγείς, ο Χαρμπούρης έστησε ένα ολόκληρο χωριό που προσέφερε καλές συνθήκες διαβίωσης στους 400 εργάτες που απασχολήθηκαν στο έργο, στο οποίο διέμενε και ο ίδιος.
Για την ανατροπή και μεταφορά του βράχου χρησιμοποίησε πρωτοποριακές και ευφυείς μεθόδους, όπως πασσαλόπηξη για την ενίσχυση του εδάφους (κάτι αντίστοιχο με αυτό που έγινε στον πυθμένα του Κορινθιακού για την τοποθέτηση των πυλώνων της γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου), γραμμικά ρουλεμάν για την κύλιση του φορείου πάνω στο οποίο είχε τοποθετηθεί ο βράχος, αλλά και ωστικό ρουλεμάν για την περιστροφή του φορείου προκειμένου να αλλάζει κατεύθυνση. Φυσικά όλα αυτά κατασκευάστηκαν επιτόπου.
Ακόμα όμως και για τη μεταφορά του βράχου κατά μήκος του ποταμού Νέβα ήταν καθοριστικός ο ρόλος του, καθώς η «μαούνα» που είχε κατασκευάσει το ρωσικό ναυτικό λύγισε και κάθισε στον πυθμένα, και χρειάστηκε η επέμβαση του Χαρμπούρη ώστε με κατάλληλες ενισχύσεις να την κάνει να επιπλεύσει.
Για το κατόρθωμα της μεταφοράς, ο Χαρμπούρης ανταμείφθηκε από τη Μεγάλη Αικατερίνη με στρατιωτική προαγωγή, διευθυντική θέση και χρηματικό ποσό.
Εξίσου σημαντικό είναι και το γεγονός ότι σ’ όλο το έργο δεν χάθηκε ούτε μια ανθρώπινη ζωή, παρότι επάνω στον βράχο συνεχίζονταν οι εργασίες κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του, προκειμένου να κερδηθεί χρόνος.
Στην προσωπική του ζωή πάντως ο Χαρμπούρης δεν στάθηκε τυχερός, και αφού αργότερα περιπλανήθηκε  σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης κατέληξε στην Κεφαλονιά, όπου ξεκίνησε την καλλιέργεια τροπικών φυτών σε έκταση που αποξήρανε, αλλά δολοφονήθηκε το 1782 από εργάτες του, με κίνητρο μάλλον τη ληστεία.
Το έργο του προβλήθηκε από τον καθηγητή του ΕΜΠ Θ. Τάσιο, σε εκπομπή στην ελληνική τηλεόραση (ΟΤΕ History), τον Απρίλιο του 2016. 

11. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΡΟΥΜΙΔΗΣ

 

Ο θόλος του Καπιτωλίου στην Ουάσιγκτον, ζωγραφισμένος από τον Κ. Μπρουμίδη

O Kωνσταντίνος Μπρουμίδης γεννήθηκε στη Ρώμη το 1805, στην οποία είχε καταφύγει μικρός ο Μεσσήνιος πατέρας του, για να αποφύγει τις διώξεις των Τούρκων μετά το αποτυχημένο κίνημα του Ορλώφ.
Ο Κωνσταντίνος από μικρός έδειξε ιδιαίτερο ταλέντο στη ζωγραφική με αποτέλεσμα να τον προσέξει ο ίδιος ο Πάπας Γρηγόριος 16ος και να του αναθέσει εργασίες αποκατάστασης έργων διάσημων Ιταλών ζωγράφων, αλλά και δικά του έργα.
Οταν το 1849 ξέσπασε πόλεμος μεταξύ των Ιταλικών κρατιδίων ο Μπρουμίδης βρέθηκε στο στρατόπεδο του Βατικανού, αλλά επειδή αρνήθηκε να πυροβολήσει εναντίον φίλων του που βρίσκονταν στο αντίπαλο στρατόπεδο, φυλακίστηκε.
Απελευθερώθηκε με την παρέμβαση του ίδιου του Πάπα, αλλά με την προϋπόθεση να εγκαταλείψει οριστικά την Ιταλία.
Ο Μπρουμίδης περνώντας αρχικά από το Μεξικό κατάληξε στις ΗΠΑ, όπου γρήγορα έγινε γνωστός και τελικά του ανατέθηκε να ζωγραφίσει τον γυμνό ακόμα θόλο του Καπιτωλίου στην Ουάσιγκτον.
Ο Μπρουμίδης απεικόνισε στον θόλο του καπιτωλίου την «αποθέωση του Γεωργίου Ουάσιγκτον», του ιδρυτή των ΗΠΑ.
Ο Ουάσιγκτον έχει πάρει την θέση του Δία στην κορυφή του Ολύμπου και γύρω του είναι κι άλλοι σπουδαίοι άντρες που βοήθησαν στη γέννηση των ΗΠΑ.
Ανάμεσά τους υπάρχουν και Έλληνες θεοί, όπως η Θεά Αθηνά που συμβολίζει τη Σοφία που οδηγεί την Αμερική και ο Θεός Ήφαιστος που συμβολίζει την ακμάζουσα βιομηχανική παραγωγή των ΗΠΑ.
Επίσης, ζωγράφισε το κτίριο της γερουσίας και της βουλής των ΗΠΑ. 
Πέθανε το 1870 σε ηλικία 65 ετών.
Το έργο του θαυμάζεται μέχρι τις μέρες μας σαν ένα από τα ομορφότερα αναγεννησιακά έργα στην Αμερικανική ήπειρο.
Ο Μπρουμίδης συχνά θεωρείται Ιταλός επειδή γεννήθηκε και παντρεύτηκε στην Ιταλία, όμως η ελληνική καταγωγή του είναι αναμφισβήτητη, όπως και το εξαιρετικό ταλέντο του στη ζωγραφική. 

12. Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΒΙΣΒΙΖΗ


Σύμπλεγμα του Χατζηαντώνη και Δόμνας Βισβίζη στην Αλεξανδρούπολη.

Η ναυτική συμμετοχή της βόρειας Ελλάδας στην Επανάσταση του 1821, δεν είναι ευρύτερα γνωστή.
Και όμως, η περιοχή της Αίνου της Θράκης (ανατολικά από της εκβολές του Έβρου) την εποχή της Επανάστασης διατηρούσε μια δύναμη 300 περίπου καραβιών, πολλά από τα οποία διέχιζαν όλο το Αιγαίο.
Ο Χατζηαντώνης Βισβίζης ήταν ένας από τους πλουσιότερους καραβοκύρηδες της περιοχής, που είχε στην ιδιοκτησία του το μεγάλο μπρίκι «Καλομοίρα» μήκους 31 μέτρων, εξοπλισμένο με 14 κανόνια και πλήρωμα 75 ναυτών, καθώς και το μικρότερο «Δόμνα».
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης και μετά από μερικές όχι ιδιαίτερα επιτυχείς επιχειρήσεις στην περιοχή από Ψαριανή μοίρα στην οποία συμμετείχε και η «Καλομοίρα», ο Βισβίζης επιβίβασε στο καράβι του όλη την οικογένειά του, δηλαδή τη γυναίκα του Δόμνα και τα πέντε παιδιά τους, και ενώθηκε με τον ελληνικό στόλο.
Μεταξύ άλλων υποστήριξε την επανάσταση του Εμμανουήλ Παππά στη Χαλκιδική και πήρε μέρος στις ναυμαχίες του Άθου, της Λέσβου και της Σάμου.
Το 1822 υποστήριξε με τα κανόνια του τις επιχειρήσεις των Δ. Υψηλάντη, Ανδρούτσου και Νικητηρά στην Αγία Μαρίνα της Λαμίας, δίνοντας στα ελληνικά τμήματα την ευκαιρία να αποφύγουν την περικύκλωση από τον στρατό του Δράμαλη, κάτι που οι οπλαρχηγοί του το αναγνώρισαν στέλνοντάς του επιστολή ευγνωμοσύνης.
Παρόμοια αναγνώρισε την προσφορά του Βισβίζη και ο αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου Άνθιμος Γαζής, με σχετικό έγγραφό του.
Λίγο αργότερα όμως, τον Ιούνιο του 1822 ο Βισβίζης χάνει τη ζωή του στο κατάστρωμα του καραβιού του, χτυπημένος από εχθρικό βόλι.
Τότε όμως η γυναίκα του Δόμνα ανέλαβε τον έλεγχο του καραβιού και συνέχισε την πολιορκία της Εύβοιας, σύντομα όμως τα χρήματα της οικογένειας τελείωσαν και παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες της Δόμνας να λάβει οικονομική ενίσχυση από την τότε Διοίκηση ώστε να ανταπεξέλθει στα έξοδα του πληρώματος, δεν υπήρξε ανταπόκριση.
Έτσι, τον Σεπτέμβριο του 1824 παρέδωσε την «Καλομοίρα» πλήρως εξοπλισμένη στο ελληνικό κράτος, ενώ η ίδια αποτραβήχθηκε και έζησε σε διάφορες περιοχές της μικρής τότε Ελλάδας για να καταλήξει στην Σύρο, όπου έζησε με πολλές στερήσεις για αρκετά χρόνια, για να πεθάνει το 1850 ξεχασμένη στον Πειραιά.
Τουλάχιστον, το μεγαλύτερο από τα παιδιά της ο Θεμιστοκλής, στάλθηκε στο Παρίσι μαζί με τα παιδιά άλλων σημαντικών αγωνιστών, και μάλιστα η μορφή του χρησιμοποιήθηκε σαν πρότυπο για την εκτύπωση χιλιάδων πορτραίτων για την τόνωση των φιλελληνικών συναισθημάτων.
Όσο για την «Καλομοίρα», χρησιμοποιήθηκε σαν το μπουρλότο με το οποίο ο Πιπίνος έκαψε στο Τσεσμέ το 1824 μια μεγάλη τουρκική φρεγάτα.
  
13. ΟΙ MAXΕΣ ΤΟΥ ΝΤΟΛΜΑ ΚΑΙ THΣ ΚΛΕΙΣΟΒΑΣ
Ο Ντολμάς είναι μία ελώδης νησίδα που μόλις προεξέχει πάνω από τη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου, λίγο νοτιότερο από το Αιτωλικό (στην εικόνα επάνω, σε πρώτο πλάνο ο Ντολμάς, στο βάθος το Αιτωλικό και δεξιά η πλησιέστερη ακτή). Τον Φεβρουάριο του 1826, η φύλαξή του Ντολμά ανατέθηκε στον οπλαρχηγό Γρηγόρη Λιακατά, ο οποίος διέθετε λιγότερους από 300 άνδρες, από τους οποίους σχεδόν 40 ήταν μέλη της ευρύτερης οικογένειά του. Η κατοχή της νησίδας ήταν σημαντική για την ασφάλεια του Αιτωλικού και κατά συνέπεια και του Μεσολογγίου. Στις 26 Φεβρουαρίου έπεσε το Βασιλάδι στην είσοδο του λιμνοθάλασσας, και ήλθε η σειρά της άμυνας του Ντολμά. Περίπου 2000 Τούρκοι έφτασαν πάνοπλοι με πλοιάρια και σχεδίες, ενώ αρκετά κανόνια τους από την κοντινή ακτή έριχναν στο νησάκι ακατάπαυστα. Η μάχη κράτησε όλη την ημέρα της 28ης Φεβρουαρίου, αλλά κατά τη δύση μια οβίδα ανατίναξε τα εφόδια σε μπαρούτι σκοτώνοντας πολλούς από τους υπερασπιστές της νησίδας. Οι υπόλοιποι υπέκυψαν τελικά στους Τούρκους, συμπεριλαμβανομένου του Γρηγόρη Λιακατά και όλων των συγγενών του. Λίγο αργότερα έπεσε και το Αιτωλικό.

Η Κλείσοβα είναι ένα από τα μικρά νησάκια στην είσοδο της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου.
Μέχρι τον Μάρτιο του 1826, όλα σχεδόν αυτά τα νησάκια είχαν πέσει στα χέρια των Τουρκοαιγυπτίων και μόνο 130 Έλληνες υπερασπίζονταν το μικρό και χαμηλό νησάκι της Κλείσοβας, το ψηλότερο σημείο του οποίου ήταν ένα εκκλησάκι κοντά στην ακτή.
Στις 25 Μαρτίου την ίδιας χρονιάς, γύρω στους 3000 Τούρκοι και Αλβανοί μετά από μια κίνηση αντιπερισπασμού προς το Μεσολόγγι επιχείρησαν να το καταλάβουν αλλά αποκρούστηκαν, μάλιστα τραυματίστηκε και ο ίδιος ο αρχηγός τους Κιουταχής.
Στο μεταξύ, στο νησάκι αποβιβάστηκε με λίγους άνδρες ο Κίτσος Τζαβέλας για να ενισχύσει τη φρουρά του.
Ο αρχηγός των Αιγυπτίων Ιμπραήμ, βλέποντας την αποτυχία των Τούρκων έστειλε το γαμπρό του Χουσεΐν εναντίων της νησίδας με άλλους 3000 Αιγύπτιους στρατιώτες, αλλά και πάλι χωρίς αποτέλεσμα και μάλιστα σκοτώθηκε και ο ίδιος ο Χουσεΐν.
Η νησίδα μετά την ολοήμερη μάχη παρέμεινε θριαμβευτικά στα χέρια των Ελλήνων, από τους οποίους υπήρξαν περίπου 50 νεκροί και τραυματίες, ενώ οι αντίστοιχες απώλειες των Τουρκοαιγυπτίων ήταν 2500 νεκροί και τουλάχιστον 1000 τραυματίες, σαν αποτέλεσμα των 11 συνολικά επιθέσεων που πραγματοποίησαν στη διάρκεια εκείνης της ημέρας.
Η κατάληξη ήταν ήταν τόσο καταστροφική για το ηθικό των Τουρκοαιγυπτίων, που εκτιμάται ότι αν έξοδος του Μεσολογγίου γίνονταν τις επόμενες ημέρες, πολύ πιθανόν θα είχε πολύ ευτυχέστερο τέλος.
Η επική αυτή μάχη είναι τουλάχιστον ισάξια της μάχης στο χάνι της Γραβιάς, αλλά παρέμεινε στην αφάνεια επειδή επισκιάσθηκε από το γεγονός της πτώσης του Μεσολογγίου, ενάμιση μήνα αργότερα.

14. Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΒΕΡΓΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΡΟΥ

Μνημείο των Μανιατισσών, στην παραλία της Χαλικιάς, στον όρμο του Διρού.

Τον Ιούνιο του 1826, ο Ιμπραήμ αφού κατέλαβε το Μεσολόγγι προχώρησε για να κατακτήσει την Πελοπόννησο.
Οι Έλληνες, αποδυναμωμένοι από την εμφύλια διαμάχη δεν μπορούσαν να τον αναχαιτήσουν, ενώ ο Ιμπραήμ  παράλληλα με την εκστρατεία από ξηρά, σκέφτηκε να κάνει και απόβαση από τη θάλασσα.
Σκοπός του ήταν να επιτεθεί και από τα νώτα στους αγωνιστές της Μάνης, που ταμπουρωμένοι στη Βέργα περίμεναν να αντιμετωπίσουν τον κύριο όγκο των Αιγυπτιακών δυνάμεων.
Για τον λόγο αυτό, ναυτική δύναμη με 3500 άνδρες προσέγγισε τα παράλια της Μάνης, ψάχνοντας τρόπο να αποβιβάσει στρατεύματα.
Τα πλοία αρχικά πλησίασαν τον όρμο της Μάλσοβας, όμως εκεί, ο γέρο καπετάνιος Χριστέας χρησιμοποίησε ένα παλιό κανόνι, λάφυρο από Βενετσιάνικο καράβι που είχε στημένο μπροστά
στο σπίτι του και με μερικές εύστοχες βολές έδωσε την εντύπωση στους Αιγύπτιους ότι υπήρχε μαζεμένη αρκετή δύναμη Μανιατών, οπότε άλλαξαν πορεία προς τον όρμο του Διρού.
Στο χωριό είχαν μείνει ουσιαστικά μόνο γυναίκες και γέροι, καθώς οι άντρες βρίσκονταν στην Βέργα, όπως προαναφέρθηκε.
Οι Αιγύπτιοι άρχισαν να αποβιβάζονταν τα ξημερώματα της 23ης Ιουνίου, βρέθηκαν όμως αντιμέτωποι με τις εξαγριωμένες Μανιάτισσες, που με τα δρεπάνια του θερισμού, με πέτρες, με ξύλα, με τα τα δόντια και τα νύχια ακόμα, ξέσχισαν και θέρισαν στην κυριολεξία τις δυνάμεις τους.
Όσο για τη Βέργα, παρά τα οκτώ με δέκα γιουρούσια την ημέρα, με αμέτρητη καβαλαρία και πολλά κανόνια από στεριά και θάλασσα που έκανε ο Ιμπραήμ το τριήμερο 22, 23 και 24 Ιουνίου, η Βέργα δε λύγισε και δεν πατήθηκε.
Οι οπλαρχηγοί της Βέργας, σ' ένα από τα πολλά ανακοινωθέντα που εξέδωσαν για αυτές τις δίδυμες μάχες, γράφουν με υπερηφάνεια για τις γυναίκες τους, προς την Κυβερνητική Επιτροπή:

«...Τι τα θέλετε, κύριοι... Εις αυτήν την εποχήν, αι γυναίκες των Σπαρτιατών έδειξαν περισσοτέραν γενναιότητα από τους άνδρας των...
Αύται μετά των γερόντων έδιωξαν τον εχθρόν από την Τζήμοβα (Αρεόπολιν) και επεκράτησαν έως ότου έφθασαν και οι άνδρες των, μετά των οποίων έκαμαν τούτον τον μέγαν όλεθρον εις τον εχθρόν.
Μόλις από τους 2.000 και πλέον αποβιβασθέντων εχθρών που διεσώθησαν 400, οι δε λοιποί εχάθησαν». 

15. ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗΣ ΝΤΑΛΙΑΝΗΣ



Ο Χατζημιχάλης Νταλιάνης ήταν Ηπειρώτης έμπορος που απέκτησε μεγάλη περιουσία στην Ιταλία και αναμείχθηκε ενεργά στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821, όντας και μέλος της Φιλικής Εταιρείας.
Τον Μάρτιο του 1826 αποβιβάστηκε με 800 άντρες στο Λίβανο, προσπαθώντας να πείσει τους Άραβες να ξεσηκωθούν και αυτοί κατά των Τούρκων, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Στη συνέχεια γύρισε την Ελλάδα, όπου πολέμησε εναντίον του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο καθώς και στη μάχη του Φαλήρου.
Στις αρχές του 1828 η Κρήτη ζητούσε και αυτή την ελευθερία της αλλά  υπήρχαν τοπικές διαφωνίες σε οργανωτικά θέματα, οπότε ο Νταλιάνης προσκλήθηκε επικεφαλής 500 πεζών και 100 ιππέων να ηγηθεί της εκεί επανάστασης.
Η ομάδα του Νταλιάνη μετά από κάποιες αψιμαχίες με τους Τούρκους, κλείστηκε στο Φραγκοκάστελο, παλιό Βενετσιάνικο κάστρο κοντά στα Σφακιά, παρά τις συμβουλές των Σφακιανών να αντιμετωπίσει τους Τούρκους στα βουνά.
Εκεί, τον Μάιο της ίδιας χρονιάς πολιορκήθηκε από τον Αλβανό Μουσταφά πασά  επικεφαλής 8000 Τούρκων.
Η κύρια μάχη έγινε την πρώτη ημέρα της πολιορκίας κατά την οποία ο Νταλιάνης και ο υπαρχηγός του μετά από άγριο και αμφίρροπο αγώνα έπεσαν νεκροί μετά από έξοδο που επιχείρησαν.
Η πολιορκία όμως συνεχίστηκε για αρκετές ημέρες ακόμα, οπότε οι τελευταίοι υπερασπιστές του κάστρου απογοητευμένοι ήλθαν σε συμφωνία με τους Τούρκους, που τους επέτρεψαν να αποχωρήσουν.
Το αποτέλεσμα της πολιορκίας ήταν 350 Έλληνες και 800 περίου Τούρκοι νεκροί, αλλά και ένας θρύλος που έκτοτε συνδέεται με το κάστρο αυτό.
Αρκετά χρόνια μετά, στην επέτειο της μάχης, βοσκοί είδαν στην περιοχή του Φραγκοκάστελου στον αέρα, σκιές πεζών και έφιπων πολεμιστών με ρούχα και όπλα μιας παλιότερης εποχής.
Το φαινόμενο αυτό, που οι ντόπιοι ονομάζουν Δροσουλίτες επειδή εμφανίζεται με την πρωινή δροσιά, συνεχίστηκε και κατά τα επόμενα χρόνια, πάντα κοντά στην επέτειο της μάχης.
Μάλιστα το είδαν και Γερμανοί στρατιωτικοί κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, ενώ η πιο πειστική εξήγηση είναι ότι πρόκειται για σκιές που δημιουργεί ο πρωινός ήλιος λίγο πριν ανατείλει επάνω από τις αιχμηρές βουνοκορφές και τα φαράγγια που βρίσκονται ανατολικότερα του Φραγκοκάστελλου, που προβάλλονται πάνω στην πρωινή αχλή που είναι συχνή την εποχή της επετείου της μάχης. Πρόκειται για ένα φαινόμενο γνωστό στους ορειβάτες με το όνομα Brocken Spectre.

16. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Ο Βαρθολομαίος Μητρόπουλος (Bartolome Mitre στα ισπανικά), ήταν ελληνικής καταγωγής από οικογένεια που μετανάστευσε από τη Χειμμάρα της Βορείου Ηπείρου αρχικά στην Βενετία και κατόπιν στην Αργεντινή, στα τέλη του 17ου αιώνα.
Η Βαρθολομαίος γεννήθηκε το 1821 στο Μπουένος Άιρες, ενώ ο πατέρας του Αμβρόσιος Μητρόπουλος ήταν διοικητής στον στρατό της Αργεντινής.
Ο Αμβρόσιος μόρφωσε όσο καλύτερα μπορούσε τον γιό του που σπούδασε αρχικά δημοσιογραφία, τελικά όμως ακολούθησε την καριέρα του στρατιωτικού κι έφτασε να γίνει συνταγματάρχης πυροβολικού του αργεντινού στρατού.
Λόγω της πολιτικής αστάθειας και των επιλογών του, ο Βαρθολομαίος εξορίστηκε από την χώρα και έζησε για ένα διάστημα στην Ουρουγουάη, ενώ ταξίδεψε και έζησε και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, εργαζόμενος σαν  δημοσιογράφος.
Το 1852 γύρισε στην Αργεντινή και αφού έλαβε μέρος στον εμφύλιο της χώρας αναμίχθηκε με την πολιτική. Έτσι, αφού έγινε πρώτα κυβερνήτης του Μπουένος Άιρες έβαλε υποψηφιότητα για την προεδρία της Αργεντινής.
Το 1862 ορκίζεται σαν ο πρώτος πρόεδρος που γεννήθηκε στην ανεξάρτητη Αργεντινή δημοκρατία (6ος πρόεδρος συνολικά), θέση την οποία διατήρησε μέχρι το 1868 και από την οποία προσέφερε πολύ σημαντικό έργο για την ανόρθωση της χώρας, υποστηρίζοντας τους απλούς ανθρώπους έναντι των γαιοκτημόνων, ισχυροποιώντας το εμπόριο, προσελκύοντας νέους αποίκους και εξασφαλίζοντας ειρήνη με τις γειτονικές χώρες.
Το 1874 ήταν και πάλι υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές αλλά ηττήθηκε.
Θεωρώντας όμως ότι υπήρξε νοθεία κήρυξε «αντάρτικο». Απέτυχε όμως και συνελήφθη, τελικά όμως του δόθηκε χάρη από τον νέο πρόεδρο.
Ο Μητρόπουλος δεν ξέχασε ποτέ τις καταβολές της οικογενείας του, κι ας μην είχε επισκεφθεί ποτέ ο ίδιος την Ελλάδα, ενώ μιλούσε άριστα τα ελληνικά!
Θεωρείται επίσης από τους κορυφαίους λογοτέχνες και ιστορικούς της Αργεντινής. Μετέφρασε έργα όπως την “Θεία Κωμωδία” του Δάντη, ενώ ίδρυσε και την εφημερίδα La Νacion (Το Έθνος).
Άφησε την τελευταία του πνοή στον Μπουένος Άιρες το 1906, σε ηλικία 85 ετών. 

17. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΟΤΑΓΟΣ


Ο Παναγιώτης Ποταγός μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ο Έλληνας εξερευνητής του 19ου αιώνα, καθώς περιόδευσε δύο φορές στην Ασία και μία φορά στην Αφρική, πεζός ή με άλογο.
Γεννήθηκε στην Βυτίνα της Αρκαδίας το 1838 και σπούδασε γιατρός, ενώ στα ταξίδια του τον ώθησε ένας συνδυασμός απογοήτευσης από την ελληνική πολιτική πραγματικότητα και θαυμασμού προς τους αρχαίους Έλληνες γεωγράφους.
Μεταξύ του 1867 και του 1883, πραγματοποίησε δύο μεγάλα εξερευνητικά ταξίδια στην Ασία και ένα στην Αφρική.
Για το πρώτο, ξεκίνησε από τη Συρία και περνώντας από το Ιράκ, την Περσία και το Αφγανιστάν και στη συνέχεια από το Παμίρ, την Κίνα και τη Μογγολία, κατέληξε στην Ανατολική Σιβηρία, για να επιστρέψει μέσω Οδησσού στην Κωνσταντινούπολη.
Για το δεύτερο, ξεκίνησε από το Σουέζ της Αιγύπτου και συνέχισε στην Ινδία, Περσία και Αφγανιστάν, επιστρέφοντας στο Κάιρο.
Στο τρίτο του ταξίδι, ξεκίνησε από το Κάιρο και μέσω του Σουδάν έφτασε στην Κεντρική Αφρική και στο Βόρειο Κογκό, όπου και κατέγραψε το παραποτάμιο σύστημα του ποταμού Κόγκο.
Οι περιγραφές των ταξιδιών του δημοσιεύθηκαν σε μία ελληνική και μία γαλλική έκδοση, που περιλάμβαναν και απόψεις του για το σύστημα χρονολόγησης των διαφόρων λαών της Ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου, αλλά και αναλύσεις μετεωρολογικών φαινομένων.
Δυστυχώς άλλα χειρόγραφά του που αφορούσαν τα ήθη και τα έθιμα των λαών που επισκέφθηκε, καταστράφηκαν από τους κληρονόμους του πριν προλάβουν να εκδοθούν.
Τιμήθηκε από τη Γαλλική κυβέρνηση, τη Γεωγραφική Εταιρεία της Γαλλίας και τον βασιλιά του Βελγίου Λεοπόλδο Β’, ο οποίος φρόντισε να δοθεί το όνομά του σε κεντρική λεωφόρο της πόλης Isiro του Βελγικού Κογκό.
Αντίθετα όμως, η Βασιλική Γεωγραφική Εταιρεία του Λονδίνου δεν αντιμετώπισε ευνοϊκά το έργο του, επειδή οι απόψεις του σε θέματα αντιμετώπισης των ιθαγενών έρχονταν σε αντίθεση με τα Βρετανικά αποικιοκρατικά συμφέροντα, αλλά και επειδή συχνά οι παρατηρήσεις του διέψευδαν τον Μάρκο Πόλο που εκείνη την εποχή θεωρείτο ακόμα αυθεντία στα ταξίδια στην Ασία.
Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι η ελληνική καταγωγή του τού άνοιξε πολλές πόρτες στις αυλές των ασιατικών βασιλείων, στα οποία υπήρχε ακόμα η ανάμνηση της εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου, αλλά του έδωσε και την ευκαιρία να διαπιστώσει την έντονη επίδραση που είχε στις περιοχές αυτές ο ελληνικός πολιτισμός, καθώς ελληνικές λέξεις και άλλα πολιτισμικά στοιχεία επιβίωναν ακόμα.
Πέθανε το 1903 στις Νύμφες της Κέρκυρας, στην οποία είχε αποτραβηχτεί τα τελευταία 17 χρόνια της ζωής του.  

18. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΔΟΥΜΠΑΣ


Ο Νικόλαος Δούμπας δεν είναι γνωστός στην Ελλάδα, είναι όμως πολύ γνωστός στην Αυστρία στην οποία έζησε και ανέπτυξε έντονη πολιτική δράση και για την οποία θεωρείται μαικήνας των τεχνών, ενώ ένας κεντρικός δρόμος της Βιέννης, δίπλα στο Μέγαρο Μουσικής, φέρει το όνομά του (Dumbastrasse).
Ο Δούμπας γεννήθηκε το 1830 στη Βιέννη, από Έλληνες γονείς με βλάχικη καταγωγή.
Στην παιδική του ηλικία έζησε για μικρό διάστημα στην Αθήνα μαζί με τον αδελφό του, φιλοξενούμενοι του Αυστριακού πρέσβη.
Από τον πατέρα του Στέργιο (ευεργέτη του Πανεπιστημίου Αθηνών) ήδη κληρονόμησε αξιόλογη περιουσία, την οποία όμως αύξησε σημαντικά με επιχειρηματικές δραστηριότητες στον χώρο της υφαντουργίας και του χρηματιστηρίου.
Ασχολήθηκε με την πολιτική και εκλέχτηκε τόσο στην Κάτω όσο και στην Άνω Βουλή του αυστριακού κράτους (αυτοκρατορίας τότε).
Προσέφερε σημαντικά χρηματικά ποσά σε ελληνικά σχολεία, αλλά και για την ανέγερση κρατικών κτηρίων στη Βιέννη, όπως του Κοινοβουλίου, του Πανεπιστημίου, της Ακαδημίας, του Δημαρχείου, την επισκευή του Αγίου Στεφάνου της Βιέννης, αλλά και την κατασκευή του Μεγάρου Μουσικής (σε σχέδιο του γνωστού Δανού αρχιτέκτονα Χάνσεν), το οποίο ουσιαστικά ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του ίδιου του Δούμπα.
Πέρα από την οικονομική του συνεισφορά στον χώρο της τέχνης και της αρχιτεκτονικής, υπήρξε προσωπικός φίλων διάσημων καλλιτεχνών, όπως του Ριχάρδου Βάγκνερ, του Σούμπερτ, του Μπραμς και του Γιόχαν Στράους, ο τελευταίος μάλιστα συνέθεσε τον «Γαλάζιο Δούναβη» στο εξοχικό σπίτι του Δούμα.
Το σπίτι του στη Ρίγκστρασσε στη Βιέννη, με το όνομα Palais Dumba ήταν (και είναι) πραγματικό μουσείο, αλλά επί Δούμα αποτελούσε επίσης και τόπο συνάντησης του καλλιτεχνικού και πνευματικού κόσμου της Βιέννης. 
Ο Δούμπας τιμήθηκε από την Αυστριακή κυβέρνηση πολλές φορές με παράσημα και τιμητικές θέσεις, απέρριψε όμως πρόταση απονομής τίτλου ευγενείας από τον αυτοκράτορα, εξαιτίας των φιλελεύθερων πεποιθήσεών του.
Πέθανε το 1900 στη Βουδαπέστη, αλλά χάρη στην προσφορά του στον χώρο της τέχνης τελικά ενταφιάστηκε στο κεντρικό νεκροταφείο της Βιέννης, στο τμήμα των μεγάλων μουσουργών.
 
19. ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΒΑΓΓΕΛΗΣ


Ο Γερμανός Καραβαγγέλης, μητροπολίτης Καστοριάς, μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ο Παπαφλέσσας του Μακεδονικού αγώνα.
Αν και ο Καραβαγγέλης δεν έπεσε στο πεδίο της μάχης σαν τον Παπαφλέσσα (παρότι κινδύνεψε πολλές φορές από δολοφονικές επιθέσεις), τον διέκρινε το ίδιο πάθος για τον αγώνα της ελευθερίας, η ίδια μαχητικότητα, και σε κάποιες περιπτώσεις αντίστοιχα αμφιλεγόμενες ενέργειες προκειμένου να επιτευχθεί ο απώτερος σκοπός.
O Στυλιανός Καραβαγγέλης γεννήθηκε στη Λέσβο το 1866 και σπούδασε στη Θεολογική Σχολή Χάλκης. Με την αποφοίτησή του χειροτονήθηκε διάκος με το όνομα Γερμανός και συνέχισε για μερικά χρόνια ακόμα τις σπουδές του στη Γερμανία.
Το 1896 χειροτονήθηκε επίσκοπος και το 1900 τοποθετήθηκε Μητροπολίτης Καστοριάς, όπου ανέπτυξε έντονη δράση προσπαθώντας να προσελκύσει τους χριστιανικούς πληθυσμούς της περιφέρειάς του στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, αντί της Βουλγαρικής Εξαρχίας.
Στην προσπάθειά του αυτή, η οποία σηματοδότησε ουσιαστικά την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα, συνεργάστηκε με τους άλλους τρείς ένθερμους υποστηρικτές αυτής της δράσης, τον Ίωνα Δραγούμη στο προξενείο της Ελλάδας στο Μοναστήρι, τον Λάμπρο Κορομηλά στο προξενείο Θεσσαλονίκης και τον Δημήτριο Καλαποθάκη στην Αθήνα.
Φυσικά η δραστηριότητά του αυτή τον έφερε σε έντονη αντιπαλότητα με το βουλγαρικό κομιτάτο, που ο Καραβαγγέλης αντιμετώπισε με τον σταυρό στο ένα χέρι και το περίστροφο στο άλλο, μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά.
Μέσα στο κλίμα αυτό δεν έλλειψαν και κάποιες αντεκδικήσεις και ακρότητες, τις οποίες αν μη τι άλλο ανέχθηκε, όπως και ευκαιριακή συνεργασία του με τους Τούρκους, καθώς θεωρούσε πολύ πιο σημαντική και άμεση απειλή τους Βούλγαρους.
Κατάφερε να μεταστρέψει επίσης πολλούς ελληνόφωνους προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον ελληνισμό όπως για παράδειγμα τον  καπετάν Κώττα, για τον θάνατο του οποίου μάλιστα θεωρήθηκε υπεύθυνος αργότερα, χωρίς όμως να υπάρξουν αποδείξεις.
Το 1908 και με το τέλος ουσιαστικά του Μακεδονικού Αγώνα, η οθωμανική κυβέρνηση απαίτησε και τελικά πέτυχε την απομάκρυνσή του από την Μακεδονία, οπότε τοποθετήθηκε σαν Μητροπολίτης στην Αμάσεια του Πόντου.
Και από τη νέα του θέση ο Καραβαγγέλης ανέπτυξε έντονη δράση ιδρύοντας σχολεία αλλά και ένοπλες ομάδες για την προστασία του ποντιακού πληθυσμού, ενώ εργάστηκε για μια Ανεξάρτητη Δημοκρατία του Πόντου με τη συμμετοχή και των Αρμενίων.
Φυσικά η δράση του δεν θα έμενε ατιμώρητη από τους Τούρκους, οι οποίοι αρχικά (1917) τον καταδίκασαν σε φυλάκιση μερικών ημερών, ενώ το 1922 ερήμην σε θάνατο καθώς έλειπε εκείνο το διάστημα στη Ρουμανία, οπότε  κατάφερε να διαφύγει επιστρέφοντας κατευθείαν στην Αθήνα.
Στη συνέχεια διορίσθηκε Μητροπολίτης στα Ιωάννινα, όπου συνέχισε το έργο της περίθαλψης των προσφύγων και των αδυνάτων.
Εσωτερικές (πολιτικές) όμως αντιπαλότητες τελικά τον οδήγησαν μόλις μετά από ένα χρόνο (1924) στην Βιέννη σαν έξαρχο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπου και πέθανε πάμφτωχος το 1935.
Γεγονός είναι ότι οι συνειδήσεις των πληθυσμιακών ομάδων στην Μακεδονία στις αρχές του 20ου αιώνα είχαν περισσότερο θρησκευτικό παρά εθνικό προσανατολισμό, άλλωστε ούτε η γλώσσα που μιλούσαν σε διάφορες περιοχές ήταν ενδεικτική της εθνικής ταυτότητας των κατοίκων της. 
Επιπλέον το γεγονός ότι στην περιοχή υπήρχαν τουλάχιστον τρείς εθνικές ομάδες, δημιουργούσε αρκετούς συνδυασμούς συνεργασιών και αντιπαλοτήτων.
Το αποτέλεσμα είναι οι εκάστοτε συμμαχίες να είναι ευκαιριακές και ρευστές, κάτι που οδηγούσε συχνά σε «παρεξηγήσεις» και αμφιλεγόμενες (ανάλογα με την οπτική γωνία) ενέργειες. 

20. ΧΑΣΑΝ ΤΑΧΣΙΝ ΠΑΣΑΣ


Ίσως φαίνεται παράδοξο που ένας Οθωμανός πασάς βρίσκεται μεταξύ των «παρεξηγημένων», αλλά ο ρόλος του Χασάν Ταχσίν Πασά στη διάσωση της Θεσσαλονίκης από την καταστροφή κατά τους Βαλκανικούς πολέμους, ήταν καθοριστικός.
Γεννήθηκε το 1850 στη σημερινή Αλβανία, και το οικογενειακό του όνομα ήταν Μεσαρέ.
Μεγάλωσε στα Ιωάννινα όπου πήρε ελληνική παιδεία.
Μιλούσε πέντε γλώσσες μεταξύ των οποίων και ελληνικά και έτρεφε μεγάλο θαυμασμό για τον ελληνικό πολιτισμό.
Υπηρέτησε σε όλα τα μέτωπα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, Υεμένη, Συρία, Κρήτη και Ήπειρο.
Το 1910 και ενώ θέλησε να αποστρατευτεί, διορίστηκε από την Υψηλή Πύλη διοικητής της πόλης της Θεσσαλονίκης.
Όταν ο Ελληνικός Στρατός μετά τις νικηφόρες μάχες του στη Θεσσαλία και Δυτική Μακεδονία, στα τέλη του  Οκτωβρίου του 1912 πλησίαζε στη Θεσσαλονίκη, ο Πασάς μετά από τριήμερη διαπραγμάτευση παρέδωσε την πόλη στους Έλληνες, παρά τις φορτικές πιέσεις (και απόπειρα δωροδοκίας) από την πλευρά των Βουλγάρων, που πλησίαζαν και αυτοί με το εκστρατευτικό τους σώμα.
Την απόφαση αυτή, όπως γράφει στα απομνημονεύματά του, την πήρε δίνοντας προτεραιότητα στην ακεραιότητα της πόλης και τις χιλιάδες ζωές των κατοίκων της αλλά και των Τούρκων στρατιωτών, ενόψει της σίγουρης στο τέλος κατάληψής της από τους Έλληνες.
Χαρακτηριστικές είναι δύο φράσεις του:  
«Τη Θεσσαλονίκη από τους Έλληνες την πήραμε, στους Έλληνες πρέπει να την παραδώσουμε» και «Η πόλις εχάθη αλλά και εσώθη».
Δεν επέστρεψε ποτέ στην Τουρκία αφού καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο από Τουρκικό στρατοδικείο.
Αντίθετα πήρε την ελληνική υπηκοότητα, και παρέμεινε στη Ελλάδα, ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στην Ελβετία εξαιτίας προβλημάτων υγείας, όπου και πέθανε το 1918.
Ο τάφος του, μαζί με του γιού του Κενάν Μεσαρέ που παρευρίσκονταν στις διαπραγματεύσεις, βρίσκεται στην έπαυλη Τόψιν, στο χωριό Γέφυρα κοντά στη Θεσσαλονίκη.
Η έπαυλη αυτή είναι μουσείο σήμερα, ενώ το 1912 ήταν στρατηγείο των Ελλήνων και εκεί έλαβε χώρα η παράδοση της Θεσσαλονίκης.
Τον σημερινό τάφο του (που είναι ο τρίτος κατά σειρά), σχεδίασε ο εγγονός του Ίνη Μεσαρέ που είναι αρχιτέκτονας. 

21. ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΥ


Ο Ιωάννης Βελισσαρίου γεννήθηκε από Έλληνες γονείς από την Κύμη, στο Πλοέστι της Ρουμανίας.
Σε νεαρή ηλικία κατατάσσεται στον Ελληνικό Στρατό. Λαβαίνει μέρος στον άτυχο Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, όπου και διακρίνεται σε πολλές περιπτώσεις.
Με την έκρηξη του Α’ Βαλκανικού πολέμου, ταγματάρχης πλέον, συμβάλλει με το τάγμα του στη υποχώρηση των Τούρκων από το Σαραντάπορο (Οκτώβριος 1012) και στη συνέχεια παίρνει μέρος στην πολιορκία των Ιωαννίνων, τον Ιανουάριο του 1913.
Είναι έτοιμος να καταλάβει τα Ιωάννινα παρακάμποντας το οχυρό του Μπιζανίου, αλλά ένας τραυματισμός του στο πόδι του στερεί αυτή την ευκαιρία.
Μετά από ένα μήνα, κατά τη δεύτερη επίθεση κατά των Ιωαννίνων, δύο ευζωνικά τάγματα από τα οποία το ένα του Βελισσαρίου, απέκοψαν την επικοινωνία των οχυρωμένων στο Μπιζάνι Τούρκων με τη διοίκησή τους στην πόλη, προκαλώντας πανικό στις γραμμές τους.
Το ίδιο βράδυ, ο επίσκοπος Δωδώνης με δύο Τούρκους αξιωματικούς, έφεραν προς τους Έλληνες επιστολή παράδοσης.
Ο Βελισσαρίου τους εντόπισε πρώτος και τους συνόδευσε ο ίδιος στον διάδοχο Κωνσταντίνο.
Κατά τον Β’ Βαλκανικό πόλεμο πολέμησε εναντίον των Βουλγάρων στη μάχη Κιλκίς – Λαχανά (Ιούνιος 1913),
Κατά τη συνήθειά του εκινείτο έφιππος για να εμψυχώνει τους άντρες του, με αποτέλεσμα να κερδίσει το προσωνύμιο «Μαύρος Καβαλλάρης» (το ίδιο προσωνύμιο απέκτησε αργότερα και ο Ν. Πλαστήρας).
Συνέχισε καταδιώκοντας τους Βούλγαρους, μέχρις ότου με τη μονάδα του βρέθηκε στα στενά της Κρέσνας.
Ο Βελισσαρίου με τους ευζώνους του μάχεται σ’ ένα ύψωμα που συχνά αλλάζει χέρια, μέχρι που τελικά μένει στα χέρια των Ελλήνων.
Κάποια στιγμή οι άνδρες του ξεμένουν από πυρομαχικά, και στρέφονται στον ίδιο για βοήθεια.
«Και δεν υπάρχουν πέτρες?» είναι η απάντησή του, και δίνει ο ίδιος το παράδειγμα εκσφενδονίζοντας έναν ογκώδη λίθο εναντίων των εχθρών.
Στις 12 Ιουλίου 1913, στην περιοχή της Κρέσνας δίνεται μια από τις φονικότερες μάχες των Βαλκανικών πολέμων.
Ο Βελισσαρίου πολεμάει όρθιος, ώσπου μια οβίδα τον τραυματίζει σοβαρά και μετά από λίγο πεθαίνει.
Όταν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος έμαθε για τον θάνατό του, είπε: 
«Ήταν επόμενο, τέτοιοι ήρωες δεν ζουν πολύ».
Στο συλλυπητήριο τηλεγράφημα προς τη σύζυγό του, έγραψε: 
«Χαιρετίζω τον Ήρωα των Ηρώων». 

22. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΘΕΟΔΩΡΗ


Ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή δεν είναι καθόλου άγνωστος στον χώρο της επιστήμης και συγκεκριμένα των μαθηματικών, αλλά δεν είναι ευρύτερα γνωστός και μάλιστα σαν ένας από τους κορυφαίους μαθηματικούς της εποχής του.
Ο Καραθεοδωρή, γεννήθηκε το 1873 στο Βερολίνο και μεγάλωσε στις Βρυξέλλες, όπου ο Κωνσταντινοπολίτης πατέρας του ήταν πρέσβης της Υψηλής Πύλης.
Τελειώνοντας τις σπουδές Πολιτικού Μηχανικού, επισκέφθηκε τον θείο του που ήταν Διοικητής της Κρήτης, και εκεί γνωρίστηκε με τον Ε. Βενιζέλο.
Στη συνέχεια εργάστηκε σε Αγγλική εταιρεία στο Ασουάν της Αιγύπτου, όπου διαπίστωσε ότι το πραγματικό ενδιαφέρον του ήταν τα μαθηματικά, τα οποία επέλεξε να τα σπουδάσει στο Βερολίνο.
Τη διπλωματική του εργασία όμως την έκανε στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν, στο οποίο λίγο αργότερα αναγορεύτηκε υφηγητής των Μαθηματικών.
Από το 1909 μέχρι το 1920 δίδαξε μαθηματικά σε διάφορα Ιδρύματα, ενώ η φήμη του τον έφερε σε επαφή με τους μεγαλύτερους μαθηματικούς της εποχής του, καθώς και με φυσικούς όπως τον Μαχ Πλάνκ και τον Α. Αϊνστάιν.
Το 1920, δέχτηκε πρόσκληση του Ε. Βενιζέλου να οργανώσει το Ιωνικό Πανεπιστήμιο Σμύρνης, το οποίο φιλοδοξούσαν να γίνει το μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα της Ανατολής.
Λίγο πριν λειτουργήσει όμως, επήλθε η Μικρασιατική καταστροφή και ο Καραθεοδωρή μόλις που πρόλαβε να διασώσει τον εαυτό του και πολύτιμα όργανα και βιβλία, τα οποία μετέφερε και δώρησε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Αν και αρχικά διορίσθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, σε λίγα χρόνια απογοητευμένος επέστρεψε στη Γερμανία, για να γίνει καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Μόναχου.
Μετά από μια περιοδεία στην Αμερική κατόπιν πρόσκλησης των εκεί Πανεπιστημίων, επέστρεψε στο Μόναχο, όχι όμως πριν βοηθήσει στην οργάνωση των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, πάλι μετά από πρόσκληση του Ε. Βενιζέλου.
Πέθανε το 1950, και ενταφιάσθηκε σε κοιμητήριο του Μονάχου.
Αντί για αναφορά στο επιστημονικό έργο του, θα παραθέσουμε τμήμα επιστολής που του έστειλε ο Α. Αϊνστάιν το 1916. 
«Αν θέλετε να μπείτε στον κόπο να μου εξηγήσετε ακόμα και τους κανονικούς μετασχηματισμούς θα βρείτε έναν ευγνώμονα και ευσυνείδητο ακροατή. Αν όμως λύσετε και το πρόβλημα των κλειστών γραμμών του χρόνου, θα σταθώ μπροστά σας με σταυρωμένα χέρια. Πίσω από αυτό υπάρχει κρυμμένο κάτι που είναι αντάξιο του ιδρώτα των καλυτέρων». 
Στο site: https://caratheodorymuseumneavyssa.gr/, υπάρχουν πληροφορίες για το μουσείο της οικογένειας Καραθεοδωρή.
 
23. ΝΙΚΟΣ ΚΑΠΕΤΑΝΙΔΗΣ


Ο δημοσιογράφος Νίκος Καπετανίδης γεννήθηκε κοντά στη Τραπεζούντα του Πόντου το 1889 και απαγχονίσθηκε στην Αμάσεια το 1921, με απόφαση των Τούρκικων Δικαστηρίων Ανεξαρτησίας.
Τα δικαστήρια αυτά στήθηκαν από τους εθνικιστές Τούρκους, με αποκλειστικό σκοπό την καταδίκη σε θάνατο όλων όσων αγωνίζονταν για την Ανεξαρτησία του Πόντου.
Η προσφορά του Νίκου Καπετανίδη στην Ποντιακή Ιδέα ήταν τεράστια.
Η γραφίδα του εμψύχωνε τον Ελληνισμό του Πόντου, ενώ η θαρραλέα διακήρυξη των πιστεύω του τον οδήγησε στην κρεμάλα.
Αγωνίστηκε σκληρά στη σύντομη ζωή του και με πολύ θάρρος για τα Εθνικά ιδανικά και κυρίως για τα δίκαια του Ποντιακού Ελληνισμού, τα οποία έβλεπε καθημερινά να ποδοπατούνται βάναυσα από τους Τούρκους, αλλά και από τους συμμάχους της Ελλάδας.
Στα κύρια άρθρα της Εφημερίδας του που εξέδιδε στην Τραπεζούντα και τα οποία υπέγραφε με το όνομα του, χτυπούσε συστηματικά τις δολοφονίες και λεηλασίες που έκαναν οι Τούρκοι.
Έγραψε στον Φίλωνα Κτενίδη (δημοσιογράφο, γιατρό και φίλο του, που πολεμούσε σαν εθελοντής στον Ελληνικό Στρατό), το 1921:
«…Νιώθω πως εσύ στο μέτωπο διατρέχεις λιγότερους κινδύνους από εμένα. Να ξέρεις πως δεν στέκεται γερά το κεφάλι στους ώμους μου.
Μα αυτό δεν σημαίνει τίποτα … κοιτάχτε να κάνετε καλά την δουλειά σας και δεν πειράζει αν λείψουν και μερικά κεφάλια.., σαν το δικό μου.
Χαλάλι για την ελευθερία της πατρίδας..»
Τον Σεπτέμβριο του 1921 ο Νίκος Καπετανίδης συνελήφθη από τους Τούρκους, γιατί μετά από έρευνα στο σπίτι του βρέθηκε μια επιστολή του Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη, του μεγάλου πατριώτη από την Τραπεζούντα και σημαντικού εμπόρου στη Μασσαλία, που αγωνίζοταν να ενώσει τους Ελληνοπόντιους στον αγώνα για έναν ανεξάρτητο Πόντο.
Ο Καπετανίδης κατηγορήθηκε μαζί με άλλους Ελληνοποντίους πατριώτες, ότι αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία του Πόντου.
Όλοι τους οδηγήθηκαν στο δικαστήριο της Αμάσειας, όπου ο Καπετανίδης για άλλη μια φορά έδειξε τη γενναιότητα της ψυχής του.
Όταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου του απηύθυνε την κατηγορία ότι αγωνιζόταν για την ανεξαρτησία του Πόντου, ο Καπετανίδης σηκώθηκε και συμπλήρωσε:
«Όχι μόνον για την ανεξαρτησία, αλλά και για την ένωση του με την Ελλάδα»
Την επόμενη οδηγήθηκε στην αγχόνη και η τελευταία του φράση ήταν: «Ζήτω η Ελλάς». 

ΥΓ. Τον Μάρτιο του 2022, η 21η Σεπτεμβρίου ανακηρύχθηκε "Ημέρα μνήμης για τον Νίκο Καπετανίδη" από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Συντακτών (ΠΟΕΣΥ).

24. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΑΚΑΛΟΣ


Γεννήθηκε στο Μεσολόγγι το 1882 και φοίτησε στην ιστορική Στρατιωτική Σχολή της Μόντενα, στην Ιταλία.
Κατά τον Α’ ΠΠ, συμμετείχε σαν διοικητής τάγματος στη μάχη για την κατάληψη της οχυρής τοποθεσίας του Σκρά.
Στην Μικρασιατική Εκστρατεία ο αντισυνταγματάρχης πλέον Τσάκαλος ήταν και πάλι από τους πρώτους διοικητές που εισήλθαν στον πόλεμο, σαν αρχηγός Συντάγματος Πεζικού που αποβιβάστηκε στην Σμύρνη στις 2 Μαΐου 1919.
Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 απομακρύνθηκε από τη Μ. Ασία και τέθηκε σε κατάσταση “αναμονής” στο εσωτερικό, μετά όμως την αποτυχία των επιχειρήσεων στο Σαγγάριο επανήλθε στην Μ. Ασία
Κατά την διάρκεια της τουρκικής επίθεσης τον Αύγουστο του 1922, το Σύνταγμα Πεζικού του συνταγματάρχη τώρα Τσάκαλου ανέπτυξε εξαιρετική δράση κάτω από αντίξοες συνθήκες.
Με την έναρξη της ελληνικής υποχώρησης, το Σύνταγμα του Τσάκαλου διατηρώντας πλήρως το ηθικό και την συνοχή του, ανέλαβε μερικά από τα πιο δύσκολα καθήκοντα, προσφέροντας κάλυψη στα τμήματα που υποχωρούσαν. 
Η ύστατη δοκιμασία για τον Τσάκαλο και το Σύνταγμά του ήρθε την επόμενη μέρα, τη 17η Αυγούστου 1922 κατά την μάχη του Αλή Βεράν.
Στην κοιλάδα αυτή, που οι στρατιώτες ονόμασαν “Κοιλάδα Θανάτου”, στριμώχθηκαν και σχεδόν περικυκλώθηκαν 20.000 έως 25.000 άνδρες των πέντε μεραρχιών που αποτελούσαν την Ομάδα Ν. Τρικούπη.
Η μεραρχία στην οποία ανήκε ο Τσάκαλος ήταν μια από αυτές. 
Ο Συνταγματάρχης Τσάκαλος βρισκόταν και πάλι στη πρώτη γραμμή, περιφερόμενος έφιππος και εμψυχώνοντας τους άνδρες του, ώσπου ένα θραύσμα τουρκικού βλήματος τον τραυμάτισε βαριά.
Ο Τσάκαλος, αν και ήξερε ότι το τέλος του ήταν πολύ κοντά, ρωτούσε για την έκβαση της μάχης.
Του απάντησαν ότι η μάχη κερδίζεται και αυτός αποκρίθηκε “Πεθαίνω ευχαριστημένος…“, αφήνοντας την τελευταία πνοή του λίγο αργότερα.
Χάρη στην σκληρή αντίσταση του Συντάγματος του συνταγματάρχη Κωνσταντίνου Τσάκαλου καθώς και ορισμένων άλλων μονάδων εκείνη την ημέρα και μέχρι να νυχτώσει, έγινε δυνατή η διαφυγή μέσα στο σκοτάδι χιλιάδων ανδρών της Ομάδας Τρικούπη, που γλύτωσαν την αιχμαλωσία ή τον θάνατο. 

25. ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΑΛΙΚΗ


Ούτε η γέννηση της πριγκίπισσας Αλίκης το 1885 στο παλάτι του Γουίντσορ, ούτε ο θάνατός της το 1969 στο παλάτι του Μπάκιγχαμ, χαρακτηρίζουν τη ενδιάμεση πορεία της η οποία τελικά δεν ήταν τόσο παραμυθένια και συνδεδεμένη με την Αγγλία.
Η Αλίκη ήταν κόρη του πρίγκιπα Λουδοβίκου Αλεξάνδρου του Μπάττενμπεργκ και εγγονή της βασίλισσας Βικτωρίας της Αγγλίας.
Το 1902 γνώρισε στο Λονδίνο τον πρίγκιπα Ανδρέα της Ελλάδας, ενώ δύο χρόνια αργότερα έφτανε στην Ελλάδα σαν σύζυγός του και το ζεύγος εγκαταστάθηκε στο Τατόι.
Με το ξέσπασμα του Α’ Βαλκανικού πολέμου η Αλίκη έσπευσε να συνεισφέρει ως εθελόντρια στο έργο του Ερυθρού Σταυρού και των άλλων οργανώσεων.
Στη Λάρισα, την Ελασσόνα, τη Θεσσαλονίκη και τα Σέρβια ίδρυσε νοσοκομεία στα οποία συμμετείχε και η ίδια προσφέροντας βοήθεια ως νοσοκόμα. Για τη δράση της αυτή τιμήθηκε από τον βασιλιά της Αγγλίας, με το παράσημο του Ερυθρού Σταυρού.
Μετά την απομάκρυνση του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ από την Ελλάδα σε συνέχεια της διαμάχης του με τον Βενιζέλο το 1917, η Αλίκη και ο Ανδρέας τον ακολούθησαν στο εξωτερικό, επανήλθαν όμως μαζί του μετά το δημοψήφισμα του 1920.
Εκείνη την περίοδο μάλιστα η Αλίκη γέννησε τον Φίλιππο, τον μετέπειτα σύζυγο της σημερινής (2016) βασίλισσας της Αγγλίας Ελισάβετ Β’.
Μετά τη Μικρασιατική εκστρατεία όμως, ο Ανδρέας που σαν αντιστράτηγος διοικούσε το Β’ Σώμα Στρατού κρίθηκε συνυπεύθυνος της καταστροφής που ακολούθησε και καταδικάστηκε σε αποπομπή από την Ελλάδα, στην οποία φυσικά η σύζυγός του τον ακολούθησε.
Το 1928 η Αλίκη ασπάσθηκε την Ορθοδοξία, αλλά η πίστη της είχε αρκετή δόση θρησκοληψίας, ενώ διαγνώστηκε και με σχιζοφρένεια.
Η ασθένειά της είχε περιόδους έξαρσης και ύφεσης και χρειάστηκε να νοσηλευτεί σε κλινικές και σανατόρια, συχνά χωρίς τη θέλησή της, ενώ η σχέση της με τον σύζυγό της έγινε τυπική.
Το 1938 επέστρεψε στην Ελλάδα και διέμενε σε διαμέρισμα, ενώ αρνήθηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα κατά την εισβολή των Γερμανών το 1941 και την Κατοχή που ακολούθησε.
Η Αλίκη άρχισε να διοργανώνει συσσίτια και να συμμετέχει εθελοντικά στην διανομή τους. Ενδεικτικό είναι ότι αν και προμηθεύονταν τρόφιμα, είχε αδυνατήσει σημαντικά.
Την περίοδο της Κατοχής είχε αναλάβει επίσης την διαχείριση πολλών ορφανοτροφείων και συσσιτίων, προσφέροντας έτσι σημαντικό κοινωνικό έργο.
Τόλμησε ακόμα να κρύψει στο σπίτι της μια οικογένεια Ελληνοεβραίων, πράξη για την οποία τιμήθηκε το 1993 (μετά θάνατον) με τον τίτλο του «Δικαίου των Εθνών».
Μετά το τέλος του Β’ΠΠ και μεταξύ του 1949 και 1950 επεδίωξε να ιδρύσει μοναστηριακή αδελφότητα, χωρίς όμως επιτυχία, αν και η ίδια από την περίοδο αυτή και μέχρι τον θάνατό της φορούσε ρούχα μοναχής.
Μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 η Αλίκη θέλησε να παραμείνει στην Αθήνα, στο τέλος όμως υποχώρησε στις παρακλήσεις του γιού της Φίλιππου να εγκατασταθεί στην Αγγλία, όπου και πέθανε σε ηλικία 84 ετών. 

26. ΜΑΡΔΟΧΑΙΟΣ ΦΡΙΖΗΣ


Ο Μαρδοχαίος Φριζής ήταν Ελληνοεβραίος ήρωας του πολέμου του 1940.
Μετά από αρχική αποτυχία, μάλλον εξαιτίας του θρησκεύματός του, έγινε δεκτός σαν αξιωματικός και υπηρέτησε στον Α’ΠΠ και στη συνέχεια στη Μικρασιατική Εκστρατεία, όπου και αιχμαλωτίσθηκε.
Δεν δέχθηκε όμως να απελευθερωθεί μόνον αυτός, αν και είχε τη δυνατότητα και απελευθερώθηκε αργότερα μαζί με τους άλλους αξιωματικούς.
Η κήρυξη του πολέμου στις 28 Οκτ. 1940 τον βρήκε στην Ήπειρο, διοικητή ενός τμήματος στρατού το οποίο δέχτηκε το βάρος της επίθεσης των Ιταλών Αλπινιστών, κατόρθωσε όμως να
τους απωθήσει και να πιάσει και τους πρώτους Ιταλούς αιχμαλώτους του Ελληνοϊταλικού πολέμου.
Στη συνέχεια, αφού διάλυσε τα Ιταλικά τμήματα που αντιμετώπιζε, καταδιώκοντάς τα έφθασε στην Κόνιτσα την οποία και απελευθέρωσε.
Τον Δεκέμβριο, καθώς με την ομάδα του βρίσκονταν κοντά στην Πρεμετή (στη σημερινή νότια Αλβανία) δέχθηκαν ιταλική αεροπορική επίθεση, και ενώ διέταξε τους άνδρες του να καλυφθούν, ο ίδιος  έμεινε πάνω στο άλογό του για να τους εμψυχώνει.
Μια ριπή τον τραυμάτισε θανάσιμα, και λίγο αργότερα ο ιερέας του στρατεύματος τού έκλεισε τα μάτια με την επιθανάτια εβραϊκή ευχή.
Ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ και ο Ιωάννης Μεταξάς έστειλαν συλληπητήρια τηλεγραφήματα στην οικογένειά του.

Αν και υπάρχουν διαφωνίες για το εάν ήταν ο πρώτος υψηλόβαθμος αξιωματικός που έπεσε στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο, αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η φιλοπατρία, ο ηρωισμός και η προσφορά του. 

27. ΥΨΩΜΑ 731 (το Ύψωμα που έχασε 5 μέτρα σε 2 ημέρες)
Απόσπασμα από την ημερήσια διαταγή του διοικητή των ελληνικών δυνάμεων στο Ύψωμα 731, ταγματάρχη  Δημήτριου Κασλά.
 
Ένα ηρωικό περιστατικό από το ελληνο-αλβανικό μέτωπο που δεν είναι πολύ γνωστό, διαδραματίστηκε στην αρχή της πολυδιαφημισμένης «Εαρινής Επίθεσης» των Ιταλών στο Ύψωμα 731 (το υψόμετρό του),  γύρω στα 20 χλμ. βόρεια της Κλεισούρας στην Αλβανία.
Ήταν μία θέση κλειδί που κατέλαβε ο Ελληνικός Στρατός κατά τις μάχες που προηγήθηκαν, και η παραμονή του σε ελληνικά χέρια καταδίκαζε κάθε προσπάθεια των Ιταλών για προέλαση προς τα ελληνικά σύνορα.
Η αρχή της ιταλικής επίθεσης έγινε νωρίς το πρωί της 9ης Μαρτίου, με σφοδρή δράση πυροβολικού και αεροπορικό βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων.
Δυόμισι ώρες κράτησε η προπαρασκευή του ιταλικού πυροβολικού που έριξε  περίπου 100.000 βλήματα, ενώ στη συνέχεια ξεχύθηκαν οι Ιταλοί προς τον λόφο πιστεύοντας ότι δεν θα βρουν και πολλούς ζωντανούς, δείχνοντας μάλιστα ιδιαίτερο ζήλο καθώς ο ίδιος ο Μουσσολίνι παρακολουθούσε από παρατηρητήριο κοντά στην πρώτη γραμμή.
Το ίδιο όμως πίστευαν και οι άλλοι Έλληνες στρατιώτες, που είχαν παρακολουθήσει τον σφοδρό βομβαρδισμό από άλλα υψώματα της περιοχής.
Και όμως οι Ιταλοί αντιμετώπισαν ηρωική αντίσταση από τους ταλαιπωρημένους και εξαντλημένους υπερασπιστές του υψώματος, με συνέπεια να οπισθοχωρήσουν.
Το απόγευμα επαναλήφθηκε ο σφοδρός βομβαρδισμός, με τα ίδια πενιχρά για τους Ιταλούς αποτελέσματα.
Τα ίδια περίπου έγιναν και την επόμενη ημέρα, 10 Μαρτίου, ενώ και πάλι όλες οι επιθέσεις των Ιταλών αποκρούσθηκαν.
Στις δύο αυτές πρώτες ημέρες (οι μάχες συνεχίσθηκαν μέχρι τις 24 Μαρτίου μέχρι να πεισθούν οι Ιταλοί για το αδύνατο του εγχειρήματος), ο λόφος αποψιλώθηκε από την πλούσια βλάστησή του, ενώ το ύψος του μετρήθηκε αργότερα στα 726 μέτρα!
Στην περιοχή αυτή, τέσσερεις ιταλικές μεραρχίες με άφθονα εφόδια, είχαν κάνει πολυάριθμες επιθέσεις σε μία καταπονημένη ελληνική μεραρχία (τον λόφο 731 συγκεκριμένα τον υπερασπίζονταν δύναμη ενός τάγματος), χωρίς να πάρουν σπιθαμή εδάφους.
Οι απώλειες του λόφου 731, τις πρώτες 3 ημέρες που έγινε η κύρια επίθεση, ήταν 1.000 νεκροί και 3.000 τραυματίες Ιταλοί, ενώ οι Έλληνες είχαν 145 νεκρούς και 400 τραυματίες. 

28. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΕΡΙΚΚΟΣ

Ο Κώστας. Περίκκος και η Ιουλία Μπίμπα

Ήταν μεσημέρι της 20ης Σεπτεμβρίου του 1942, όταν η οδός Πατησίων σείστηκε από μια εκκωφαντική έκρηξη.
Το εσωτερικό του κτηρίου που στεγάζονταν η ΕΣΠΟ είχε καταρρεύσει, παρασύροντας στον θάνατο 48 Γερμανούς αξιωματικούς και 29 μέλη της ΕΣΠΟ, μιας φιλοναζιστικής οργάνωσης που μεταξύ άλλων προσπαθούσε να στρατολογήσει Έλληνες για να εργαστούν εθελοντικά στη Γερμανία ή να πολεμήσουν στο πλευρό των Γερμανών στο Ανατολικό Μέτωπο.
Πίσω από την ανατίναξη βρίσκονταν η ΠΕΑΝ, μια μικρή πατριωτική οργάνωση με αρχηγό τον δημοκρατικό αξιωματικό της Αεροπορίας Κώστα Περίκκο.
Τη βόμβα μετέφερε η δασκάλα Ιουλία Μπίμπα από το σπίτι της μέχρι το κτίριο της ΕΣΠΟ, ενώ δύο άλλα μέλη της οργάνωσης ανέλαβαν να την τοποθετήσουν στο εσωτερικό της.
Η είδηση της ανατίναξης πέρασε γρήγορα τα σύνορα της Ελλάδας και οι ραδιοσταθμοί Λονδίνου και Μόσχας μίλησαν με ενθουσιασμό για το εγχείρημα, χαρακτηρίζοντάς το ως το μεγαλύτερο σαμποτάζ μέχρι τότε, στην κατεχόμενη Ευρώπη.
Ο Κώστας Περίκκος γεννήθηκε στη Χίο και έζησε για ένα διάστημα στην Αίγυπτο. 
Γυρίζοντας στην Ελλάδα κατατάχθηκε στην Αεροπορία και έγινε ανθυποσμηναγός.
Εξαιτίας διαφόρων άρθρων που έγραψε ασκώντας κριτική σε οργανωτικά θέματα της Αεροπορίας αποτάχθηκε, αλλά επέστρεψε μετά από αίτημά του για συμμετάσχει στην πολεμική προσπάθεια του 1940.
Μετά την κατάρρευση του μετώπου ίδρυσε την ΠΕΑΝ, η οποία προέτρεπε τους Έλληνες ανεξάρτητα πολιτικής τοποθέτησης, σε αντίσταση με κάθε μέσο.
Τελικά, μετά τη βομβιστική ενέργεια, η ομάδα προδόθηκε από Έλληνα και συνελήφθηκε τον Νοέμβριο του 1942.
Παρά τα βασανιστήρια κανείς δεν μίλησε και όλοι καταδικάσθηκαν σε θάνατο*, παρότι ο Περίκκος ανέλαβε την πλήρη ευθύνη του εγχειρήματος.
* Ένας από την ομάδα είχε κατάφερε να δραπετεύσει πριν τη δίκη.
Ο Περρίκος εκτελέσθηκε στη Καισαριανή το 1943 και η Μπίμπα εκτελέσθηκε στη Γερμανία, όπου είχε μεταφερθεί.
Παρακάτω, επιστολή του Περίκκου στον γιό του, στο διάστημα που ήταν μελλοθάνατος:
«Δούλεψε για να σταματήσουν οι πόλεμοι, να ευημερήσουν όλοι οι άνθρωποι, να ενωθούν τα κράτη της Ευρώπης, να ειρηνεύσει και να ευτυχήσει ο κόσμος ....
Δούλεψε για την επικράτηση της Δημοκρατίας. Αφιέρωσε η ζωή σου στην Ελλάδα και στην ανθρωπότητα». 

29. Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ ΤΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ ΤΟΥ ΑΣΩΠΟΥ


Η ανατίναξη της γέφυρας του Ασωπού στις 21 Ιουνίου 1943, είχε σημαντικότερο στρατηγικό αποτέλεσμα από την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, αλλά έμεινε στην αφάνεια επειδή δεν υπήρχε ούτε ένας Έλληνας στην ομάδα των έξη σαμποτέρ που την ανατίναξαν, καθώς οι αντάρτικες ομάδας είχαν ήδη αρχίσει να μάχονται μεταξύ τους.
Και ενώ η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου (τέλη Νοεμ. 1942) έγινε πολύ αργά για να εμποδίσει τις προμήθειες των Γερμανών να φτάσουν στον Ρόμμελ (η μάχη του Ελ Αλαμέιν είχε κριθεί από τις αρχές Νοεμβρίου του '42, και ο Ρόμμελ ήδη υποχωρούσε προς τα δυτικά), η ανατίναξη της γέφυρας του Ασωπού πέτυχε σε μεγάλο βαθμό τον σκοπό της που ήταν η παραπλάνηση των Γερμανών (επιχείρηση Animals), ότι η Συμμαχική απόβαση στη νότια Ευρώπη θα γίνονταν στην Ελλάδα και όχι στη Σικελία, όπου και έγινε.
Ο επικεφαλής της μικρής ομάδας των Άγγλων που δρούσαν στην Ελλάδα οργανώνοντας σαμποτάζ, ταξίαρχος Έντι Μάγιερς (που συμμετείχε και στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου) αρχικά απέσπασε τη συγκατάθεση του Άρη Βελουχιώτη για βοήθεια, ο οποίος όμως έθεσε σαν προαπαιτούμενα πολύ μεγάλο αριθμό ανταρτών και σημαντικό εξοπλισμό, στη συνέχεια όμως ούτως ή άλλως απέσυρε την υποστήριξή του ακολουθώντας οδηγίες της ηγεσίας του ΕΛΑΣ.
Τότε ο Μάγιερς αποφάσισε να δράσει μόνο με μικρή δύναμη Βρετανών και έχοντας ήδη σαν σημαντικά μειονεκτήματα ότι τις σιδηροδρομικές γέφυρες τις φρουρούσαν πλέον Γερμανοί και όχι Ιταλοί, ενώ η πρόσβαση στη βάση της συγκεκριμένης γέφυρας ήταν ιδιαίτερα δύσκολη.
Στο τέλος Μαΐου του 1943 έγινε αεροπορική ρίψη υλικών για την επιχείρηση, αλλά χρειάζονταν περισσότερα (κυρίως σχοινιά) τα οποία ρίφθηκαν σχεδόν ένα μήνα μετά, οπότε η επιχείρηση προγραμματίστηκε για τις 20 Ιουνίου.
Η δύσκολη πρόσβαση στη βάση της γέφυρας μέσα από το φαράγγι καθυστέρησε την ομάδα, και χρειάστηκαν δύο διαδοχικές νυχτερινές επιχειρήσεις προσέγγισης στη διάρκεια των προηγούμενων ημερών, με την άφιξη τελικά τεσσάρων μελών της ομάδας στη βάση της γέφυρας αργά το βράδυ της 20ης Ιουνίου.
Αυτή τη φορά τους βοήθησε και η τύχη, καθώς βρήκαν έτοιμες σκαλωσιές και μονοπάτι που έφτανε μέχρι τον πυθμένα του φαραγγιού (οι Γερμανοί ήταν σε φάση επισκευής της γέφυρας), οπότε τα εκμεταλεύτηκαν για την ταχύτερη τοποθέτηση των εκρηκτικών.
Δύο ώρες μετά τα μεσάνυχτα η γέφυρα ανατινάχτηκε και καταστράφηκε, χωρίς να πέσει ούτε ένα πυροβολισμός και με τους σαμποτέρ να έχουν διαφύγει άθικτοι.
Και οι έξη συνολικά σαμποτέρ που πήραν μέρος στην επιχείρηση παρασημοφορήθηκαν από το Βρετανικό Στρατηγείο, ενώ οι Γερμανοί εκτέλεσαν τους επικεφαλείς της (γερμανικής) φρουράς της γέφυρας, αλλά και Έλληνες που εργάζονταν στην επισκευή της.
Χρειάστηκαν 5 μήνες για να επισκευαστεί βιαστικά η γέφυρα με αποτέλεσμα να καταρρεύσει πάλι παρασύροντας και πολλούς εργαζόμενους στο θάνατο, οπότε η συνολική επισκευή της διήρκεσε συνολικά 10 μήνες (για του Γοργοπόταμου χρειάστηκαν 6 μήνες).
Όχι λιγότερο σημαντικό είναι το γεγονός ότι η Ελληνική Αντίσταση έχασε μια λαμπρή ευκαιρία να συμμετάσχει σ’ ένα από τα θεαματικότερα και αποτελεσματικότερα σαμποτάζ στην Ελλάδα, κατά τη Γερμανική κατοχή. 

30. ΟΙ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΙ ΚΟΜΑΝΤΟ


Τον Ιανουάριο του 1943, με διαταγή του προέδρου των ΗΠΑ FDRoosevelt ιδρύθηκε στο Colorado το «122 Τάγμα Πεζικού», αποτελούμενο σχεδόν αποκλειστικά από Ελληνοαμερικανούς, με σκοπό μετά την εκπαίδευσή του να μεταφερθεί και να δράσει στην Ελλάδα.
Ο αριθμός 122 μάλιστα, επιλέχθηκε ώστε να αντιστοιχεί στα χρόνια που είχαν μεσολαβήσει από την Eλληνική Eπανάσταση του 1821.
Πρώτος διοικητής του τάγματος ήταν ο Peter Clainos, που είχε γεννηθεί στην Σπάρτη το 1907, και οι άνδρες του «122» του είχαν δώσει το παρατσούκλι «Λεωνίδας των Θερμοπυλών».
Όπως εξελίχθηκε ο πόλεμος όμως, ήταν σαφές ότι το τάγμα δεν θα μπορούσε να δράσει σαν τακτική στρατιωτική μονάδα στην κατεχόμενη Ελλάδα, οπότε προτάθηκε στα μέλη του να υποστούν νέα εκπαίδευση και να δράσουν τελικά στην Ελλάδα σαν μονάδα κομάντο, σαν ένα Operational Group της OSS δηλαδή, κάτι που όλοι αποδέχτηκαν.
Με την νέα ιδιότητά τους, στην Ελλάδα θα έμπαιναν υπό τις διαταγές των Βρετανικών δυνάμεων που βρίσκονταν ήδη εκεί, για την οργάνωση σαμποτάζ με τη συνεργασία των Ελλήνων ανταρτών. 
Από τα τέλη Απριλίου μέχρι τα μέσα Ιουλίου 1944, συνολικά 12 αξιωματικοί και 130 άνδρες, χωρισμένοι σε 8 υποομάδες (Group I, μέχρι Group VIII) έφθασαν στην Ελλάδα και διασκορπίστηκαν σε διαφορετικές περιοχές, δρώντας ανεξάρτητα μεταξύ τους.
Οι Ελληνοαμερικανοί βρέθηκαν ανάμεσα στους Βρετανούς διοικητές τους και στους αντάρτες συμπολεμιστές τους, αλλά ήδη η συνεργασία των πρώτων με τους τελευταίους είχε αρχίσει να παρουσιάζει προβλήματα, καθώς οι προθέσεις και από τις δύο πλευρές είχαν πλέον ξεκαθαρίσει και φυσικά ήταν συγκρουόμενες.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό, ότι οι Βρετανοί είχαν ζητήσει από τα μέλη του OG να μην μιλούν ελληνικά με τους αντάρτες.
Αυτό έκανε τον ρόλο των Ελληνοαμερικανών αρκετά δύσκολο, όμως παρόλα αυτά η συνεργασία τους με τους αντάρτες ήταν αποτελεσματική, και μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου του 1944 που αποσύρθηκαν από την Ελλάδα, κατέγραψαν στο ενεργητικό τους συνολικά 76 επιχειρήσεις σαμποτάζ, που περιλάμβαναν 32 κατεστραμμένα τρένα, 5 επιθέσεις σε αυτοκινητοπομπές, 15 κατεστραμμένες γέφυρες, 10 χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών, 61 φορτηγά και κατ’ εκτίμηση 2000 εχθρικές απώλειες σε νεκρούς και τραυματίες.
Οι ίδιοι είχαν 3 νεκρούς και 23 τραυματίες.
Η αποτελεσματικότητά τους έκανε τη Γερμανική Διοίκηση να διατάξει την εκτέλεση των μελών του OG που θα συλλαμβάνονταν αιχμάλωτοι, παρόλο που φορούσαν την αμερικανική στολή.
Η OG πάντως έφυγε από την Ελλάδα πριν να βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να έχει αντιπάλους της τους χθεσινούς συμπολεμιστές της, τους Έλληνες αντάρτες.
Η ιστορία των Ελληνοαμερικανών κομάντο του OG, που δόθηκε στη δημοσιότητα μόλις το 1989, καταγράφεται με αρκετές λεπτομέρειες από ένα από τα μέλη του, τον Αndrew Mousalimas στο http://www.pahh.com/oss/toc.html.

31ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΡΓΥΡΗΣ

 
Εφαρμογή ανάλυσης πεπερασμένων στοιχείων σε έμβολο μηχανής

 O Ιωάννης Αργύρης γεννήθηκε το 1913 στον Βόλο, και ήταν ανηψιός από την πλευρά της μητέρας του, του διάσημου μαθηματικού Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή.
Ξεκίνησε τις σπουδές του το 1930 στη σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ, τις οποίες συνέχισε και ολοκλήρωσε στο Μόναχο.
Ο Β’ΠΠ τον βρίσκει στο Μόναχο και παρότι η ναζιστική Γερμανία του ζητάει να ενισχύσει το επιστημονική της δυναμικό, ο Αργύρης αρνείται, με αποτέλεσμα τον εγκλεισμό του σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Δραπετεύει όμως και διαφεύγει στην Ελβετία, όπου ολοκληρώνει το μεταπτυχιακό του στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης.
Στη συνέχεια πηγαίνει στην Αγγλία, όπου εργάζεται αρχικά στην αεραυπηγική βιομηχανία και στη συνέχεια στο Imperial College, ενώ αργότερα αναλαμβάνει παράλληλα καθηγητής Αεροδιαστημικής και στο Πανεπιστήμιο της Στουτγκάρδης.
Το 1956 αντιμετωπίζοντας το δύσκολο πρόβλημα της μελέτης αντοχής των ατράκτων των αεροσκαφών (εξαιτίας των πολυάριθμων ανοιγμάτων που υπάρχουν), ανάπτυξε τη μέθοδο των «πεπερασμένων στοιχείων» για τη μελέτη τους.
Η μέθοδος αυτή προσομοιάζει το σχήμα της ατράκτου (αλλά και οποιασδήποτε άλλης κατασκευής) με μικρά τρίγωνα, έτσι ώστε η ανάλυση των δυνάμεων να αναφέρεται κάθε φορά σε ένα τρίγωνο, που επιλύεται με τις κλασικές διανυσματικές μεθόδους.
Όμως, επειδή τα τρίγωνα είναι πάρα πολλά, η ανάλυση των αλληλεπιδράσεων όλων των τριγώνων είναι τόσο πολύπλοκη, που μόνο με ηλεκτρονικό υπολογιστή μπορεί να γίνει.
Το (JumboBoeing 747 ήταν το πρώτο αεροπλάνο που σχεδιάστηκε με αυτή τη μέθοδο.
Επιπλέον ασχολήθηκε με τις θερμικές θωρακίσεις των διαστημοπλοίων «Απόλλων» της NASA και «Ερμής» του Ευρωπαϊκού διαστημικού προγράμματος, αλλά και τη μελέτη της καλωδιωτής οροφής του Ολυμπιακού σταδίου του Μόναχου.
Ο Αργύρης, πέρα από ένθερμος πατριώτης στη σκέψη και την ψυχή, συνδύαζε ιδανικά την Ελληνική ευρηματικότητα με την Ευρωπαϊκή οργανωμένη σκέψη, με αποτέλεσμα να θεωρείται η μεγαλύτερη επιστημονική προσωπικότητα παγκοσμίως στον τομέα της Υπολογιστικής Μηχανικής. Πέθανε στη Στουτγκάρδη το 2004. 

32. ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΠΙΚΑΚΗΣ
  
                   
Ο Μανώλης Μπικάκης γεννήθηκε το 1954 κοντά στο Ρέθυμνο της Κρήτης, και υπηρετούσε τη θητεία του σαν καταδρομέας, όταν το 1974 μεταφέρθηκε μαζί με άλλους συναδέλφους του στην Κύπρο για να την υπερασπιστούν από την Τουρκική εισβολή.
Κάποια στιγμή, σε ζευγάρι με άλλον συνάδελφο και συμπατριώτη του, στέλνονται να υπερασπιστούν έναν λόφο λίγο έξω από τη Λευκωσία, με κύριο εφόδιο ένα αντιαρματικό όπλο και μερικά βλήματα. 
Όμως μέσα στο χαλασμό της μάχης οι δύο τους χωρίστηκαν, θεωρώντας ο καθένας τον άλλον νεκρό!
Παρόλο που έμεινε μόνος, ο Μπικάκης παραμένει στη θέση του και βρέθηκε αντιμέτωπος με έξι άρματα μάχης και ένα Τουρκικό τάγμα πεζικού!
 Βάλλοντας διαδοχικά εναντίον των αρμάτων, καταστρέφει τα πρώτα τέσσερα το ένα μετά το άλλο, και παρόλο που τα δύο εναπομείναντα κρύβονται, λίγο αργότερα καταστρέφει και το πέμπτο.
Οι Τούρκοι πεζοί στρατιώτες κρύβονται πανικόβλητοι σε κοντινό κτίριο, αλλά ο Μπικάκης ρίχνει τα βλήματα που του απέμειναν εναντίον του, γκρεμίζοντας μεγάλο μέρος του και θάβοντας τους Τούρκους στα ερείπιά του.
Συνολικά έμεινε στη θέση του επί τέσσερεις ημέρες χωρίς τροφή, πολεμώντας με ένα πολυβόλο που βρήκε κατά σύμπτωση στην περιοχή.
Όταν απολύθηκε από τον Στρατό εργάστηκε σαν οικοδόμος, κάνοντας οικογένεια και παιδιά.
Σκοτώθηκε το 1994 σε τροχαίο ατύχημα στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών.
Εξαιτίας του πολιτικού κλίματος της εποχής, η δράση του Μπικάκη όπως και πολλών άλλων ηρωϊκών περιπτώσεων της μάχης της Κύπρου έμειναν χωρίς επίσημη αναγνώριση, παρόλη την πρόταση του Διοικητή του για άμεση απονομή του «Χρυσού Αριστείου Ανδρείας».
Μόλις πολύ πρόσφατα, τον Ιανουάριο του 2015, ο Υπουργός Άμυνας Π. Καμμένος μαζί με ανώτατους στρατιωτικούς κατέθεσε στεφάνι στον τάφο του Μπικάκη στην ιδιαίτερη πατρίδα του, αναγνωρίζοντας την καθυστέρηση της πολιτείας να τιμήσει έναν «σύγχρονο ήρωα», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε. 

33ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΡΚΕΖΙΝΗΣ


Ο Σπύρος Μαρκεζίνης (1909 – 2000) ήταν νομομαθής, πολιτικός και ιστορικός.
Κατάγονταν από τη Σαντορίνη, και ήταν γιός και εγγονός βουλευτών.
Φυσικά κάθε άλλο παρά είναι άγνωστος στην ελληνική πολιτική ιστορία, αλλά η συμβολή του στην ανόρθωση της οικονομίας της δεκαετίας του 1950 με τολμηρές και ουσιαστικές αποφάσεις, τονίζει τη διαφορά με τις αποφάσεις της πρόσφατης πολιτικής ιστορίας που συνήθως λαμβάνονται με κύριο γνώμονα το πολιτικό κόστος.
Καθώς μετά τον Εμφύλιο η εμπλοκή του Αμερικανικού παράγοντα στην διαχείριση της οικονομίας της Ελλάδος ήταν έντονη (όχι πάντα σε βάρος του ελληνικού λαού), ο Μαρκεζίνης σαν υπουργός συντονισμού στην κυβέρνηση Παπάγου, κατόρθωνε να συνεννοείται μαζί τους, έχοντας ρεαλιστικές θέσεις και εξασφαλίζοντας για την ελληνική κυβέρνηση ανεξαρτησία δράσης.
Η υποτίμηση και το κόψιμο στη συνέχεια τριών μηδενικών της τότε δραχμής καθώς και η απελευθέρωση των εισαγωγών, έγιναν με τρόπο που έδωσε θεαματική ώθηση στην ελληνική οικονομία και παράλληλα εξάλειψε φαινόμενα αισχροκέρδιας, κατάλοιπα της γερμανικής κατοχής.
Η επόμενη ουσιαστική εμπλοκή του Μαρκεζίνη στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας ήταν τον Οκτώβριο του 1973, όταν έχοντας εξασφαλίσει την συγκατάθεση ή την ανοχή του μεγαλύτερου μέρους του τότε πολιτικού κόσμου (ήταν ακόμα η περίοδος της χούντας), δέχθηκε να βγάλει «τα κάστανα από τη φωτιά» σχηματίζοντας κυβέρνηση που θα οδηγούσε σε εκλογές στις αρχές του επόμενου έτους.
Τα γεγονότα όμως του Πολυτεχνείου τον πρόλαβαν και η κυβέρνησή του έπεσε, χωρίς να μπορέσει να ολοκληρώσει το έργο της.
Υπάρχει πάντως και η άποψη (αν μάλλον πρόκειται για "αστικό μύθο"), ότι τα γεγονότα του Νοεμβρίου του 1973 που έδωσαν την ευκαιρία στη χούντα του Ιωαννίδη (που προετοιμάζονταν από μήνες) να πάρει την εξουσία, συνδέονται και με την απρόθυμη συνεργασία της Ελλάδας στην τροφοδότηση από τους Αμερικανούς του Ισραήλ στον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ.
Η απόφαση του Μαρκεζίνη να συνεργαστεί με τη χούντα του Παπαδόπουλου έχει δεχτεί προφανώς και αρνητική κριτική, αλλά καλός πολιτικός είναι εκείνος που είναι αποτελεσματικός για το συμφέρον του λαού και μάλιστα μακροχρόνια, και όχι αυτός που βαδίζει εκ του ασφαλούς είτε για το πολιτικό του μέλλον είτε για την υστεροφημία του. 
Με τον θάνατό του, χαρακτηρίστηκε από μερίδα του τύπου σαν ο «...τελευταίος ευπατρίδης».

ΥΓ: Και κάτι ενδιαφέρον από την "Πολιτική Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας" του Σ. Μαρκεζίνη: 
«Το 1951 πρωθυπουργός της Ελλάδας ήταν ο Ν. Πλαστήρας, που επέμενε στο εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής. Η CIA όμως προτιμούσε το πλειοψηφικό σύστημα για να κερδίσει ο Α.Παπάγος τις εκλογές με μεγάλη αυτοδυναμία. Ο Ν. Πλαστήρας κάθε πρωί περνούσε από την καφετζού του που, την πίστευε απόλυτα. Έτσι δωροδοκήθηκε αδρά η καφετζού και τον έπεισε, ότι με πλειοψηφικό σύστημα θα κέρδιζε τις εκλογές, που αμέσως το εισήγαγε, αλλά έχασε πανηγυρικά».
Πηγή: https://www.skai.gr/news/opinions/as-proseksoume-ligo-tis-profiteies  

34. ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΥΚΟΥΔΗΣ


Ο Ιωάννης Λυκούδης γεννήθηκε στο Μεσολόγγι το 1910 και χρειάστηκε να δουλέψει από μικρός, καθώς έμεινε νωρίς ορφανός από πατέρα.
Καθώς ήταν άριστος μαθητής εισήχθηκε και τελείωσε την Στρατιωτική Ιατρική Σχολή, υπηρετώντας μερικά χρόνια σε ορεινές περιοχές πριν προσβληθεί από φυματίωση, γεγονός που τον υποχρέωσε να παραιτηθεί από τον στρατό και να επιστρέψει στο Μεσολόγγι για να ασκήσει την ιατρική.
Σαν γιατρός ήταν ιδιαίτερα αγαπητός επειδή θεράπευε χωρίς αμοιβή τους φτωχούς, και μάλιστα εκλέχθηκε δήμαρχος για δύο συνεχόμενες τετραετίες.
Μια σημαντική προσφορά του Λυκούδη στην περιοχή του Μεσολογγίου ήταν η καταπολέμηση της ελονοσίας που μάστιζε την περιοχή, που τη θεράπευε με ένα δικό του ενδομυϊκό παρασκεύσαμα κινίνης, σαν έναν πιο αποτελεσματικό και καλύτερα ανεκτό τρόπο χορήγησης σε σχέση με το κλασικό χάπι.
Καθώς και ο ίδιος ο Λυκούδης υπέφερε από έλκος του στομάχου, παρατήρησε ότι η λήψη αντιβιοτικών το οδηγούσε σε ύφεση, οπότε συσχέτισε το έλκος με κάποιο μικροβιακό παράγοντα, κάτι που όμως αντίβαινε στις καθιερωμένες ιατρικές αντιλήψεις της εποχής του που συνέδεαν το έλκος με το άγχος.
Εργαζόμενος επάνω σ’ αυτή του την παρατήρηση, πειραματίστηκε και βελτίωσε το «κοκτέϊλ» των αντιβιοτικών που χορηγούσε για το έλκος και τη γαστρίτιδα προσθέτοντας και βιταμίνη Α, πετυχαίνοντας έτσι την θεραπεία πολλών ασθενών του.
Προσπάθησε μάλιστα να βιομηχανοποιήσει το παρασκεύασμά του που το ονόμασε «Eλγάκο» από τις λέξεις έλκος, γαστρίτιδα και κολίτιδα, αλλά συνάντησε από αδιαφορία έως και εχθρότητα από τους συναδέλφους του, που έφθασε μέχρι την επιβολή προστίμου σε βάρος του από ιατρικό πειθαρχικό συμβούλιο.
Ο Λυκούδης πέθανε το 1980 με μόνη ικανοποίησή του τη θεραπεία πάνω από 30.000 ασθενών και τα γράμματα ευγνωμοσύνης πολλών απ’ αυτούς, δύο μόλις χρόνια πριν δικαιωθεί από την έρευνα δύο Αυστραλών επιστημόνων, που επιβεβαίωσαν ότι το έλκος του στομάχου προκαλείται από το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, ανακάλυψη που τους απέφερε το Νόμπελ Ιατρικής το 2005. 

35. ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ


Ο Χρήστος Παπακυριακόπουλος ήταν ένας πολύ σημαντικός Έλληνας μαθηματικός, διεθνούς φήμης αλλά κλειστός και μοναχικός χαρακτήρας, κάτι που στάθηκε εμπόδιο στο να γίνει ευρύτερα γνωστός έξω από τα στενά όρια της επιστήμης του.
Ο Παπακυριακόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1914 και μεγάλωσε σε άνετο οικογενειακό περιβάλλον.
Σπούδασε στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ, όπου συνάντησε τον καθηγητή μαθηματικών Ν. Κρητικό (του οποίου αργότερα έγινε βοηθός), που βλέποντας το μαθηματικό ταλέντο του φοιτητή του τον προέτρεψε να μεταγραφεί στη Μαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Στον τομέα των μαθηματικών πια, ασχολήθηκε με την Τοπολογία, έναν νέο κλάδο των Μαθηματικών την εποχή εκείνη, μάλιστα σε μια επίσκεψη στην Αθήνα του Καραθεοδωρή (που ήταν ήδη καταξιωμένος μαθηματικός) του έδωσε ένα αντίγραφο της διδακτορικής του διατριβής, την οποία ο Καραθεοδωρή σχολίασε πολύ ευνοϊκά.
Στον πόλεμο του ’40 υπηρέτησε στο αλβανικό μέτωπο και κατά την Κατοχή εντάχθηκε στο ΕΑΜ, ενώ μετά τα Δεκεμβρινά διέφυγε από την Αθήνα και δίδαξε Αριθμητική σε μαθητές δημοτικού σχολείου στην Καρδίτσα.
Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας τον Φεβρουάριο του 1945 επανήλθε στο Πολυτεχνείο, αλλά σύντομα απολύθηκε εξαιτίας των αριστερών του πεποιθήσεων, μαζί με τον μέντορά του Ν. Κρητικό, και άρχισε να εργάζεται μόνος του επάνω σε διάφορα μαθηματικά θέματα.
Η τύχη τον ευνόησε, όταν στέλνοντας κάποια σχόλιά του επάνω σ’ ένα μαθηματικό πρόβλημα στον καθηγητή Ράλφ Φοξ στο Πρίνστον των ΗΠΑ, τον εντυπωσίασε και του έγινε πρόταση να εργαστεί εκεί.
Πράγματι ο Παπακυριακόπουλος πήγε στο Πρίνστον το 1948 όπου έζησε ουσιαστικά το υπόλοιπο της ζωής του ασχολούμενος με τα μαθηματικά, αλλά μόνος του σαν ερευνητής, καθώς εξαιτίας του κλειστού του χαρακτήρα δεν θέλησε να πάρει έδρα διδάσκοντος καθηγητή.
Η συνεισφορά του «Πάπα» όπως τον αποκαλούσαν στην Αμερική, ήταν τρία πολύ σημαντικά θεωρήματα της Τοπολογίας των Μαθηματικών που το 1964 του απέφεραν την ύψιστη διάκριση στον τομέα της γεωμετρίας, το βραβείο Βέμπλεν, ενώ αργότερα έβαλε και τις βάσεις για την επίλυση της Εικασίας του Πουανκαρέ, που επιλύθηκε τελικά μόλις το 2002.
Κατά την παραμονή του στο Πρίνστον οι ελληνικές αρχές προσπάθησαν να προκαλέσουν την απέλασή του χωρίς αποτέλεσμα, ενώ μετά τη Μεταπολίτευση το 1974 του αποδόθηκε πάλι η ελληνική ιθαγένεια.
Ήταν όμως πολύ αργά για τον Παπακυριακόπουλο, ο οποίος πέθανε δύο χρόνια αργότερα από καρκίνο του στομάχου.

36. ΦΩΚΙΩΝ Ο ΑΘΗΝΑΙΟΣ και ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ Β'.

Αν ο Αριστείδης έμεινε γνωστός στην Ιστορία σαν "δίκαιος", το προσωνύμιο που ταιριάζει καλύτερα στον Φωκίωνα είναι "χρηστός". Ο Φωκίων έζησε σε μια "άχαρη" για την αρχαία Αθήνα περίοδο, απ’ όταν ο Φίλιππος Β΄ ξεκινούσε την κατάκτηση της Ελλάδας, μέχρι και μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου και την κατοχή της επαναστατημένης Αθήνας από τους Μακεδόνες.
Αν και από τη φύση του ήταν σοβαρός, απλός, εχθρός της κολακείας και συντηρητικός, έχαιρε της γενικής εκτίμησης των Αθηναίων που τον εξέλεξαν 45 φορές στρατηγό και σε πολλές περιπτώσεις, υπακούοντας στα ψηφίσματα της πόλης του, νίκησε σε μάχες τους Μακεδόνες παρόλο που ανήκε στη φιλομακεδονική παράταξη! Ακόμα και όταν οι Μακεδόνες τελικά επικράτησαν στη διένεξη με την Αθήνα, ο Φωκίων παρέμεινε φτωχός και αδιάφθορος και συχνά μεσολαβούσε στους Μακεδόνες που τον εκτιμούσαν ιδιαίτερα, υπέρ των Αθηναίων. Το τέλος του Φωκίωνα στα 84 του χρόνια θυμίζει αυτό του Σωκράτη, καθώς ήπιε το κώνειο μετά από συκοφαντίες των δημαγωγών, κάτι για το οποίο πολύ σύντομα μετάνιωσαν οι Αθηναίοι, που του έστησαν ανδριάντα και εκτέλεσαν τον βασικό του κατήγορο.
Παρότι σοβαρός, ο Φωκίων έγινε πρωταγωνιστής σε αρκετά ανέκδοτα, ενδεικτικά του χαρακτήρα του. Όταν ο Δημοσθένης προέτρεπε τους Αθηναίους να πολεμήσουν μακριά από την Αθήνα τους Μακεδόνες (στην κατοπινή μάχη της Χαιρώνειας), Ο Φωκίων είπε: «Ας μην εξετάζουμε πού θα πολεμήσουμε, αλλά πώς θα νικήσουμε. Για τους ηττημένους όλες οι συμφορές είναι κοντά». Όταν ο Δημοσθένης του είπε: «Θα σε σκοτώσουν οι Αθηναίοι αν εκμανούν», απάντησε: «και εσένα αν βάλουν μυαλό».  Μαθαίνοντας τον θάνατο του Φίλιππου οι Αθηναίοι πανηγύριζαν, αλλά ο Φωκίων σχολίασε: «Η δύναμη των Μακεδόνων μειώθηκε απλά κατά ένα άτομο».
Όταν ο Αλέξανδρος του έστειλε κάποιο χρηματικό ποσό με το αιτιολογικό ότι τον θεωρούσε έντιμο, ο Φωκίων το επέστρεψε λέγοντας: «Ας με αφήσει λοιπόν να φαίνομαι και να είμαι έντιμος». Όταν οι Αθηναίοι ξεσηκώθηκαν μετά την είδηση για τον θάνατο του Αλέξανδρου, είπε: «Αν είναι σήμερα νεκρός, θα είναι και αύριο και μεθαύριο, ώστε να αποφασίσουμε με ηρεμία». Πριν από κάποια μάχη με τους Μακεδόνες, βλέποντας την κακή κατάσταση του αθηναϊκού στρατού: «Ω Ηρακλή, πολλούς στρατηγούς βλέπω, αλλά πόσους λίγους στρατιώτες».
Σχολιάζοντας κάποιοι τα πυκνά του φρύδια που του έδιναν βλοσυρό ύφος, ο Φωκίων απάντησε: «Αυτά τα φρύδια δεν σας λύπησαν ποτέ, τα γέλια άλλων όμως έκαναν πολλές φορές την πολιτεία να κλάψει». Τέλος, όταν του ζήτησαν χρήματα για να αγοράσουν το κώνειο της εκτέλεσής του, είπε: «Ούτε να πεθάνει δεν μπορεί κανείς στην Αθήνα, αν δεν πληρώσει».
Στο γιό του Φώκο, άφησε παραγγελία να μην κρατήσει κακία στους Αθηναίους.

Ο Αγησίλαος Β', μία γενιά μεγαλύτερος από τον Φωκίωνα, έμοιαζε πολύ με αυτόν ως προς τις αρετές του, είχε όμως μία πολύ διαφορετική πορεία ζωής. Κινητικός και αποτελεσματικός, "όργωσε" τη Μικρά Ασία νικώντας τους Πέρσες ή συμμαχώντας με ανταγωνιστικούς σατράπες, αλλά αναγκάστηκε να γυρίσει στην Ελλάδα μέσω Θράκης και Μακεδονίας προσπαθώντας να περιορίσει την Θηβαϊκή ηγεμονία, ενώ σε ηλικία άνω των 80 ετών εξεστράτευσε στην Αίγυπρο για να συμμετάσχει στους αγώνες για τη φαραωνική διαδοχή.
Όντας πιο ανοικτός και εύθυμος τύπος από τον Φωκίωνα, δεν είναι περίεργο ότι και για τον Αγησίλαο υπάρχουν αρκετά "ανέκδοτα", με πιο χαρακτηριστικό αυτό που είπε αναφερόμενος στη δωροδοκία των αντιπάλων ελληνικών πόλεων από τους Πέρσες με χρυσούς δαρεικούς, που είχαν σαν σύμβολο από τη μία πλευρά έναν τοξότη", ότι τον έδιωξαν από τη Μ. Ασία 10.000 (αλλού αναφέρονται 30.000) τοξότες.
Παρακάτω, ένα προτεινόμενο βίντεο του "Ιστορικού Περιηγητή" που περιγράφει σύντομα αλλά πολύ χαρακτηριστικά τη ζωή και τη δράση του Αγησίλαου Β': https://youtu.be/VYUUjtL-htw

37. Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΑΠΑΣ (ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ε΄).

Ο Πέτρος Φιλάργης (Πιέτρο Φιλάργκι στα Ιταλικά) όπως ήταν το όνομά του, έφτασε να εκλεγεί Πάπας στις αρχές του 15ου αιώνα, όταν επικρατούσε έντονο Σχίσμα μέσα στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας, γι’ αυτό και αναφέρεται σαν Αντιπάπας.
Ο Φιλάργης γεννήθηκε στην Κρήτη στα μέσα του 14ου αιώνα. Αν και είχε την ατυχία να χάσει νωρίς τον πατέρα του, είχε την  τύχη να βοηθηθεί από Φραγκισκανούς μοναχούς τους οποίους ακολούθησε και στον τρόπο ζωής τους, ενώ στη συνέχεια έκανε θεολογικές σπουδές υψηλού επιπέδου στα καλύτερα πανεπιστήμια της εποχής του σε Πάδοβα, Οξφόρδη και Παρίσι. 
Ανεβαίνοντας γρήγορα στην ιεραρχία της Καθολικής Εκκλησίας έγινε αρχιεπίσκοπος Μεδιολάνων (Μιλάνου) το 1402.  Ήταν η εποχή που εξαιτίας του Καθολικού Σχίσματος υπήρχαν ήδη δύο Πάπες, ένας στη Ρώμη και ένας στην Αβινιόν της Γαλλίας. Το 1409 συμμετείχε σαν καρδινάλιος στη Σύνοδο της Πίζας με σκοπό την επανένωση της Καθολικής Εκκλησίας. Λίγο αργότερα εκλέχθηκε Πάπας από την πλειοψηφία του κογκλαβίου της Πίζας με το όνομα Αλέξανδρος Ε΄ και καθώς ακόμα διαρκούσε το Σχίσμα μεταξύ Ρώμης και Αβινιόν, εκείνη την περίοδο κατάληξε να υπάρχουν ταυτόχρονα τρείς Πάπες! Μερικούς μήνες αργότερα και ενώ ο Αλέξανδρος Ε΄ εργάζονταν για την κατάργηση του Σχίσματος στην Μπολόνια, πέθανε ξαφνικά δημιουργώντας υποψίες για δολοφονία με δηλητήριο.
Στην επιτύμβια πλάκα του χαράχθηκε:
CRETENSIS EX DOMOCILIO CRETENSIS NUN CUPATUS, δηλαδή: Κρητικός στην καταγωγή, Κρητικός αναφερόμενος.
Ο ίδιος έλεγε: Υπήρξα πλούσιος επίσκοπος, φτωχός καρδινάλιος και φτωχότερος Πάπας.

38. Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΑΘΩΝΑ.

Ο τύμβος και η γύρω περιοχή του Μαραθώνα.

Πέρα από την παγκόσμια γνωστή μάχη του Μαραθώνα του 490 π.Χ., υπάρχει και μια δεύτερη που έγινε στον ίδιο χώρο στις 5 Ιουλίου 1824, μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, που επίσης υπήρξε νικηφόρα για τους Έλληνες. Η μάχη αυτή δόθηκε όταν στην βορειοανατολική Αττική αποβιβάστηκε ο Ομέρ Πασάς της Καρύστου με 3.000 άνδρες με σκοπό να προελάσει και να καταλάβει την Αθήνα, εκμεταλλευόμενος τις ελληνικές εμφύλιες έριδες. Εναντίον του έσπευσε ο Γιάννης Γκούρας, φρούραρχος Αθηνών, με 600 Έλληνες.
Ο Γκούρας εκμεταλλεύθηκε την ύπαρξη παλαιού τείχους επάνω στον λόφο του τύμβου του Μαραθώνα, από την περιοχή του οποίου θα πέρναγαν οι Τούρκοι, για να οχυρωθεί. Χρησιμοποίησε επίσης την ιστορία του τόπου για να εμψυχώσει και να παρακινήσει τους συμπολεμιστές του.
Και ενώ ο αγώνας με τους Τούρκους εξελίσσονταν αμφίρροπος, μια άφιξη την τελευταία στιγμή μιας ομάδας Ελλήνων πολεμιστών από την Κόρινθο υπό τον στρατηγό Ευμορφόπουλο, έγειρε αποφασιστικά την πλάστιγγα της μάχης υπέρ των Ελλήνων. Οι Τούρκοι είχαν 260 νεκρούς και εγκατέλειψαν το πεδίο της μάχης αφήνοντας πολλά λάφυρα, ενώ 30 κεφάλια νεκρών Τούρκων τα έστειλε ο Γκούρας στην Αθήνα σαν τρόπαιο.
Δυστυχώς ο Γκούρας αν και είχε συμμετοχή σε αρκετές νικηφόρες μάχες κατά την Επανάσταση του 21, όπως αυτή στο Χάνι της Γραβιάς, αμαύρωσε το όνομά του συνδέοντάς το κυρίως με τη βάρβαρη δολοφονία του παλιού οπλαρχηγού του Οδυσσέα Ανδρούτσου, στο φρουραρχείο της Ακρόπολης τον Ιούνιο του 1825.

39. ΟΙ ΜΑΧΕΣ ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΝΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΝΙΝΑΣ.

Η περιοχή του μάχης του Μακρυνόρους, στο βορειοανατολικό μέρος του Αμβρακικού κόλπου.

Η μάχη του Μακρυνόρους ήταν μία από τις σημαντικότερες μάχες που έδωσε η αντιστασιακή οργάνωση του ΕΟΕΑ – ΕΔΕΣ του Βάλτου (αρχηγός ΕΔΕΣ ο  Ναπολέων Ζέρβας), με την αυτοκινητοπομπή της ιταλικής μεραρχίας Brenero και με τμήματα της γερμανικής μεραρχίας Edelweiss που έσπευσαν σε βοήθεια των Ιταλών. 
Η επίθεση έγινε στα πλαίσια της επιχείρησης «Animals» των Συμμάχων που αποσκοπούσε στην παραπλάνηση του Άξονα ως προς το σημείο της κύριας απόβασης των συμμαχικών δυνάμεων στη Νότια Ευρώπη, αλλά και την παρεμπόδιση της αποστολής ενισχύσεων στην Ιταλία.
Η απόβαση στην Ιταλία ξεκίνησε στη Σικελία στις 10 Ιουλίου του 1943, οπότε μία μεραρχία Ιταλών δυνάμεως 7.000 στρατιωτών που μεταφέρονταν από 680 οχήματα και συνοδεύονταν από 4 άρματα μάχης υπό τη διοίκηση του στρατηγού  Άλντο Πριντσίβαλε, προερχόμενη από την Αττική και αφού στάθμευσε στο Αγρίνιο, έσπευσε να μετακινηθεί προς Άρτα με σκοπό στη συνέχεια μέσω της Δυτικής Ελλάδας να μεταφερθεί στην Ιταλία. 
Για την αντιμετώπισή της, μια δύναμη 450 ανδρών του ΕΔΕΣ με αρχηγό τον οπλαρχηγό και γιατρό Στυλιανό Χούτα, κατόπιν διαταγής του Συμμαχικού Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής τοποθετήθηκε στο βόρειο τμήμα της στενή διάβαση του Μακρυνόρους, στη μέση περίπου της διαδρομής Αμφιλοχίας – Άρτας.
Η μάχη σε διάφορες φάσεις διήρκεσε από τις 14 έως τις 21 Ιουλίου και σταμάτησε με επιτυχία την προέλαση των Ιταλών, παρόλο που οι τελευταίοι στο τέλος είχαν και τη βοήθεια γερμανικών τμημάτων. 
Οι εχθρικές απώλειες έφθασαν τους 100 νεκρούς και τραυματίες, 2 άρματα και 9 οχήματα, ενώ οι ελληνικές απώλειες ήταν μόνο 5 νεκροί και 37 τραυματίες. 
Η μάχη σταμάτησε μόνον μετά από ειδοποίηση του Συμμαχικού Στρατηγείου ότι η απόβαση στη Σικελία είχε πετύχει. 
Αν και η μάχη του Μακρυνόρους που καθυστέρησε τους Ιταλούς κατά 17 ημέρες για να φθάσουν στην Άρτα ήταν μια από τις πλέον επιτυχείς αντάρτικες επεμβάσεις στην κατεχόμενη Ελλάδα, δεν έχει προβληθεί ιδιαίτερα κυρίως επειδή δόθηκε χωρίς τη συμμετοχή του ΕΛΑΣ.

Αντίστοιχα άγνωστη παραμένει και η μάχη της Μενίνας (σήμερα Νεράιδα Θεσπρωτίας) έναν περίπου χρόνο αργότερα από τη μάχη του Μακρυνόρους, η οποία δόθηκε αντίστοιχα μετά την επιτυχή απόβαση των Συμμάχων στη Νορμανδία (6 Ιουνίου 1944), σαν προπαρασκευή για επιθετικές ενέργειες κατά τη διαφαινόμενη αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα.
Από τα τέλη Ιουνίου 1944 από τον ΕΔΕΣ, στην περιοχή ευθύνης του οποίου βρίσκονταν η Ήπειρος, ξεκίνησε συστηματικές επιθετικές ενέργειες εναντίον των Γερμανών, κατόπιν παρότρυνσης του Συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής.
Στην περιοχή της Θεσπρωτίας επιχειρούσε ήδη η 10η μεραρχία του ΕΔΕΣ με επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Β. Καμάρα, ο οποίος στις 27 Ιουνίου απελευθέρωση την Παραμυθιά. Λίγες μέρες μετά δόθηκε νέα νικηφόρα μάχη στο Κεφαλόβρυσο με γερμανικές δυνάμεις στις οποίες συμμετείχε και σημαντικός αριθμός Τσάμηδων (Αλβανών μουσουλμάνων εγκατεστημένων στην περιοχή).Στις 17 και 18 Αυγούστου οι μάχες επικεντρώθηκαν στη Μενίνα, 20 χιλιόμετρα ανατολικά της Ηγουμενίτσας στο δρόμο για τα Ιωάννινα, που βρίσκεται σε φυσική οχυρή θέση και κοντά της υπάρχει σημαντική γέφυρα. Στη μάχη συμμετείχαν και μέλη Αμερικανών και Βρετανών σαμποτέρ που πολεμούσαν στο πλευρό των Ελλήνων. Οχυρωμένος στη Μενίνα ήταν ένας λόχος Γερμανών μαζί με αρκετούς Τσάμηδες σε ρόλο πολιτοφυλακής.
Επί σχεδόν δύο εικοσιτετράωρα οι αντάρτες σφυροκοπούσαν τους οχυρωμένους στα σπίτια Γερμανούς που πολεμούσαν με πείσμα, μέχρι που κάποιοι άντρες υπό τον Β. Καμάρα κατάφεραν να εισχωρήσουν στον οικισμό, με αποτέλεσμα οι Γερμανοί να αναγκασθούν να παραδοθούν. Συνελήφθησαν περίπου 100 Γερμανοί αιχμάλωτοι οι οποίοι αντιμετωπίσθηκαν κανονικά σαν αιχμάλωτοι πολέμου, όσοι όμως Τσάμηδες δεν κατόρθωσαν να διαφύγουν αντιμετωπίσθηκαν σαν προδότες και εκτελέσθηκαν. 
Οι νεκροί ήταν 100 από την πλευρά των Γερμανών και Τσάμηδων, ενώ 24 από την πλευρά των Ελλήνων καθώς και ένας Άγγλος αξιωματικός.

40. ΤΡΕΙΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΥΧΟΔΙΩΚΤΕΣ, ΤΟΥ 16ου και 17ου ΑΙΩΝΑ.
Ο Pedro de Candia (Πέτρος από τον Χάνδακα) γεννήθηκε το 1485 στο Ηράκλειο Κρήτης και ήταν από τους πρώτους Έλληνες που αποβιβάστηκαν στην αμερικάνικη ήπειρο, σαν μέλος της ισπανικής στρατιωτικής αποστολής με ειδικότητα στα πυροβόλα.
Ακολούθησε τον Φρανθίσκο Πιθάρρο στην κατάκτηση του Περού και πήρε μέρος στην αιματηρή μάχη της Καχαμάρκα, όπου 200 Ισπανοί αντιμετώπισαν 7000 Ίνκας, ενώ αργότερα επέστρεψε στην Ισπανία με τον Πιθάρρο και τιμήθηκε από τον βασιλιά της Κάρολο Ε’.



Ξαναπήγε στην Αμερική, όπου μπλέχθηκε σε μία εμφύλια διαμάχη των Ισπανών και άλλαξε στρατόπεδο, προσχωρώντας στον αντίπαλο του Πιθάρρο, Αλμάγκρο.
Το 1542, κατά τη διάρκεια μιας μάχης το πυροβολικό που διοικούσε ο Πέδρο δεν απέδωσε τα αναμενόμενα και ο Αλμάγκρο υποπτευόμενος προδοσία τον σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια.

O Juan de Fuca (Ιωάννης Φωκάς ή Απόστολος Βαλεριάνος) γεννήθηκε στο Βαλεριάνο της Κεφαλονιάς το 1535, αλλά νέος ξενιτεύτηκε και εργάστηκε για μεγάλο διάστημα σαν πλοηγός στο στόλο των Δυτικών Ινδιών της Ισπανίας.
Σ’ ένα ταξίδι του στις Φιλιππίνες αιχμαλωτίστηκε από Άγγλους μαζί με το πλοίο του, χάνοντας τα πάντα.
Όταν αργότερα αφέθηκε ελεύθερος ταξίδεψε στο Μεξικό και έπεισε το εκεί Ισπανό αντιβασιλιά να του δώσει ένα μικρό πλοίο για να βρει το θρυλούμενο θαλάσσιο πέρασμα από τον Ειρηνικό στον Ατλαντικό. Έκανε και δεύτερο ταξίδι για τον σκοπό αυτόν, χωρίς φυσικά αποτέλεσμα και τελικά αναχώρησε για την Ισπανία ελπίζοντας σε κάποια ανταμοιβή από τον Ισπανό βασιλιά, αλλά και πάλι οι ελπίδες του διαψεύσθηκαν.

Στο ταξίδι της επιστροφής προς την Κεφαλονιά συνάντησε έναν Άγγλο που του υποσχέθηκε ότι θα μεσολαβούσε σε άτομα με επιρροή ώστε να μπορέσει να συνεχίσει τις εξερευνήσεις του, αλλά και αυτές οι ελπίδες του ήταν μάταιες και τελικά επέστρεψε και πέθανε στην Κεφαλονιά το 1602.
Το 1787 ένα βρετανός πλοίαρχος έδωσε το όνομα του Φωκά (Strait of Juan de Fuca) στον πορθμό ανάμεσα στο νησί Βανκούβερ (που ανήκει στον Καναδά) και την περιοχή του Σιάτλ στην πολιτεία της Ουάσιγκτον, στη δυτική ακτή των ΗΠΑ.

Ο Costantin Phaulkon (Κωσταντής Γεράκης) γεννήθηκε στην Άσσο της Κεφαλονιάς το 1647. Σε μικρή ηλικία εγκατέλειψε το νησί του και σαν ναύτης ξεκίνησε μια τυχοδιωκτική διαδρομή υπηρετώντας σε αγγλικά πλοία και ταξιδεύοντας κυρίως στις Ινδίες.


Αργότερα έγινε υπάλληλος της Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών στην Ινδονησία, ενώ το 1675 εγκαταστάθηκε στο Σιάμ. Καθώς ήταν πολύγλωσσος και ικανός, αναρριχήθηκε γρήγορα στα αξιώματα και το 1683 έφτασε να διοριστεί πρωθυπουργός της χώρας.
Στη συνέχεια επιδίωξε συνεργασία με τους Γάλλους, η οποία όμως δεν πήγε καλά, με αποτέλεσμα ο Γεράκης να ζημιωθεί οικονομικά. Στο μεταξύ ο βασιλιάς του Σιάμ αρρώστησε βαριά, και ο πολιτικός του αντίπαλος το 1688 βρήκε την ευκαιρία να δολοφονήσει τόσο τον διάδοχο του θρόνου όσο και τον ίδιο τον Γεράκη.
Το σπίτι του στο Λομπούρι υπάρχει μέχρι σήμερα και αποτελεί τουριστικό αξιοθέατο.
Κατά περίεργη σύμπτωση, ένας σχεδόν συνομήλικος και σχεδόν συνονόματος του Γεράκη, ο Λιβέριος Γερακάρης ήταν διαβόητος Μανιάτης πειρατής, ο οποίος όμως λειτούργησε εναντίον των Ελλήνων συνεργαζόμενος άλλοτε με τους Τούρκους και άλλοτε με τους Ενετούς. Και μάλλον αυτός είναι το πρότυπο για τον αρνησιπάτριδα πειρατή στο μυθιστόρημα του Ιουλίου Βέρν "Το Αιγαίο στις φλόγες".

41. ΙΣΩΣ Ο ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΟΣ ΣΑΜΠΟΤΕΡ ΤΟΥ Β΄ΠΠ (ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΙΒΑΝΟΦ).


Ο Γέρζι (Γεώργιος) Ιβάνοφ γεννήθηκε το 1911 στην τότε ρωσοκρατούμενη Βαρσοβία. Ο πατέρας του ήταν Ρώσος αξιωματικός του τσαρικού στρατού και η μητέρα του Πολωνή. Τη δεκαετία του '20 ο νεαρός Ιβάνοφ εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη με τη μητέρα του, η οποία παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο τον Έλληνα έμπορο Ιωάννη Λαμπριανίδη.
Ο Ιβάνοφ διακρινόταν για τα αθλητικά του προσόντα και το 1928 γράφτηκε στον Ηρακλή Θεσσαλονίκης. Αρχικά, ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο, ενώ στη συνέχεια διέπρεψε ως κολυμβητής και το 1934 αναδείχθηκε πρωταθλητής Ελλάδας στα 100 μ. ελεύθερης κολύμβησης. Το 1938 απέκτησε πτυχίο γεωπονικής από το Πανεπιστήμιο της Λουβέν στο Βέλγιο, όπου επίσης διακρίθηκε στην κολύμβηση και στο πόλο.
Μετά τη έκρηξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα κατέφυγε στην Παλαιστίνη, όπου εκπαιδεύτηκε ως πράκτορας και σαμποτέρ από τους Άγγλους.
Το 1941 έφθασε στην Ελλάδα με αγγλικό υποβρύχιο και συνδέθηκε στην Αθήνα με μέλη αντιστασιακών οργανώσεων. Με τη βοήθεια των Αθηναίων συνεργατών του, συγκέντρωνε πληροφορίες και οργάνωνε σαμποτάζ σε βάρος των Γερμανών κατακτητών. Τα κυριότερα σαμποτάζ που οργάνωσε ήταν στο εργοστάσιο πυρομαχικών των αδελφών Μαλτσινιώτη (μετέπειτα ΠΥΡΚΑΛ) σε κινητήρες πολεμικών αεροπλάνων, και σε πλοία και υποβρύχια του Άξονα, στα οποία έφτανε κολυμπώντας και προσκολλούσε επάνω τους εκρηκτικές νάρκες.
Επιχείρησε ακόμα να ανατινάξει και το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία το 1942, όπου κατά πληροφορίες θα κατέλυε ο Μουσσολίνι. Όμως ο Μουσσολίνι παρέμεινε μόνο για λίγες ώρες στην Αθήνα, οπότε η επιχείρηση ματαιώθηκε.
Τον Δεκέμβριο του 1941 συνελήφθη μετά από προδοσία φιλικού του προσώπου, αλλά κατόρθωσε να δραπετεύσει. Τον Σεπτέμβριο του 1942 τον συνέλαβαν πάλι, μαζί με τους συνεργάτες του Κοντόπουλο, Μαλλιόπουλο και τους αδελφούς Γιαννάτου, κατόπιν προδοσίας Έλληνα αστυνομικού. Τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου ο Ιβάνοφ καταδικάσθηκε σε θάνατο μαζί με τους Κοντόπουλο, Παλιόπουλο και Δημήτριο Γιαννάτο, ενώ ο Κωνσταντίνος Γιαννάτος καταδικάσθηκε σε κάθειρξη 20 ετών.
Το πρωί της 4ης Ιανουαρίου του 1943, οι τέσσερεις μελλοθάνατοι οδηγήθηκαν στον τόπο της εκτέλεσης, στην Καισαριανή. Ο Ιβάνοφ επιχείρησε να διαφύγει στο δάσος,  αλλά οι Γερμανοί τον πυροβόλησαν και τον συνέλαβαν. Λίγο πριν πέσει νεκρός από τις σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος, αναφώνησε: «Ζήτω η Ελλάς! Ζήτω η Πολωνία!».
Προς τιμήν του Γεωργίου Ιβάνοφ το κλειστό γυμναστήριο του Ηρακλή Θεσσαλονίκης, ονομάστηκε «Ιβανώφειο», ενώ στον περιβάλλοντα χώρο του υπάρχει η προτομή του. Έχει τιμηθεί με παράσημα και πολεμικές διακρίσεις από την Ελλάδα, την Πολωνία και τη Μεγάλη Βρετανία, ενώ το πολωνικό φιλμ του 1972 με τίτλο «Agent #1» αφηγείται τη δράση του.

42. ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΚΛΗΤΗΡΑΣ.


O Κώστας Τσικλητήρας κατάφερε να τιμήσει την πατρίδα του τέσσερις φορές σαν ολυμπιονίκης στα άλματα άνευ φοράς, και τελικά να της δώσει και τη ζωή του.
Γεννήθηκε το 1888 στην Πύλο της Μεσσηνίας από εύπορη οικογένεια, και ενώ ο πατέρας του τον προόριζε για οικονομικές σπουδές, ο ίδιος στράφηκε στον αθλητισμό εντασσόμενος στον «Πανελλήνιο».
Μετά από μερικές αρχικές αποτυχίες, το ύψος του, η αλτικότητά του και η συστηματική προπόνηση απέδωσαν, και στους αγώνες της Σμύρνης το 1907 κατέκτησε τρία χρυσά μετάλλια. Οι επιτυχίες συνεχίστηκαν και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου την επόμενη χρονιά με δύο ασημένια μετάλλια, στο ύψος άνευ φοράς και στο μήκος άνευ φοράς, ενώ στους Ολυμπιακούς της Στοκχόλμης κέρδισε χρυσό στο μήκος άνευ φοράς και χάλκινο στο ύψος άνευ φοράς.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα του έγινε θριαμβευτική υποδοχή, αλλά λίγο μετά ξέσπασε ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος (1912) και ο Τσικλητήρας στρατεύτηκε. Αν και είχε τη δυνατότητα να παραμείνει στην Αθήνα αρνήθηκε και ζήτησε να πάει στο μέτωπο.
Εκεί προσβλήθηκε από μηνιγγίτιδα και άφησε την τελευταία του πνοή τον Φεβρουάριο του 1913, σε ηλικία μόλις 25 ετών.
Προς τιμήν του, ο Πανελλήνιος διοργανώνει από το 1963 συνάντηση στίβου με την επωνυμία «Τα Τσικλητήρεια».

43. ΙΩΑΝΝΗΣ ΘΕΟΦΙΛΟΠΟΥΛΟΣ (ΚΑΡΑΒΟΓΙΑΝΝΟΣ).


Ο Ιωάννης Θεοφιλόπουλος ή Καραβόγιαννος ή αργότερα Τσάκαλος, ήταν ένας από τους σημαντικούς αγωνιστές του ’21 παρότι σπάνια αναφέρεται το όνομά του, έχοντας το μοναδικό προνόμιο να έχει καθοριστική συμμετοχή στις δύο πιο σημαντικές πυρπολήσεις τουρκικών καραβιών.
Ο Θεοφιλόπουλος γεννήθηκε στα Λαγκάδια της Γορτυνίας το 1790 και νέος αναγκάστηκε να φύγει από την πατρίδα του εξαιτίας της διαμάχης του με έναν Τούρκο, για να καταλήξει ναυτικός στα Ψαρά. Από εκεί, συμμετείχε στις 27 Μαΐου 1821 (ναυμαχία Ερεσού) σαν πηδαλιούχος στο πυρπολικό με το οποίο ο Δ. Παπανικολής έβαλε φωτιά σ’ ένα μεγάλο δικάταρτο τούρκικο πολεμικό πλοίο με 74 κανόνια και περισσότερους από 1000 άνδρες πλήρωμα. Η πυρπόληση αυτή ήταν πολύ σημαντική για το ηθικό του ελληνικών ναυτικών δυνάμεων, γιατί απέδειξε τη δυνατότητα και επιβεβαίωσε τη μέθοδο καταστροφής  των πολύ μεγαλύτερων τουρκικών πλοίων με ελάχιστα μέσα, με την προϋπόθεση ότι θα υπήρχε ένα πλήρωμα πρόθυμο να διακινδυνεύσει τη ζωή του. (Ο Κανάρης χαρακτηριστικά είχε πει για την πυρπόληση στη Χίο: οι Τούρκοι από πάνω μας ήταν τόσοι πολλοί, που αν μας έφτυναν θα μας έπνιγαν!).
Μετά από περίπου έναν χρόνο, στις 6 Ιουνίου 1822, συμμετέχοντας πάλι σαν πηδαλιούχος αυτή τη φορά στο πυρπολικό του Κ. Κανάρη και ζητώντας εκδίκηση για τη σφαγή στη Χίο, πυρπόλησαν και ανατίναξαν την τουρκική ναυαρχίδα σε όρμο της Χίου (τρικάταρτο με 84 κανόνια και 2000 άνδρες πλήρωμα), συμπαρασύροντας στον θάνατο και τον Τούρκο αρχιναύαρχο Καρά Αλή.
Για τις δύο αυτές του συμμετοχές, η Βουλή της νήσου των Ψαρών και ο Κ. Κανάρης αντίστοιχα, του απένειμαν σχετικά πιστοποιητικά, ο Κανάρης μάλιστα τονίζει και την ικανότητά του να «εμποδίζει τις διχόνοιες».
Στο ενδιάμεσο, έχει πάρει μέρος σε πολυάριθμες ναυτικές επιχειρήσεις στο Αιγαίο ενώ τον Φεβρουάριο του 1822 πήρε μέρος στη ναυμαχία των Πατρών, από τον Αύγουστο όμως του ίδιου έτους συνέχισε τον αγώνα στη στεριά στο πλευρό των Κ. Δεληγιάννη και Θ. Κολοκοτρώνη.
Η συμμετοχή του στις μάχες της ξηράς και ειδικά σ’ αυτή των Τρικόρφων του κληροδότησε και το προσωνύμιο «Τσάκαλος» για την παλληκαριά του, ενώ μετά την Ανεξαρτησία στη δεκαετία του ’30 τοποθετήθηκε για δύο χρόνια αρχηγός της πολιτοφυλακής στην Τριπολιτσά.
Πέθανε στην Αθήνα το 1885 σε βαθιά γεράματα, πάμπτωχος και πικραμένος για την έλλειψη αναγνώρισης της προσφοράς του από την πολιτεία, αλλά όχι ξεχασμένους από τους απογόνους των συμπολεμιστών του, όπως του εγγονού του Θ. Κολοκοτρώνη, Θεόδωρου Γενναίου Κολοκοτρώνη, ο οποίος του είχε αφιερώσει αντί επικήδειου το παρακάτω τετράστιχο:

Ήταν λιοντάρι της ξηράς
Της θάλασσας δελφίνι
Τον τρέμαν σαν τον άκουγαν
Και Τούρκοι και Αλτζερίνοι.

Επίσης, το σύγχρονο Πολεμικό Ναυτικό έχει δώσει από τη δεκαετία του ’80 το όνομά του σ’ ένα πλοίο εξυπηρέτησης Φάρων (ΠΦΑ ΚΑΡΑΒΟΓΙΑΝΝΟΣ)

44. Ο ΑΘΛΟΣ ΤΟΥ «ΑΡΗ».

                                                            Πίνακας του Κ. Βολανάκη.


Η ελληνική ιστορία είναι γεμάτη από περιπτώσεις, κατά τις οποίες πολύ ασθενέστερες ελληνικές δυνάμεις κατόρθωσαν να νικήσουν ή να αντιμετωπίσουν με επιτυχία πολύ ισχυρότερες εχθρικές. Σε πολύ λίγες περιπτώσεις όμως η διαφορά ήταν τόσο κραυγαλέα, όσο στην έξοδο που επιχείρησε με επιτυχία το πολεμικό πλοίο «Άρης» από τον κόλπο του Ναυαρίνου, στις 26 Απριλίου του 1825.

Ο «Άρης» είχε ναυπηγηθεί λίγα χρόνια πριν την επανάσταση του ‘21 στη Ιταλία, για λογαριασμό του Υδραίου πλοιοκτήτη Αναστάσιου Τσαμαδού και το αρχικό του όνομα ήταν «Αλέξανδρος Α’». Ήταν κατηγορίας «μπρικιού» (δικάταρτο) με εκτόπισμα 350 τόνους, έφερε 16 πυροβόλα και πλήρωμα που έφτανε τα 82 άτομα. Το 1821 ο ιδιοκτήτης του το μετονόμασε σε «Άρη» και με αυτό το όνομα έλαβε μέρος σε πολλές ναυτικές επιχειρήσεις των Ελλήνων.

Η πιο ένδοξη στιγμή του «Άρη» όμως ήρθε στα τέλη του Απριλίου του 1825, όταν καθώς μετάφερε πολεμικό υλικό στην Πάτρα, με πρωτοβουλία του ιδιοκτήτη και κυβερνήτη του Α. Τσαμαδού έριξε άγκυρα στον όρμο του Ναυαρίνου για να βοηθήσει τους 1500 περίπου Έλληνες που πολιορκημένοι στο Νιόκαστρο (στα νότια της Πύλου), απέκρουαν τα πεζοπόρα τμήματα του στρατού του Ιμπραήμ.

Στις 26 Απριλίου ο Ιμπραήμ αποφασίζει να καταλάβει τη Σφακτηρία πριν βάλει τα πλοία του στον όρμο, την οποία υπερασπίζονταν περίπου 800 Έλληνες με αρχηγό τον Αναγνωσταρά και με συμμετοχή του Σ. Σαχίνη, του Ιταλού φιλέλληνα Σ. Σανταρόζα και του κυβερνήτη του «Άρη» Α. Τσαμαδού. Οι μισοί περίπου από τους Έλληνες έπεσαν στη μάχη αυτή συμπεριλαμβανομένων και όλων των προαναφερόμενων. Ο Ν. Βότσης, κυβερνήτης της «Αθηνάς» ενός άλλου ελληνικού πλοίου στον όρμο του Ναυαρίνου, ο οποίος βρίσκονταν και αυτός στη Σφακτηρία, μέσα στην αναμπουμπλούλα που επικράτησε κατάφερε να επιβιβαστεί όχι στη βάρκα του δικού του πλοίου, αλλά σε αυτή του «Άρη». Από τα οκτώ ελληνικά πλοία που βρίσκονταν στον όρμο τα επτά κατάφεραν να διαφύγουν πριν τα αιγυπτιακά εισέλθουν σ’ αυτόν, ο «Άρης» όμως περιμένοντας μάταια τον κυβερνήτη του καθυστέρησε και απέπλευσε όταν πια επιβεβαιώθηκε ο θάνατος του Τσαμαδού, έχοντας παραλάβει εκτός του Βότση, τον Δ. Σαχτούρη και τον Α. Μαυροκορδάτο.

Ήδη όμως ο «Άρης» βρέθηκε περικυκλωμένος από 35 εχθρικά πλοία κάθε μεγέθους που είχαν μπει στον κόλπο. Με  κυβερνήτη πλέον τον Ν. Βότση, για πάνω από τρεις ώρες γίνεται ο στόχος των εχθρών όχι μόνο από τα πλοία αλλά και από τη Σφακτηρία που έχει καταληφθεί. Δύο άνδρες του σκοτώνονται και άλλοι επτά τραυματίζονται. Οι δυο γεροντότεροι του πληρώματος έχουν πάρει θέση στην πυριτιδαποθήκη, έτοιμοι να την ανατινάξουν σε περίπτωση που κινδυνεύσει το πλοίο να πέσει στα χέρια των δυνάμεων του Ιμπραήμ. Έκπληκτα τα εχθρικά πλοία παρακολουθούν τις προσπάθειες του «Αρη» να ξεφύγει. Μια πυρκαγιά σε ένα απ’ αυτά και ζημίες σε άλλα, έχουν ως αποτέλεσμα να αποσπαστεί η προσοχή του εχθρικού στόλου και μέχρι να ανασυνταχθεί, σε συνδυασμό με το σούρουπο, ο «Άρης» βρίσκει την ευκαιρία να να βγει από τον όρμο.

Το κατόρθωμα του «Άρη» τον έκανε πανελλήνια γνωστό. Γι' αυτό και το νεοσύστατο ελληνικό κράτος αγόρασε το θρυλικό σκαρί το 1829, το επισκεύασε, το μετονόμασε σε «Αθηνά» και το αξιοποίησε ως εκπαιδευτικό πλοίο στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Είκοσι χρόνια αργότερα, ο «Άρης» πήρε πίσω το ιστορικό του όνομα και το 1900 έδεσε στο λιμάνι του Πόρου, όπου λειτουργούσε και πάλι σαν εκπαιδευτικό. Το 1921, στην επέτειο των 100 ετών από την επανάσταση του ’21 βυθίστηκε με τιμητικούς κανονιοβολισμούς κοντά στη (πρώην) νησίδα Κυρά της Σαλαμίνας, εξαιτίας οικονομικών δυσχερειών για τη συντήρησή του. Ήταν το μακροβιότερο πλοίο της Ελληνικής Επανάστασης. Από το πλοίο έχει διασωθεί η ξύλινη προτομή του «Άρη» (βαμμένη όμως να μοιάζει με μαρμάρινη) που βρίσκεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο (παλαιά Βουλή), ενώ ένας ιστός του χρησιμοποιείται για τις ανάγκες του σηματορείου στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας.

45. Το «ΖΑΛΟΓΓΟ» ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ.


 
Όλοι γνωρίζουν τη θυσία των Σουλιωτισσών στο Ζάλογγο το 1803, λίγοι όμως γνωρίζουν ότι και ο Πόντος είχε το δικό του «Ζάλογγο», 120 περίπου χρόνια νωρίτερα.
Το 1680, όταν στην περιοχή της Πάφρας (ή Μπάφρας) στον Δυτικό Πόντο ηγέτης ήταν ο Χασάν Αλήμπεης, δόθηκε διαταγή να συλληφθούν οι νεαρές γυναίκες ως εμπόρευμα για τα σκλαβοπάζαρα.
Οι κάτοικοι από το χωρίο Ασάρ κλείστηκαν στο κάστρο Ασάρκαλε κοντά στον Άλυ ποταμό. Η πολιορκία κράτησε 48 ημέρες, αλλά στο τέλος καθώς πολλοί άρχισαν να πεθαίνουν από τις στερήσεις αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Όμως 20-30 νεαρές γυναίκες προτίμησαν τον θάνατο πέφτοντας στα βράχια κάτω από το κάστρο, από ύψος 150 μέτρων. Από τότε το κάστρο μετονομάστηκε σε Κιζ Καλεσί, δηλαδή «Κάστρο των Κοριτσιών» (υπάρχει όμως και κάστρο με το ίδιο όνομα σε βραχονησίδα στη νότια Τουρκία, νοτιοδυτικά της Μερσίνης).
Η θυσία των κοριτσιών τιμάται μέχρι σήμερα από τους Πόντιους με τον χορό «Θανατί Λάγγεμαν» (Πήδημα Θανάτου), που χορεύεται από γυναίκες σε κύκλο, ενώ κάποια στιγμή αρχίζουν με τη σειρά, η μία μετά την άλλη να πέφτουν κάτω.
Σαν αντίδραση στο γεγονός αυτό αλλά και στις γενικευμένες διώξεις, πολλοί νέοι της περιοχής ανέβηκαν στα βουνά οπλισμένοι και άρχισαν ανταρτοπόλεμο εναντίον των Τούρκων. Οι ομάδες αυτές πήραν το όνομα «Εσχιάδες» (από το τούρκικο «ληστές», αλλά για τους Έλληνες «εκδικητές») και η δράση τους εκτείνεται στην περίοδο από το 1700 μέχρι το 1850, χωρίς όμως ποτέ να οργανωθούν με κοινό στρατηγικό σχεδιασμό.
Την περίοδο του 1821, οι Τούρκοι συλλαμβάνουν με το πρόσχημα της επιστράτευσης για τις ανάγκες του Οθωμανικού στρατού χιλιάδες Έλληνες της Πάφρας και δένοντάς τους ανά δύο πισθάγκωνα τους πετούν μέσα στον ποταμό Άλυ για να πνιγούν. Ο Άγγλος εξερευνητής και γεωγράφος Ένσουωρθ (William Francis Ainsworth) υπολογίζει τους Έλληνες που θανατώθηκαν με αυτό τον τρόπο κατά την περίοδο 1818-1822 σε περίπου 4000.
Στους Έλληνες του Πόντου απευθύνεται η έκκληση του Ρήγα από τον Θούριό του (στίχοι 73-74):

«Λεβέντες αντριωμένοι, Μαυροθαλασσινοί,
Ο βάρβαρος ως πότε θε να σας τυραννή;»

 46. ΟΙ ΠΟΝΤΙΟΙ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΛΟΧΟΥ.

Οι δύο πλευρές της σημαίας του Υψηλάντη στη μάχη του Δραγατσανίου.

Για τη συμμετοχή των Ποντίων στην Επανάσταση του 1821 υπάρχουν πολύ λίγες πληροφορίες. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι ο αρχηγός που ουσιαστικά την ξεκίνησε (Α. Υψηλάντης) και ο αδελφός του και αρχηγός στην τελευταία της μάχη (Δ. Υψηλάντης), ήταν ποντιακής καταγωγής από το χωριό Υψηλή κοντά στην Τραπεζούντα, όπου οι πρόγονοί τους ζούσαν μέχρι τα μέσα του 17ου αιώνα.
Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε και τον τρίτο αδελφό Νικόλαο, που έλαβε μέρος σαν επικεφαλής του Ιερού Λόχου στη μάχη του Δραγατσανίου, τον Ιούνιο του 1821.
Ο Βούλγαρος ιστορικός Νικολάι Τοντόροφ στο έργο του «Η Βαλκανική διάσταση της Επανάστασης του 1821»,αναφέρει ονομαστικά 1000 αγωνιστές που επέζησαν τραυματισμένοι ή όχι της μάχης του Δραγατσανίου, από τους οποίους οι μισοί ήταν Έλληνες και από αυτούς οι 18 ήταν από την περιοχή του Πόντου. Ο σουλτάνος μάλιστα θεωρώντας ότι ο Ιερός Λόχος ήταν ποντιακή στρατιωτική μονάδα, διέταξε τη σφαγή των προκρίτων της Αργυρούπολης. (Η Αργυρούπολη ευημερούσε, εξαιτίας των μεταλλείων αργύρου στην περιοχή της).
Στο βιβλίο του Κ. Μ. Κωνσταντινίδη «Η συμβολή των Μικρασιατών εις την εθνικήν αναγέννησιν», αναφέρονται ονομαστικά 17 άτομα που αγωνίστηκαν κατά την επανάσταση του 1821 στην Ελλάδα ή την Κρήτη, από τα οποία 5 ήταν από την Τραπεζούντα, 6 από τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, 4 από την Σινώπη και 2 από την Αργυρούπολη, με το επώνυμο Μαυροθαλασσίτης να αναφέρεται συχνότερα. Ενδεχομένως βέβαια τόσο το όνομα αυτό όσο και τα άλλα ονόματα, όπως Τραπεζούντιος, Σιναπλής, Κιουμουσχανελής (δηλαδή από την Αργυρούπολη) να είναι ψευδώνυμα, για την αποφυγή αντεκδικήσεων των Τούρκων προς τις οικογένειες που άφηναν πίσω τους.
Ειδικότερα, ο Αλέξιος Μαυροθαλασσίτης ήρθε πρώτα στην Ύδρα και κατόπιν, τον Οκτώβριο του 1821, κατέβηκε στην Κρήτη μαζί με 120 συμπολεμιστές του από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία.

Σημείωση: Στην Κρήτη είχαν καταφύγει πολλοί Πόντιοι μετά την άλωση της Τραπεζούντας το 1461.

Ο Μαυροθαλασσίτης υπερασπίστηκε το μοναστήρι του Αρκαδίου τον Ιανουάριο του 1822 μαζί με άλλους Κρήτες οπλαρχηγούς, ενώ έλαβε μέρος και στη μάχη του Μαλεβιζίου, όπου διακρίθηκε ιδιαίτερα. Δυστυχώς δολοφονήθηκε μάλλον από δικούς του ανθρώπους τον Μάιο του 1822, θύμα έριδων μεταξύ τοπικών οπλαρχηγών.

 47. ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΛΕΣΒΙΟΣ.

 

Το μοναδικό χειρόγραφο του Β. Λεσβίου που σώζεται και φέρει την υπογραφή του.

Ο Βενιαμίν Λέσβιος γεννήθηκε στο Πλωμάρι της Λέσβου γύρω στο 1760 και πέθανε από τύφο στο Ναύπλιο το 1824. Νέος πήγε στις Κυδωνίες (Αϊβαλί, απέναντι από τη Λέσβο, κοντά σε θείο του ηγούμενο σε μονή της περιοχής, όπου χειροτονήθηκε μοναχός. Στις Κυδωνίες σπούδασε στη φημισμένη Σχολή του Ιωάννη Οικονόμου, τις οποίες σπουδές συνέχισε στην Πάτμο, ενώ αργότερα γύρισε πίσω στη Σχολή του Οικονόμου για να διδάξει. Το 1790 ταξίδεψε στην Πίζα και το Παρίσι όπου γνωρίστηκε με τον Κοραή, ενώ έζησε και για έναν χρόνο στην Αγγλία κυρίως για να σπουδάσει Αστρονομία.
Το 1799 επέστρεψε πάλι στη Σχολή του Οικονόμου για να διδάξει. Η διδασκαλία του περιλάμβανε μαθήματα Φιλοσοφίας, Φυσικής, Μαθηματικών, Αστρονομίας, αλλά και τη διεξαγωγή πειραμάτων.
Χάρη στη διδασκαλία του απέκτησε μεγάλη φήμη, αλλά εξαιτίας του περιεχομένου της κατηγορήθηκε από την Εκκλησία σαν άθεος, ιδιαίτερα καθώς δίδασκε το ηλιοκεντρικό σύστημα του Κοπέρνικου, το οποίο είχε βέβαια καθιερωθεί στη Δύση. Παρόμοια κατηγορήθηκε σαν άθεος και διώχθηκε και ο κατοπινός διευθυντής της Σχολής του Οικονόμου, ο επίσης φημισμένος δάσκαλος Θεόφιλος Καΐρης, κυρίως για τη διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού, οι οποίες είχαν ήδη επικρατήσει στη Δύση.
Εδώ να σημειωθεί ότι η επίσημη Εκκλησία αντιδρούσε έντονα σε οποιονδήποτε φιλοσοφικό ή επιστημονικό νεωτερισμό, ειδικά αν προέρχονταν από την «παπική» Δύση, θεωρώντας ότι η Αγία Γραφή έχει την απάντηση σε όλα τα θέματα και οποιαδήποτε περαιτέρω έρευνα είναι «εκ του πονηρού».
Ο Λέσβιος παρέμεινε πάντως στη Σχολή μέχρι το 1821 οπότε και τελικά εκδιώχθηκε για τις ιδέες του. Στη συνέχεια, προσπαθώντας να επιβιώσει και διδάσκοντας ιδιωτικά σε σπίτια ευπόρων, ακολούθησε μια διαδρομή που τον έφερε από την Κωνσταντινούπολη και το Βουκουρέστι (όπου στο Ιάσιο μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία), μέχρι τη Σμύρνη όπου δίδαξε στην Ευαγγελική Σχολή της. Με το ξέσπασμα της Επανάστασης γύρισε στην Ελλάδα, προσπαθώντας να συγκεντρώσει πολεμοφόδια, να ξεσηκώσει και να βοηθήσει με κάθε τρόπο στον Αγώνα, αργότερα μάλιστα συμμετείχε και στις δύο πρώτες Εθνοσυνελεύσεις.
Ο Βενιαμίν ο Λέσβιος, σήμερα θεωρείται ως ένας από τους μεγάλους δάσκαλους του Γένους, μαζί με τους λιγότερο ίσως γνωστούς, Ιώσηπο Μοισιόδακα, Χριστόδουλο Παμπλέκη, Γεώργιο Σουγδουρή και άλλους.

 48. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗΣ ΜΕΡΤΖΕΛΛΟΣ (ΣΟΦΙΚΙΤΗΣ).

Επιστολή του Θ. Κολοκοτρώνη προς τον Χατζηγιάννη Μερτζέλλο.

Ο Χατζηγιάννης Μερτζέλλος γεννήθηκε το 1791 στο Σοφικό Κορινθίας και γι’ αυτό πήρε το προσωνύμιο Σοφικίτης. Νέος μετανάστευσε στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας, ψάχνοντας ένα καλύτερο μέλλον.
Καθώς οι επιχειρήσεις του πήγαν καλά, κάλεσε και τον αδελφό του Αθανάσιο, ενώ απέκτησε και πολυπληθή οικογένεια.
Παραμονές της Επανάστασης μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, οπότε στη συνέχεια έστειλε τον αδελφό του πίσω στο Σοφικό για να ετοιμάσει τον ξεσηκωμό της περιοχής. Στη συνέχεια ήλθε και ο ό ίδιος θυσιάζοντας οικογενειακή γαλήνη και περιουσία, την οποία χρησιμοποίησε για να εξοπλίσει και να συντηρεί ένα στρατιωτικό σώμα από 500 μέχρι 1000 άντρες, ανάλογα με τις συνθήκες.
Συμμετείχε στην πολιορκία της Ακροκορίνθου και πολέμησε εναντίον του στρατού του Δράμαλη υπό τις διαταγές του Νικηταρά. Συχνά έπαιρνε διαταγές απευθείας από τον Θ. Κολοκοτρώνη ο οποίος τον εκτιμούσε ιδιαίτερα, όπως και όλοι οι συμπολεμιστές του. Έφτασε μάλιστα μέχρι τον βαθμό του αντιστράτηγου, μετά από πρόταση των προκρίτων της Κορίνθου.
Αφού έλαβε μέρος σε πολυάριθμες μάχες μέχρι το τέλος του Αγώνα, στο τέλος αποσύρθηκε στο Σοφικό με την οικογένειά του, πάμφτωχος πλέον, περιμένοντας μάταια κάποια ανταμοιβή από την πατρίδα του. Πέθανε στα Εξαμίλια το 1860. 

Ο Χατζηγιάννης Μερτζέλλος είναι από τις πιο ανιδιοτελείς μορφές της Επανάστασης του 1821, ένας γνήσιος πατριώτης που έδωσε τα πάντα στον αγώνα για την ελευθερία παραμένοντας ο ίδιος στη σκιά της Ιστορίας, έχοντας μόνον την τύχη και την ικανοποίηση να ζήσει για να δει την πατρίδα του ελεύθερη, γνωρίζοντας ότι και ο ίδιος έχει συμβάλει σημαντικά σ’ αυτό.

49. Ο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΑΓΑΣ (ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΥΡΜΟΥΛΗΣ).

 

Ο Μιχάλης Κουρμούλης, γεννήθηκε το 1765 στο χωριό Κουσές στη Νότια Κρήτη, και μέχρι το Πάσχα του 1821 ήταν γνωστός σαν μωαμεθανός με το όνομα Χουσεΐν Αγάς και μάλιστα σαν αγάς των «ξεκουκούλωτων» της Μεσαράς, όπως ονόμαζαν οι Κρητικοί τους ντόπιους γενίτσαρους.
Ο Κουρμούλης όμως όπως και όλη η οικογένεια και οι συγγενείς του, ήταν κρυπτοχριστιανοί από τον 17ο αιώνα που φαινομενικά είχαν αλλαξοπιστήσει.
Ο ίδιος, με την ιδιότητα του αγά είχε βοηθήσει συχνά τους χριστιανούς της περιοχής του και ενώ στον ενετικής κατασκευής πύργο του στο Κουσέ είχε φιλοξενήσει κατά καιρούς Τούρκους επίσημους για να αποσείσει υποψίες για την πραγματική πίστη του, στα υπόγεια του πύργου λειτουργούσε εκκλησία και υπήρχαν χώροι όπου η οικογένειά του τελούσε τα χριστιανικά της καθήκοντα και τηρούσε τα μυστήρια της εκκλησίας.
Έχοντας όμως μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία, το Πάσχα του 1821 αποκάλυψε δημόσια τη χριστιανική του πίστη και τέθηκε επικεφαλής της ευρύτερης οικογένειας των Κουρμούληδων που αριθμούσε πάνω από 75 ενόπλους, καθώς και πολλών άλλων Μεσαριτών.
Το επεισόδιο μάλιστα της αποκάλυψης του χριστιανού πλέον Μιχάλη Κουρμούλη περιγράφεται γλαφυρά, αν και σε αρχαΐζουσα γλώσσα, από τον ιστορικό και φιλόλογο Βασίλειο Ψιλάκη.
Αρχικά πραγματοποίησε μαζί με άλλους οπλαρχηγούς ενέδρες στις οθωμανικές δυνάμεις της περιοχής του Ρεθύμνου, ενώ κάποια στιγμή κατέφυγε στην Κάσο αλλά στη συνέχεια επέστρεψε στην Κρήτη.
Αν και είχε προταθεί από μερίδα των συμπατριωτών του σαν γενικός αρχηγός του ξεσηκωμού της Κρήτης, τελικά δεν ήταν η επιλογή του Υψηλάντη για τη θέση αυτή. Σαν αρχηγός όμως μιας μεγάλης ομάδας επαναστατών, κατάφερε να νικήσει επανειλημμένα τους Οθωμανούς, ενώ πρώτος συγκρότησε οργανωμένο ιππικό στην Κρήτη.
Μετά από την κατάπνιξη της επανάστασης στο νησί, κατέφυγε τραυματισμένος στην Ύδρα, όπου και υπέκυψε στα τραύματά του το 1824.
Μεταξύ των ετών 1821 - 1830, υπολογίζεται ότι έπεσαν στον αγώνα για την ελευθερία της Κρήτης γύρω στα 100 μέλη της οικογένειας των Κουρμούληδων.

50. ΤΑ ΚΑΙΚΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΥΓΗΣ.

Αν και το καΐκι «Αγία Κυριακή» χάρις στο ομώνυμο τραγούδι της Ρένας Κουμιώτη σε στίχους Κώστα Βίρβου και μουσική Μίμη Πλέσσα έγινε γνωστό για το ρόλο του στη διαφυγή πολλών Ελλήνων αλλά και συμμάχων στρατιωτικών με σκοπό να συνεχίσουν τον πόλεμο στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής, δεν ήταν το μοναδικό. Παρόμοιο ρόλο έπαιξαν και τα καΐκια «Παναγιά», «Αγία Παρασκευή» και αρκετά άλλα.
Οι καπετάνιοι που συνήθως ήταν και ιδιοκτήτες τους, ήταν φτωχοί ψαράδες και ναυτικοί που αψηφώντας τους κινδύνους πήραν μέρος σε μυστικές αποστολές και μετέφεραν με τα καΐκια και τις βάρκες τους δεκάδες πατριώτες και στρατιωτικούς Έλληνες και συμμάχους στις τουρκικές ακτές, προκειμένου να συνεχίσουν τον αγώνα για την ελευθερία. Το ενδιαφέρον είναι ότι τα περισσότερα ταξίδια γίνονταν με κανονικά χαρτιά που εξέδιδαν οι ίδιοι οι Γερμανοί, δηλαδή κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη τους.
Το συνηθισμένο δρομολόγιο ήταν από τη Ραφήνα στο Τσεσμέ στα Μικρασιατικά παράλια απέναντι από τη Χίο, αλλά υπήρχαν αναχωρήσεις και από Πειραιά και Λαύριο με συχνούς προορισμούς τη Σάμο, την Ικαρία και τη Χίο, απ’ όπου με άλλα καΐκια οι φυγάδες πέρναγαν απέναντι, αλλά γίνονταν  και «δρομολόγια» κατ’ ευθείαν για την Αλεξάνδρεια.
Το «Παναγία» ήταν του Ικαριώτη καπετάνιου Σταμάτη Τρατρά (ή Τσατρά), ο οποίος μέσα στον Ιούνιο του 1941 έκανε δυο από τα πρώτα δρομολόγια, συγκεκριμένα στο Τσεσμέ, βοηθώντας τη διαφυγή Ελλήνων αξιωματικών και σημαντικών πολιτικών προσώπων. Συνολικά έκανε 19 διαδρομές μέχρι τη σύλληψή του από τους Γερμανούς μετά από προδοσία, τον άγριο βασανισμό του και την εκτέλεσή του τον Μάιο του 1943.
Το «Αγία Παρασκευή» με καπετάνιο τον Κώστα Γιαγκουδάκη έκανε 17 δρομολόγια με προορισμούς κυρίως τη Σάμο, τη Χίο και την Ικαρία, μέχρι τη σύλληψή του από τος Γερμανούς και την εκτέλεσή του τον Ιούνιο του 1942.
Το «Αγία Κυριακή» του τραγουδιού, ανήκε στον Καρυστινό καπετάνιο Καδή. Το σκάφος πραγματοποίησε αρκετές αποστολές κυρίως το καλοκαίρι του 1941. Δυστυχώς αυτό το καΐκι μετά την Κατοχή αφέθηκε στη μοίρα του και σάπισε σε κάποια ακτή, ενώ ανακατασκευασμένο θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στα πλοία- εκθέματα στο Φαληρικό Δέλτα.
Σημαντική δράση ανέπτυξε ο και ο καπετάν Κώστας Μεγαλοοικονόμος από την Ικαρία με το καΐκι του «Ειρήνη», με το οποίο πραγματοποίησε αλλεπάλληλες αποστολές διαφυγής, αλλά παράλληλα «κούρσευε» και επιταγμένα καΐκια μοιράζοντας δωρεάν τα φορτία στον πεινασμένο λαό.
Μετά την απελευθέρωση όμως καταδόθηκε σαν κομμουνιστής και εξορίστηκε σε Μακρόνησο και Αϊ Στράτη. Το 1955 βρισκόμενος στην Ικαρία, παίρνει στο καΐκι του 5 καταζητούμενους αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού και 3 εξόριστους που κρύβονταν εκεί καθώς και την κόρη του, και πηγαίνουν στη Ρουμανία, όπου και έζησε μέχρι το 1976 που πέθανε.
Μια ειδική περίπτωση ήταν η «Ευαγγελίστρια» του Σαμιώτη Μιλτιάδη Χούμα, ο οποίος όταν κάποια στιγμή βρέθηκε στη Λεμεσό εντάχθηκε σε μυστική οργάνωση των Βρετανών με σκοπό τη φυγάδευση Βρετανών στρατιωτών που είχαν αποκλειστεί στην ηπειρωτική Ελλάδα. Μετά από απαραίτητες μετατροπές και βελτιώσεις που έγιναν στο καΐκι του, ο καπετάν Χούμας κατάφερε να διασώσει 48 Βρετανούς αλλά και 100 Ιταλούς μετά τη συνθηκολόγηση της χώρας τους. Οι Γερμανοί τον συνέλαβαν τρεις φορές αλλά κατάφερε να γλυτώσει. Μια χαρακτηριστική αποστολή του Χούμα ήταν η φυγάδευση από την Κεφαλλονιά στη Σμύρνη του Βρετανού John Capes, μοναδικού διασωθέντα από τη βύθιση του βρετανικού υποβρυχίου "Περσέας" από νάρκη, στο ναυάγιο του οποίου χάθηκε και ο Έλληνας υποπλοίαρχος Νικόλαος Μέρλιν.
Μια άλλη ιδιαίτερη περίπτωση ήταν του Κρητικού Ιωάννη Γραμματικάκη ή «Χάρη», ο οποίος αν και όχι ο ίδιος ιδιοκτήτης καϊκιού, οργάνωσε με μυστικότητα τη φυγάδευση εκατοντάδων Ελλήνων και Βρετανών στη Μέση Ανατολή, αλλά και συμπατριωτών του από την Αττική στην Κρήτη. Για τις ανάγκες της μεταφοράς τους, είχε στρατολογήσει ιδιοκτήτες καϊκιών από την Πάρο και είχε δημιουργήσει καταφύγια στην Αντίπαρο με την συνεργασία των ντόπιων.
Ο Παναγιώτης Λίβας, παλιός φίλος του πριν από τον πόλεμο, του παραχώρησε το καΐκι «Βενετία» για τη μυστική διαφυγή των Κρητών. Η πρώτη διαδρομή έγινε τον Αύγουστο του 1941, οπότε ο Γραμματικάκης με την πρόφαση της μεταφοράς φρούτων, μετέφερε 120 Κρητικούς στην Αντίπαρο. Στη συνέχεια, εξασφαλίζοντας άδεια από τον τοπικό Ιταλό διοικητή, τους μετέφερε από την Αντίπαρο στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης.
Όταν κάποια στιγμή το «Βενετία» επιτάχθηκε από τις κατοχικές αρχές, ο «Χάρης» έπεισε Κρητικούς και Παριανούς φίλους του να διαθέσουν τα καΐκια τους, με αποτέλεσμα να μεταφερθούν από τις ακτές της Αττικής μέσω Αντιπάρου στην Κρήτη 2500 εγκλωβισμένοι συμπατριώτες του.
Αξίζει επίσης να γίνει αναφορά στη «μικρή Δουνκέρκη» που διαδραματίσθηκε τον Απρίλιο του 1941, καθώς πολεμικά σκάφη του Βρετανικού Στόλου και επιταγμένα μεταγωγικά πέτυχαν έναν άθλο, αφού κατόρθωσαν να διασώσουν από τα λιμάνια και τις ακτές της ηπειρωτικής Ελλάδας την πλειοψηφία του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος. Επιχειρώντας κάτω από την απόλυτη υπεροχή της Luftwaffe, τα βρετανικά πλοία πραγματοποίησαν αλλεπάλληλες διαδρομές απεγκλωβίζοντας στρατεύματα τα οποία στη συνέχεια μετέφεραν στην Κρήτη και στην Αλεξάνδρεια. Χαρακτηριστικό των δυσκολιών που αντιμετώπισαν στις αποστολές εκκένωσης ήταν το ότι από τους 50700 συνολικά στρατιωτικούς που διασώθηκαν, μόνο οι 14000 επιβιβάστηκαν από αποβάθρες ή άλλες λιμενικές εγκαταστάσεις. Οι υπόλοιποι διέφυγαν τις νυκτερινές ώρες, από παραλίες και αιγιαλούς, χρησιμοποιώντας αποβατικές ακάτους, βάρκες και μικρά καΐκια.

51. ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ (PETE DEMAS).

 

Ο Επαμεινώνδας Δημόπουλος γεννήθηκε το 1905 στον σημερινό Φενεό της Κορινθίας.
Δέκα χρόνων έφυγε για τις ΗΠΑ όπου ζούσαν ήδη τα μεγαλύτερα αδέλφια του, και άλλαξε το όνομά του σε Pete Demas.
Γύρω στα είκοσί του χρόνια έτυχε να γνωρίσει τον κατοπινό ναύαρχο και διάσημο εξερευνητή Richard Byrd, και το 1926 τον συνόδευσε σε μία 16-ωρη πτήση γύρω από την Σπιτσβέργη (ανατολικά της Γροιλανδίας) στην Αρκτική.
Καθώς σπούδασε μηχανικός αεροσκαφών, το 1927 είχε την ευκαιρία να εργαστεί στο αεροσκάφος του Charles Lindbergh πριν την ιστορική του πτήση του προς το Παρίσι.
Το 1928-1930 συνόδευσε τον Byrd στην πρώτη εξερεύνησή του στην Ανταρκτική, σαν ειδικός μηχανολογικού εξοπλισμού. Το 1930 άφησε μια ελληνική σημαία στον Νότιο Πόλο, ενώ μια ίδια σημαία έστειλε στην ελληνική κυβέρνηση, που σήμερα φυλάσσεται στο Ναυτικό Μουσείο Πειραιά.
Η επόμενη (δεύτερη) αποστολή στην Ανταρκτική με τον Byrd ήταν το 1934, και για να συμμετέχει χρειάστηκε να διακόψει τις σπουδές του στο ΜΙΤ όπου σπούδαζε αεροναυπηγική.
Στην αποστολή αυτή έσωσε την ζωή του Byrd, όταν ο τελευταίος μόνος του σε μια απομακρυσμένη βάση κινδύνευσε από δηλητηρίαση εξαιτίας αναθυμιάσεων σόμπας, αλλά ο Δήμας με μερικούς άλλους το κατάλαβαν και έφθασαν έγκαιρα.
Οι συνθήκες στη δεύτερη αποστολή ήταν ιδιαίτερα δύσκολες, και ο Δήμας χρειάστηκε να εργαστεί στον εξοπλισμό μερικές φορές με γυμνά χέρια, παθαίνοντας εγκαύματα από το ψυχρό μέταλλο.
Ο Byrd πάντως δεν ήταν καθόλου φειδωλός σε δημόσιες εκφράσεις εκτίμησης και ευγνωμοσύνης προς τον Δήμα.
Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ, ο Δήμας συνέχισε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Ν. Υόρκης απ’ όπου πήρε πτυχίο μηχανικού αεροσκαφών.
Στη συνέχεια μετακόμισε στην Καλιφόρνια, όπου εργάστηκε για μεγάλο διάστημα στις εταιρείες αεροσκαφών Douglas και Lockheed. Πέθανε στο Λος Άντζελες το 1979.
Δύο περιοχές στην Ανταρκτική ονοματίσθηκαν προς τιμή του, η οροσειρά Demas Range στην βόρεια ακτή και η παγετώδης απόληξη Demas Ice Tongue στη δυτική ακτή της.
Το 1982, η πλούσια φωτογραφική και κινηματογραφική προσωπική συλλογή του Δήμα από τις αποστολές που έλαβε μέρος, δωρίσθηκε στο Ναυτικό Μουσείο Πειραιά.

52. Η «ΑΝΘΗ» ΚΑΙ Η ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ.



Η «Ανθή» είναι ένα μάλλον φανταστικό όνομα που αντιστοιχεί όμως σε μια πραγματική ηρωίδα, την ιστορία της οποίας διηγήθηκε στη συγγραφέα Dora d’ Istria ο λόγιος και δάσκαλός της Γρηγόρης Παπαδόπουλος.
Η Dora d’ Istria, φιλολογικό ψευδώνυμο της Ρουμάνας και φιλέλληνα συγγραφέα Έλενας Γκίκα, η οποία ήταν πολύ γνωστή στους φιλολογικούς κύκλους του 19ου αιώνα, συμπεριέλαβε την Ανθή σ’ ένα περιηγητικό κείμενό της που έκανε ιδιαίτερη αίσθηση στην Ευρώπη.
Πρόκειται για την ιστορία μιας νέας γυναίκας αγωνίστριας, κόρης οπλαρχηγού της Δυτικής Μακεδονίας, η οποία αφού έμαθε τον χειρισμό των όπλων από τον πατέρα της και πολέμησε μαζί του ντυμένη σαν άντρας, συμμετείχε αργότερα μαζί με τον αδελφό της στην άμυνα της Κασσάνδρας στη Χαλκιδική, που την πολιορκούσαν οι Τούρκοι το Φθινόπωρο του 1821.
Η Ανθή μαζί με άλλες γυναίκες, έτρεχαν να σβήσουν τις φωτιές που άναβαν τα βλήματα που έριχναν οι εχθροί, εκθέτοντας συνεχώς τον εαυτό τους σε θανάσιμο κίνδυνο.
Όταν η Κασσάνδρα, μετά από κάποιες αρχικές επιτυχίες των Ελλήνων έπεσε στα τέλη του 1821, η Ανθή κατέφυγε μαζί με άλλους επιζήσαντες στις Σποράδες. Όμως χιλιάδες άλλες Ελληνίδες αιχμαλωτίσθηκαν και πουλήθηκαν σαν σκλάβες, αυτές και τα παιδιά τους.
Η Ανθή εκπροσωπεί τις χιλιάδες ανώνυμες γυναίκες της Χαλκιδικής αλλά και όλης της Ελλάδας που πολέμησαν δίπλα στους πατέρες, συζύγους ή αδέλφια τους, χωρίς να μπορέσουν να λάβουν μετά την απελευθέρωση την τιμητική σύνταξη του αγωνιστή για τον εαυτό τους, την οποίαν θα δικαιούνταν μόνο σαν χήρες αγωνιστή.
Ακόμα, η ατυχής επανάσταση στη Χαλκιδική υπό τον Εμμανουήλ Παπά θα μπορούσε να διεκδικήσει τον τίτλο της «Ξεχασμένης Επανάστασης», επειδή, καθώς διήρκεσε σχεδόν 6 μήνες βοήθησε έμμεσα την Επανάσταση στην Πελοπόννησο και τη Στερεά, απασχολώντας σημαντικά Τουρκικά στρατεύματα στη Βόρεια Ελλάδα.

53. Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΑΜΠΛΙΑΝΗΣ ΠΟΥ ΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗ...ΒΑΡΓΙΑΝΗ.
Αναμνηστικές πλάκες της μάχης της Άμπλιανης στη θέση "Πλάκες" του κεντρικού δρόμου Γραβιάς - 'Άμφισσας (επάνω), και αναμνηστική πλάκα στη Βάργιανη (κάτω), για τη δεύτερη μάχη στην περιοχή που δόθηκε τον Σεπτέμβριο και ονομάστηκε της Πανάσσαρης (Παρνασσίδας), όπως ονομάζονταν το μοναστήρι της Παντάνασσας στη Γραβιά. 

Η μάχη της Άμπλιανης της Φωκίδας δόθηκε στις 14 (με το παλιό) ή στις 25 Ιουλίου σύμφωνα με το καινούργιο ημερολόγιο, του 1824.
Η Άμπλιανη είναι τοποθεσία (σημαίνει τόπος με πολλά νερά) κοντά στο χωριουδάκι της Βάργιανης που βρίσκεται σχεδόν επάνω στη διαδρομή από τη Γραβιά στην Άμφισσα (αλλά πολύ πιο κοντά στη Γραβιά), που δεν πρέπει όμως να συγχέεται με τον ομώνυμο οικισμό της Άμπλιανης στο νομό Ευρυτανίας, νοτιοανατολικά από το Καρπενήσι.
Στις αρχές του καλοκαιριού του 1824 και καθώς τελείωνε ο α΄εμφύλιος της Επανάστασης του '21, τρεις Οθωμανικές στρατιές κατόπιν εντολών του σουλτάνου ετοιμάζονταν να κατέβουν στη Στερεά και στη συνέχεια στην Πελοπόννησο, που θεωρείτο η καρδιά της Ελληνικής Επανάστασης.
Ο Δερβίς πασάς, ερχόμενος από Λάρισα, θα πέρναγε από τη Γραβιά προς την Άμφισσα (τότε Σάλωνα), ο Ομέρ Βρυώνης θα κινείτο δυτικά κατεβαίνοντας από Ιωάννινα μέσω Άρτας προς Ναύπακτο και ο Ομέρ πασάς της Καρύστου θα αποβιβάζονταν και θα καταλάμβανε την Αττική. Συνολικά θα  κινητοποιούνταν πάνω από 20.000 Οθωμανοί στρατιώτες.
Ο Δερβίς πασάς χώρισε το δικό το στράτευμα σε τρία τμήματα, με το κύριο απ' αυτά να επιχειρεί να περάσει από τη Γραβιά προς την Άμφισσα μέσα από τη διάβαση που περνάει από την Άμπλιανη.
Αρκετοί Έλληνες οπλαρχηγοί συγκεντρώθηκαν στην περιοχή για να το σταματήσουν, όπως ο Νάκος Πανουργιάς, ο Γεώργιος Δράκος, ο Γιώτης Δαγκλής, ο Χριστόφορος Περραιβός, κάποιοι απ' αυτούς νεότατοι, ενώ αργότερα προστέθηκαν ο Κίτσος Τζαβέλλας και ο Γεώργιος Καραϊσκάκης.
Η συνολική δύναμη των Ελλήνων δεν ξεπερνούσε τους 2.000 πολεμιστές, που είχαν να αντιμετωπίσουν τουλάχιστον πενταπλάσιες εχθρικές δυνάμεις.
Οι Έλληνες όμως εκμεταλλεύθηκαν το δύσβατο και πετρώδες έδαφος φτιάχνοντας ταμπούρια και ρίχνοντας στα περάσματα μεγάλους κορμούς δένδρων για να εξουδετερώσουν το επίφοβο Τουρκικό ιππικό. Η μάχη ήταν σφοδρή και κράτησε για περισσότερες από 10 ώρες. Κάποιες ελληνικές ενισχύσεις που έφτασαν προς το σούρουπο επέφεραν σύγχυση στις γραμμές των Τούρκων και ο πανικός τους γενικεύθηκε. Αναφέρονται πάνω από 2.000 Τουρκικές απώλειες, ενώ οι Ελληνικές δεν ξεπέρασαν τις λίγες δεκάδες. Και είναι από τις ελάχιστες μάχες της Επανάστασης του '21, που τα ελληνικά ταμπούρια διακρίνονται ακόμα και σήμερα!

Την ίδια περίοδο, η ήττα του πασά της Καρύστου στον Μαραθώνα (βλ και θέμα Νο38 στο ίδιο άρθρο) από τον Γκούρα και η φθορά του στρατού του Ομέρ Βρυώνη με αψιμαχίες, ανάγκασε τα Οθωμανικά στρατεύματα να υποχωρήσουν ή να σταματήσουν την προέλασή τους.
Όμως από τις αρχές Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, το τουρκικό στρατόπεδο της Γραβιάς ενισχύθηκε από 4.000 Αλβανούς, ενώ οι ελληνικές δυνάμεις συγκεντρώθηκαν κοντά στον οικισμό της Βάργιανης. Την επίθεση άρχισαν πρώτοι οι Τουρκαλβανοί στα μέσα του μήνα, τελικά όμως αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν με αρκετές απώλειες. Λίγες μέρες αργότερα, άλλο οθωμανικό τμήμα προσπάθησε να προωθηθεί προς το Πολύδροσο (τότε Σουβάλα), αλλά και αυτό αναχαιτίστηκε.
Οι νίκες αυτές ήταν μια ανάσα για την Ελληνική Επανάσταση, σε μια χρονιά που στιγματίστηκε από τις εμφύλιες διαμάχες.

54. ΝΙΚΟΛΑΣ ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ
Ο Νίκολας Μετρόπολις (Νικόλαος Κωνσταντίνος Μητρόπουλος,1915 – 1999) γεννημένος στο Σικάγο, ήταν Ελληνοαμερικανός φυσικός και επιστήμονας υπολογιστών, γνωστός για την συμμετοχή του στο πρόγραμμα Μανχάταν στο Λος Άλαμος και την ανάπτυξη των πρώτων πυρηνικών αντιδραστήρων, την ανάπτυξη του υπολογιστή MANIAC (του οποίου υπήρξε "νονός") καθώς και για τον σχεδιασμό της μεθόδου "Μόντε Κάρλο" (της οποίας επίσης υπήρξε "νονός") μαζί με τον Στάνισλαβ Ούλαμ και άλλους.
(εικόνα και κείμενο από τη wikipedia)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου