Ο Έκτορας δεν είναι ακριβώς παρεξηγημένος, αφού αναγνωρίζεται από τον Όμηρο σαν ο γενναιότερος και καλύτερος πολεμιστής των Τρώων, απλά επισκιάζεται πάντα από τον Αχιλλέα.
Αν όμως συγκρίνουμε τους δύο, θα βλέπαμε ότι ο Αχιλλέας θεωρείται ημίθεος και βασικά σ’ αυτό χρωστά την πολεμική του δεινότητα (ο Όμηρος πάντως δεν αναφέρει ότι είναι άτρωτος, αυτό προστέθηκε αργότερα), αλλά συμπεριφέρεται σαν ο «σταρ» των Ελλήνων και νομίζει ότι τα πάντα περιστρέφονται γύρω από τον εγωισμό και το πείσμα του.
Και θα πρέπει να τον χτυπήσει προσωπικά η συμφορά με τον θάνατο του Πάτροκλου για να κινητοποιηθεί (όχι πάντως πριν απαιτήσει από τη...μητέρα του τα καλύτερα όπλα), κινούμενος περισσότερο από δίψα για εκδίκηση παρά για να βοηθήσει τους συμπολεμιστές του.
Το ανθρώπινο πρόσωπό του το δείχνει μόλις την τελευταία στιγμή, στη συνάντησή του με τον Πρίαμο.
Αντίθετα, ο Έκτορας είναι ένας οικογενειάρχης πρίγκηπας - διάδοχος, που σύρθηκε στον πόλεμο για να υπερασπιστεί την πατρίδα του, είναι εξαιρετικά γενναίος χωρίς να έχει θεϊκή καταγωγή, φοβάται εμπρός στο Αχιλλέα αλλά επιλέγει να κάνει το καθήκον του και ο Όμηρος τον βάζει να λέει την φράση που έχει μείνει στην Ιστορία και αποτελεί έμβλημα του Ελληνικού Στρατού: «Εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης».
Αυτό ήταν πολύ μεγάλη κουβέντα, την εποχή μάλιστα που οι πολεμιστές δεν σήκωναν το δόρυ τους αν δεν βεβαιώνονταν με οιωνούς και άλλες μαντείες ότι είχαν την εύνοια των θεών.
Τέλος, είναι πράγματι κρίμα που στα αγγλικά η έκφραση "to hector" έχει αρνητική έννοια και σημαίνει το να εκφοβίζεις κάποιον, με τρόπο που σήμερα ονομάζουμε "μπούλιγκ".
2. ΘΕΣΠΙΕΙΣ (ΔΗΜΟΦΙΛΟΣ)
Μνημείο προς τιμή των Θεσπιέων στις Θερμοπύλες
Οι Σπαρτιάτες δικαίως έχουν προκαλέσει τον παγκόσμιο θαυμασμό για τη φιλοπατρία τους και την πολεμική τους δεινότητα που κορυφώθηκε κατά τη μάχη των Θερμοπυλών, επισκίασαν όμως τη αρετή των Θεσπιέων, που είναι τουλάχιστον το ίδιο αξιοθαύμαστη.
Οι Θεσπιείς, με τον αρχηγό τους Δημόφιλο του Διαδρόμου, επέλεξαν να μείνουν με τους Σπαρτιάτες ακόμα και όταν πλέον ήταν φανερό ότι η μόνη δυνατή έκβαση της μάχης θα ήταν ο θάνατός τους, και ότι οι βάρβαροι στο τέλος θα περνούσαν.
Είναι χαρακτηριστική η απάντηση του Δημόφιλου προς τον Λεωνίδα, όταν ο τελευταίος τον προέτρεψε να φύγει με τους οπλίτες του για να σωθούν, όταν πλέον δεν υπήρχε καμία ελπίδα.
«Όχι Λεωνίδα δεν φεύγω, δεν θα σε αφήσω να πάρεις μόνος σου τη δόξα των Θερμοπυλών».
Για σύγκριση και μόνο, αξίζει να αναλογιστούμε ότι οι 700 Θεσπιείς πολεμιστές με τους μαύρους μανδύες και ασπίδες, αντιπροσώπευαν μεγάλο μέρος της στρατιωτικής δύναμης της μικρής τους πόλης* την οποία άφηναν ουσιαστικά ανυπεράσπιστη, ενώ οι 300 Σπαρτιάτες ήταν μόνο μέρος της «ελίτ» σωματοφυλακής του βασιλιά Λεωνίδα (όσοι είχαν ήδη αρσενικό παιδί), της μακρυνής Σπάρτης.
Επιπλέον, οι Θεσπιείς μπορεί να ήταν επαγγελματίες όλων των ειδών, σίγουρα όμως δεν ήταν «επαγγελματίες στρατιώτες» όπως οι Σπαρτιάτες, και δεν θα τους κατηγορούσε κανένας αν γύριζαν στα σπίτια τους, σε αντίθεση φυσικά με τους Σπαρτιάτες για τους οποίους κάτι τέτοιο θα ήταν όνειδος.
Τέλος, δεν είχαν το βάρος ενός χρησμού που έλεγε ότι «ή ο βασιλιάς των Σπαρτιατών θα σκοτωθεί, ή η Ελλάδα θα υποδουλωθεί».
Μετά τη μάχη, οι Έφοροι της Σπάρτης απένειμαν αριστεία ανδρείας στους
Σπαρτάτες Διηνέκη, Αλφειό και Μάρωνα, και στον Θεσπιέα Διθύραμβο γιό του Αρματίδη.
* Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι στη μάχη των Πλαταιών, ένα χρόνο μετά τη μάχη των Θερμοπυλών, πήραν μέρος και 1800 Θεσπιείς, αλλά γενικά ο Ηρόδοτος θεωρείται ότι δίνει σημαντικά μεγαλύτερους αριθμούς από τους πραγματικούς.
Ο Τιμολέων κατάγονταν από αριστοκρατική οικογένεια της Κορίνθου, και καθώς ήταν ιδεαλιστής δημοκράτης συμμετείχε σε συνωμοσία εναντίον του αδελφού του που επιδίωξε να γίνει τύραννος της Κορίνθου, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να σκοτωθεί.
Μετά από αυτό ο Τιμολέων αποσύρθηκε από τον δημόσιο βίο, αλλά όταν το 345 πΧ Συρακούσιοι εξόριστοι ζήτησαν τη βοήθεια των Κορινθίων εναντίων των Καρχηδονίων και του τυράννου Διονυσίου Β’, οι Κορίνθιοι έστειλαν τον Τιμολέοντα με μικρή δύναμη στη Σικελία.
Ο Τιμολέων, αποβιβάστηκε στο Ταυρομένιο της Σικελίας ξεγελώντας τον Καρχηδονιακό στόλο, και κερδίζοντας τη συμμαχία του ηγέτη της πόλης.
Στο μεταξύ, στις Συρακούσες η διαμάχη μεταξύ του Διονυσίου και του Ικέτα, τυράννου των Λεοντίνων και συμμάχου των Καρχηδονίων είχε βυθίσει την πόλη στο χάος.
Μέσα σε έναν χρόνο και με ελάχιστες δυνάμεις ο Τιμολέων ελευθέρωσε τις Συρακούσες τόσο από την τυραννία του Διονυσίου Β’ όσο και από την επιβουλή του Ικέτα, εξαναγκάζοντας αυτόν και τους Καρχηδόνιους υποστηρικτές του σε υποχώρηση.
Ο Διονύσιος Β’ παρέδωσε την ακρόπολη των Συρακουσών με αντάλλαγμα τη μετάβασή του στην Κόρινθο, όπως και έγινε.
Στη συνέχεια ο Τιμολέων κατάφερε να συνασπίσει όσες Ελληνικές πόλεις είχαν απομείνει και μετέφερε τον πόλεμο στα εδάφη της Καρχηδονιακής Σικελίας.
Επίσης έλαβε μέτρα κατά των τυράννων και των δημαγωγών και φρόντισε ώστε με ομαλό τρόπο να αυξηθεί ο τοπικός πληθυσμός, καλώντας πίσω τους εξόριστους και φέρνοντας αποίκους από την μητροπολιτική Ελλάδα.
Το 339 π. Χ οι Καρχηδόνιοι οργάνωσαν μια γιγαντιαία επιχείρηση κατά της δύναμης του Τιμολέοντα.
Παρά την λιποταξία χιλίων μισθοφόρων του, κατάφερε να ανεβάσει το ηθικό των ανδρών του και να επιφέρει συντριπτικό πλήγμα στους Καρχηδόνιους κοντά τον ποταμό Κρίμισσο, το 341 πΧ.
Αφού εξασφάλισε έτσι τη θέση του στη Σικελία, ασχολήθηκε ώστε να εξουδετερώσει οριστικά τον Ικέτα, πράγμα που πέτυχε.
Μετά την εξουδετέρωση των τυράννων της Μεσσήνης και της Κατάνης στη Σικελία, έκανε επωφελή για τους Έλληνες ειρήνη με τους Καρχηδόνιους.
Σιγά σιγά αποτραβήχτηκε από τα κοινά, γινόμενος αντικείμενο εκδηλώσεων θαυμασμού και εκτίμησης από τους Έλληνες της Σικελίας.
Ο Τιμολέων, δικαίως μπορεί να χαρακτηριστεί ο Σωτήρας του Σικελιώτικου Ελληνισμού.
Άγαλμα του Πυθέα στη Μασσαλία
Ο Πυθέας ο Μασσιαλιώτης, είναι γνωστός για το ταξίδι που πραγματοποίησε στις θάλασσες της βόρειας Ευρώπης.
Το ταξίδι έγινε γύρω στο 325 πΧ σε συνεννόηση με το δήμο της Μασσαλίας, κυρίως για να βρεθούν πηγές δυσεύρετων στην περιοχή της Μεσογείου μετάλλων.
Την εποχή εκείνη, που ο Αλέξανδρος κατακτούσε την Ανατολή, η Μασσαλία καθώς βρίσκονταν σε πιο «ήσυχη» περιοχή, είχε αναδειχτεί σε μεγάλο εμπορικό κέντρο.
Ο Πυθέας, αφού πέρασε τα στενά του σημερινού Γιβραλτάρ, παρέπλευσε την Ισπανία και τη Δυτική Γαλλία και έφθασε στη Μάγχη.
Στη συνέχεια έκανε το γύρο της Αγγλίας, της οποίας καθόρισε χονδρικά το σχήμα και υπολόγισε με σημαντική ακρίβεια την περίμετρο.
Εκεί, μελέτησε και το φαινόμενο της παλίρροιας, την οποία εξήγησε σωστά με την επίδραση της Σελήνης.
Δεν είναι σίγουρο εάν έφθασε μέχρι την Ισλανδία, έφτασε πάντως μέχρι τη Σκανδιναβική χερσόνησο, όπου σ’ εκείνα τα γεωγραφικά πλάτη ανέφερε ότι είδε τον Ήλιο να ανατέλλει αμέσως μετά τη δύση του.
Μετά από θαλάσσιο ταξίδι έξι ημερών έφτασε σ’ έναν τόπο που ονομάζει Θούλη, σε γεωγραφικό πλάτος περίπου 64 μοιρών.
Από εκεί, σε μιας ημέρας ταξίδι βορειότερα ξεκινούσε μια περιοχή όπου η θάλασσα αναμιγνυόταν με τον πάγο τη στεριά και τον αέρα, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, πιθανότατα κοντά στον αρκτικό κύκλο που ήταν και το βορειότερο σημείο του ταξιδιού του.
Πέρα από μεγάλος θαλασσοπόρος, ο Πυθέας ήταν και άριστος αστρονόμος και γεωμέτρης, αφού κατόρθωσε να υπολογίσει με μεγάλη ακρίβεια το γεωγραφικό πλάτος της πατρίδας του Μασσαλίας, χρησιμοποιώντας μόνο τη σκιά του ηλιακού ρολογιού!
5. Η ΜΑΧΗ ΣΤΑ «ΚΟΚΚΑΛΙΑ» ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΓΑΛΑΤΩΝ
Το μνημείο της νίκης κατά των Γαλατών, κοντά στο Κρίκελλο Ευρυτανίας
Το 279 πΧ, 200.000 περίπου Γαλάτες με επικεφαλής τον Βρέννο, κατεβαίνουν από τη Σερβία προς την Ελλάδα, έχοντας σαν κύριο στόχο τους θησαυρούς του Μαντείου των Δελφών.
Οι Έλληνες συγκεντρώθηκαν στις Θερμοπύλες και παρότι πολύ λιγότεροι, αξιοποιώντας τη διαμόρφωση της περιοχής κατάφεραν να τους σταματήσουν.
Ο Βρέννος τότε, αφήνοντας το μισό περίπου στρατό του εκεί, έστειλε δύο έμπιστούς του με δύναμη 40.000 ανδρών μέσα από τη Θεσσαλία προς τα Αιτωλικά εδάφη, με σκοπό να αναγκάσει τους Αιτωλούς να αφήσουν το στρατόπεδό τους, ενώ ο ίδιος με άλλους τόσους Γαλάτες κινήθηκε μέσα από τα βουνά προς τους Δελφούς.
Όμως, και τα δύο αυτά στρατιωτικά σώματα είχαν πολύ άσχημη κατάληξη.
Αυτό του Βρέννου, συνάντησε στους Δελφούς τους συνασπισμένους Έλληνες αλλά και την οργή του Απόλλωνα που με σεισμούς κατολισθήσεις και κεραυνούς κατατρόμαξε τους Γαλάτες, με αποτέλεσμα να αποδεκατιστούν.
Ένας από τους Φωκείς που φονεύθηκαν στη μάχη, ο νεαρός Αλεξίμαχος, έδειξε τέτοια ανδρεία που αργότερα οι συμπατριώτες του αφιέρωσαν άγαλμά του στους Δελφούς.
Η άλλη ομάδα, που κινήθηκε προς την Αιτωλία, διέπραξε ανήκουστες για τους Έλληνες φρικαλεότητες προς τους άμαχους κατοίκους, με αποτέλεσμα να αγανακτήσουν και να ξεσηκωθούν όλοι οι Αιτωλοί, ακόμα και γέροι και γυναίκες εναντίον τους.
Οι Γαλάτες τελικά αναγκάστηκαν να στραφούν πίσω προς τις Θερμοπύλες, ακολουθούμενοι από τους Αιτωλούς που τους επιτίθεντο συνεχώς και με κάθε ευκαιρία.
Στην Ευρυτανία, κοντά στο σημερινό χωριό Κρίκελλο δόθηκε η αποφασιστική μάχη για τους Γαλάτες, από τους οποίους οι περισσότεροι άφησαν εκεί τα κόκκαλά τους, με αποτέλεσμα η περιοχή να ονομαστεί αργότερα «Κοκκάλια».
Ο Βρέννος μετά την καταστροφή που έπαθαν, ουσιαστικά αυτοκτόνησε με οινοποσία, ενώ τα υπολείμματα των Γαλατών κινήθηκαν προς τη Θράκη και αργότερα τη Μικρά Ασία, όπου και εγκαταστάθηκαν κοντά στην Καππαδοκία.
Μάλιστα, προς τους απογόνους αυτών των Γαλατών, απευθύνεται η επιστολή «προς Γαλάτας» του Αποστόλου Παύλου.
Η νίκη των Ελλήνων εναντίον των Γαλατών είναι ίσως εξίσου σημαντική με του Μαραθώνα και των Δερβενακίων, επειδή οι Γαλάτες ήταν αποφασισμένοι να αποικίσουν την Ελλάδα, καθώς είχαν εκστρατεύσει έχοντας μαζί τις οικογένειες και τις οικοσκευές τους.
Ένας τέτοιος αποικισμός θα είχε αλλοιώσει σημαντικά τον ελληνικό πολιτισμό, κάτι που δεν κατάφερε ακόμα και η Ρωμαϊκή κατοχή, έναν αιώνα αργότερα.
Ο Ιουλιανός, ο επονομαζόμενος «παραβάτης», ήταν από τους καλύτερους αυτοκράτορες του Βυζαντίου, και πολύ κοντά στο ιδανικό πρότυπο του αυτοκράτορα -πολεμιστή -φιλόσοφου.
Ο Ιουλιανός μόλις και επέζησε από την εξόντωση της οικογένειάς του από τον θείο του Κωνστάντιο (μαζί με τον αδελφό του Γάλλο, ο τελευταίος όμως όχι για πολύ), και ήταν πολύ αγαπητός από τα στρατεύματα που του ανέθεσε ο θείος του να διοικήσει, επειδή μοιράζονταν με τους στρατιώτες του τους κόπους της εκστρατείας και ζούσε λιτά.
Όταν πέθανε ο Κωνστάντιος, ο Ιουλιανός έγινε για λίγα χρόνια αυτοκράτορας του Βυζαντίου, αλλά σκοτώθηκε κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες σε εκστρατεία κατά των Περσών (ο θάνατός του φέρνει στον νου τον θάνατο του Καραϊσκάκη).
Βαθύς γνώστης και θαυμαστής της ελληνικής φιλοσοφίας αλλά και λιτός από τη φύση του, προσπάθησε να αναβιώσει τη λατρεία του δωδεκάθεου, με μία πολιτική σε λεπτή ισορροπία με τον χριστιανισμό, αλλά πλέον ήταν πολύ αργά για την αρχαία θρησκεία.
Πολλοί σύγχρονοί του τον κατέκριναν επειδή είχε πολύ απλούς τρόπους και δεν κρατούσε «αυτοκρατορική απόσταση» από τους υπηκόους του, αλλά κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει ότι δεν έζησε σύμφωνα με αυτά που πίστευε, και με τις φιλοσοφικές αρχές με τις οποίες ουσιαστικά προσπάθησε να αντικαταστήσει τον χριστιανισμό.
Όσο για τον γνωστό «τελευταίο χρησμό» του μαντείου των Δελφών, είναι μάλλον μύθευμα καθώς έγινε γνωστός 700 χρόνια μετά τον θάνατό του και αναφέρεται μόνο από έναν Βυζαντινό χρονικογράφο και μοναχό.
7. ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ
Ο Ιωάννης Βατάτζης, γεννημένος στο Διδυμότειχο, δικαιούται και αυτός να συγκαταλέγεται μεταξύ των καλύτερων αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, αν και ουσιαστικά κυβέρνησε μόνο την αυτοκρατορία της Νίκαιας της Βιθυνίας (στη βορειο-δυτική Μ. Ασία), καθώς επί των ημερών του η Κωνσταντινούπολη είχε ήδη αλωθεί ήδη από τους Δυτικούς.
Παρ’ όλα αυτά, με τη στρατιωτική του ικανότητα, τη συνετή πολιτική, την απλότητα, την εργατικότητά καθώς και το ενδιαφέρον του για τους υπηκόους του, στην πάνω από 30 χρόνια βασιλεία του κατόρθωσε να υπερδιπλασιάσει την περιοχή που παρέλαβε, παρά τις ίντριγκες και προδοσίες που είχε παράλληλα να αντιμετωπίσει.
Έτσι κατόρθωσε να προετοιμάσει το έδαφος για την ανακατάληψη, μετά τον θάνατό του, της Κωσταντινούπολης από τους Βυζαντινούς.
Μάλιστα και ο ίδιος είχε πολιορκήσει με σύμμαχους τους Βούλγαρους για κάποιο διάστημα την Κωνσταντινούπολη, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Ο Ιωάννης Βατάτζης με το προσωνύμιο «Ελεήμων» θεωρείται επίσης άγιος, αν και όχι επίσημα, και πολλοί υποστηρίζουν ότι ο θρύλος του «μαρμαρωμένου βασιλιά» αναφέρεται στο πρόσωπό του.
8. ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ
Ο Μανούσος Καλλικράτης ήταν Κρητικός πλοιοκτήτης από τα Σφακιά, που τον Μάρτιο του 1453 επικεφαλής πέντε πλοίων, από τα οποία τα τρία δικά του και με 1000 περίπου Κρητικούς, έσπευσαν στην πολιορκημένη Κωνσταντινούπολη για να τη βοηθήσουν.
Λίγο πριν φθάσουν στον προορισμό τους, πολυάριθμα Τουρκικά καράβια βγήκαν για να τους εμποδίσουν και στην ολοήμερη ναυμαχία που ακολούθησε δύο Κρητικά καράβια βυθίστηκαν, το ένα του Καλλικράτη, ενώ τρία κατάφεραν να περάσουν.
Οι 400 περίπου Κρητικοί που κατάφεραν να φθάσουν τελικά στην Πόλη ετοιμοπόλεμοι, επάνδρωσαν τρείς από τους 112 πύργους της Κωνσταντινούπολης, τους οποίους υπερασπίστηκαν με πείσμα και ηρωισμό και συνέχιζαν να υπερασπίζονται με επιτυχία ακόμα και όταν οι Τούρκοι είχαν ήδη καταλάβει την Πόλη.
Οι Τούρκοι, εκτιμώντας τη γενναιότητά τους και προφανώς για να αποφύγουν άσκοπες επιπλέον απώλειες των στρατευμάτων τους, πρότειναν την παράδοσή τους εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα και τη διαφυγή τους.
Μετά από διαπραγματεύσεις οι Κρητικοί πέτυχαν ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, δηλαδή αποχώρηση των 170 επιζώντων με όλο τον οπλισμό τους και την επιβίβασή τους σε δύο πλοία τους που βρίσκονταν ακόμα στο λιμάνι.
Έτσι και έγινε, ενώ το ένα πλοίο κατά την επιστροφή του πέρασε από τον Άθω, για να αποβιβάσει σε μοναστήρι έναν βαριά τραυματισμένο καπετάνιο.
Ο καπετάνιος αυτός ανάρρωσε, χρίστηκε μοναχός και σε μεγάλη ηλικία υπαγόρευσε την ιστορία αυτή σε άλλον μοναχό που την κατέγραψε στο χειρόγραφο.
Την ιστορία αυτή επιβεβαιώνει και ο Γεώργιος Φρατζής στο «Χρονικό της Άλωσης».
9. ΒΗΣΣΑΡΙΩΝ Ο ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΙΟΣ
Ο Βησσαρίων από την Τραπεζούντα του Πόντου είχε μαθητεύσει κοντά στον Γεώργιο Πλήθωνα στη φιλοσοφία, και είχε μόλις χρισθεί μητροπολίτης Νίκαιας Βιθυνίας όταν κλήθηκε να συνοδεύσει τον τελευταίο Βυζαντινό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο στη σύνοδο Φερράρας- Φλωρεντίας, λίγα χρόνια πριν την πτώση της Κωνσταντινούπολης.
Ο Βησσαρίων στη σύνοδο αυτή προσπάθησε με όλες τις δυνάμεις του για την προσέγγιση των δύο εκκλησιών, Δυτικής και Ανατολικής, προβλέποντας τα δεινά που θα έφερνε για τους Βυζαντινούς η συνεχιζόμενη αντιπαράθεσή τους, εν όψει του τουρκικού κινδύνου.
Λίγο αργότερα και πριν από την πτώση της Κωνστατινούπολης, ο Πάπας του έδωσε τιμητικά τον τίτλο του καρδινάλιου, αλλά εξαιτίας των λαϊκών αντιδράσεων για τον ενωτικό ρόλο του κατέφυγε στη Δύση, ενώ αργότερα δύο φορές ήταν υποψήφιος για Πάπας.
Ο Βησσαρίων αν και ζούσε στον παπικό περίγυρο εξακολουθούσε ουσιαστικά να ζεί σαν μοναχός και βοήθησε καθοριστικά τόσο στην περίθαλψη των Βυζαντινών προσφύγων μετά την άλωση, αλλά και στη διάσωση πολλών βιβλίων και χειρογράφων.
Με την υποστήριξη του Πάπα προσπάθησε επίσης να κινήσει Σταυροφορία των Δυτικών για την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης, ερχόμενος αρχικά σε επαφή με τον Γερμανό αυτοκράτορα και στη συνέχεια με τον Γάλλο βασιλιά, αλλά το γεγονός ότι τα Δυτικά κράτη ήταν πολύ εξασθενημένα εκείνη την εποχή για τέτοιου είδους επιχειρήσεις, καθώς και ο θάνατος του Πάπα που συνέβη εκείνη την περίοδο, έβαλαν τέλος στη φιλόδοξη αυτή προσπάθεια.
10. ΜΑΡΙΝΟΣ ΧΑΡΜΠΟΥΡΗΣ
Ο Μαρίνος Χαρμπούρης γεννήθηκε στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς το 1729, από αριστοκρατική οικογένεια.
Σπούδασε μαθηματικός και μηχανικός στην Ιταλία, αλλά κάποια παράνομη πράξη τον ανάγκασε να καταφύγει στην Τεργέστη, αλλάζοντας το όνομά του.
Το 1763 εγκαταστάθηκε στη Ρωσία, ενώ αργότερα έγινε αξιωματικός στο Σώμα Μηχανικών της Μεγάλης Αικατερίνης.
Ο Χαρμπούρης έμεινε γνωστός για το κατόρθωμά του να μετακινήσει έναν συμπαγή βράχο βάρους 2000 τόνων σε απόσταση 20 χιλιομέτρων, από τους βάλτους της Φινλανδίας στο κέντρο της Αγίας Πετρούπολης, ώστε να γίνει η βάση για το άγαλμα του Μεγάλου Πέτρου που ετοίμαζε ο Γάλλος γλύπτης E. M Falconet.
Για το εγχείρημα, που έγινε κυρίως κατά τη διάρκεια του χειμώνα 1769 -1770 ώστε οι δρόμοι να είναι πιο συμπαγείς, ο Χαρμπούρης έστησε ένα ολόκληρο χωριό που προσέφερε καλές συνθήκες διαβίωσης στους 400 εργάτες που απασχολήθηκαν στο έργο, στο οποίο διέμενε και ο ίδιος.
Για την ανατροπή και μεταφορά του βράχου χρησιμοποίησε πρωτοποριακές και ευφυείς μεθόδους, όπως πασσαλόπηξη για την ενίσχυση του εδάφους (κάτι αντίστοιχο με αυτό που έγινε στον πυθμένα του Κορινθιακού για την τοποθέτηση των πυλώνων της γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου), γραμμικά ρουλεμάν για την κύλιση του φορείου πάνω στο οποίο είχε τοποθετηθεί ο βράχος, αλλά και ωστικό ρουλεμάν για την περιστροφή του φορείου προκειμένου να αλλάζει κατεύθυνση. Φυσικά όλα αυτά κατασκευάστηκαν επιτόπου.
Ακόμα όμως και για τη μεταφορά του βράχου κατά μήκος του ποταμού Νέβα ήταν καθοριστικός ο ρόλος του, καθώς η «μαούνα» που είχε κατασκευάσει το ρωσικό ναυτικό λύγισε και κάθισε στον πυθμένα, και χρειάστηκε η επέμβαση του Χαρμπούρη ώστε με κατάλληλες ενισχύσεις να την κάνει να επιπλεύσει.
Για το κατόρθωμα της μεταφοράς, ο Χαρμπούρης ανταμείφθηκε από τη Μεγάλη Αικατερίνη με στρατιωτική προαγωγή, διευθυντική θέση και χρηματικό ποσό.
Εξίσου σημαντικό είναι και το γεγονός ότι σ’ όλο το έργο δεν χάθηκε ούτε μια ανθρώπινη ζωή, παρότι επάνω στον βράχο συνεχίζονταν οι εργασίες κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του, προκειμένου να κερδηθεί χρόνος.
Στην προσωπική του ζωή πάντως ο Χαρμπούρης δεν στάθηκε τυχερός, και αφού αργότερα περιπλανήθηκε σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης κατέληξε στην Κεφαλονιά, όπου ξεκίνησε την καλλιέργεια τροπικών φυτών σε έκταση που αποξήρανε, αλλά δολοφονήθηκε το 1782 από εργάτες του, με κίνητρο μάλλον τη ληστεία.
Το έργο του προβλήθηκε από τον καθηγητή του ΕΜΠ Θ. Τάσιο, σε εκπομπή στην ελληνική τηλεόραση (ΟΤΕ History), τον Απρίλιο του 2016.
11. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΡΟΥΜΙΔΗΣ
Ο θόλος του Καπιτωλίου στην Ουάσιγκτον, ζωγραφισμένος από τον Κ. Μπρουμίδη
O Kωνσταντίνος Μπρουμίδης γεννήθηκε στη Ρώμη το 1805, στην οποία είχε καταφύγει μικρός ο Μεσσήνιος πατέρας του, για να αποφύγει τις διώξεις των Τούρκων μετά το αποτυχημένο κίνημα του Ορλώφ.
Ο Κωνσταντίνος από μικρός έδειξε ιδιαίτερο ταλέντο στη ζωγραφική με αποτέλεσμα να τον προσέξει ο ίδιος ο Πάπας Γρηγόριος 16ος και να του αναθέσει εργασίες αποκατάστασης έργων διάσημων Ιταλών ζωγράφων, αλλά και δικά του έργα.
Οταν το 1849 ξέσπασε πόλεμος μεταξύ των Ιταλικών κρατιδίων ο Μπρουμίδης βρέθηκε στο στρατόπεδο του Βατικανού, αλλά επειδή αρνήθηκε να πυροβολήσει εναντίον φίλων του που βρίσκονταν στο αντίπαλο στρατόπεδο, φυλακίστηκε.
Απελευθερώθηκε με την παρέμβαση του ίδιου του Πάπα, αλλά με την προϋπόθεση να εγκαταλείψει οριστικά την Ιταλία.
Ο Μπρουμίδης περνώντας αρχικά από το Μεξικό κατάληξε στις ΗΠΑ, όπου γρήγορα έγινε γνωστός και τελικά του ανατέθηκε να ζωγραφίσει τον γυμνό ακόμα θόλο του Καπιτωλίου στην Ουάσιγκτον.
Ο Μπρουμίδης απεικόνισε στον θόλο του καπιτωλίου την «αποθέωση του Γεωργίου Ουάσιγκτον», του ιδρυτή των ΗΠΑ.
Ο Ουάσιγκτον έχει πάρει την θέση του Δία στην κορυφή του Ολύμπου και γύρω του είναι κι άλλοι σπουδαίοι άντρες που βοήθησαν στη γέννηση των ΗΠΑ.
Ανάμεσά τους υπάρχουν και Έλληνες θεοί, όπως η Θεά Αθηνά που συμβολίζει τη Σοφία που οδηγεί την Αμερική και ο Θεός Ήφαιστος που συμβολίζει την ακμάζουσα βιομηχανική παραγωγή των ΗΠΑ.
Επίσης, ζωγράφισε το κτίριο της γερουσίας και της βουλής των ΗΠΑ.
Πέθανε το 1870 σε ηλικία 65 ετών.
Το έργο του θαυμάζεται μέχρι τις μέρες μας σαν ένα από τα ομορφότερα αναγεννησιακά έργα στην Αμερικανική ήπειρο.
Ο Μπρουμίδης συχνά θεωρείται Ιταλός επειδή γεννήθηκε και παντρεύτηκε στην Ιταλία, όμως η ελληνική καταγωγή του είναι αναμφισβήτητη, όπως και το εξαιρετικό ταλέντο του στη ζωγραφική. 12. Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΒΙΣΒΙΖΗ
Σύμπλεγμα του Χατζηαντώνη και Δόμνας Βισβίζη στην Αλεξανδρούπολη.
Η ναυτική συμμετοχή της βόρειας Ελλάδας στην Επανάσταση του 1821, δεν είναι ευρύτερα γνωστή.
Και όμως, η περιοχή της Αίνου της Θράκης (ανατολικά από της εκβολές του Έβρου) την εποχή της Επανάστασης διατηρούσε μια δύναμη 300 περίπου καραβιών, πολλά από τα οποία διέχιζαν όλο το Αιγαίο.
Ο Χατζηαντώνης Βισβίζης ήταν ένας από τους πλουσιότερους καραβοκύρηδες της περιοχής, που είχε στην ιδιοκτησία του το μεγάλο μπρίκι «Καλομοίρα» μήκους 31 μέτρων, εξοπλισμένο με 14 κανόνια και πλήρωμα 75 ναυτών, καθώς και το μικρότερο «Δόμνα».
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης και μετά από μερικές όχι ιδιαίτερα επιτυχείς επιχειρήσεις στην περιοχή από Ψαριανή μοίρα στην οποία συμμετείχε και η «Καλομοίρα», ο Βισβίζης επιβίβασε στο καράβι του όλη την οικογένειά του, δηλαδή τη γυναίκα του Δόμνα και τα πέντε παιδιά τους, και ενώθηκε με τον ελληνικό στόλο.
Μεταξύ άλλων υποστήριξε την επανάσταση του Εμμανουήλ Παππά στη Χαλκιδική και πήρε μέρος στις ναυμαχίες του Άθου, της Λέσβου και της Σάμου.
Το 1822 υποστήριξε με τα κανόνια του τις επιχειρήσεις των Δ. Υψηλάντη, Ανδρούτσου και Νικητηρά στην Αγία Μαρίνα της Λαμίας, δίνοντας στα ελληνικά τμήματα την ευκαιρία να αποφύγουν την περικύκλωση από τον στρατό του Δράμαλη, κάτι που οι οπλαρχηγοί του το αναγνώρισαν στέλνοντάς του επιστολή ευγνωμοσύνης.
Παρόμοια αναγνώρισε την προσφορά του Βισβίζη και ο αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου Άνθιμος Γαζής, με σχετικό έγγραφό του.
Λίγο αργότερα όμως, τον Ιούνιο του 1822 ο Βισβίζης χάνει τη ζωή του στο κατάστρωμα του καραβιού του, χτυπημένος από εχθρικό βόλι.
Τότε όμως η γυναίκα του Δόμνα ανέλαβε τον έλεγχο του καραβιού και συνέχισε την πολιορκία της Εύβοιας, σύντομα όμως τα χρήματα της οικογένειας τελείωσαν και παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες της Δόμνας να λάβει οικονομική ενίσχυση από την τότε Διοίκηση ώστε να ανταπεξέλθει στα έξοδα του πληρώματος, δεν υπήρξε ανταπόκριση.
Έτσι, τον Σεπτέμβριο του 1824 παρέδωσε την «Καλομοίρα» πλήρως εξοπλισμένη στο ελληνικό κράτος, ενώ η ίδια αποτραβήχθηκε και έζησε σε διάφορες περιοχές της μικρής τότε Ελλάδας για να καταλήξει στην Σύρο, όπου έζησε με πολλές στερήσεις για αρκετά χρόνια, για να πεθάνει το 1850 ξεχασμένη στον Πειραιά.
Τουλάχιστον, το μεγαλύτερο από τα παιδιά της ο Θεμιστοκλής, στάλθηκε στο Παρίσι μαζί με τα παιδιά άλλων σημαντικών αγωνιστών, και μάλιστα η μορφή του χρησιμοποιήθηκε σαν πρότυπο για την εκτύπωση χιλιάδων πορτραίτων για την τόνωση των φιλελληνικών συναισθημάτων.
Όσο για την «Καλομοίρα», χρησιμοποιήθηκε σαν το μπουρλότο με το οποίο ο Πιπίνος έκαψε στο Τσεσμέ το 1824 μια μεγάλη τουρκική φρεγάτα.
13. ΟΙ MAXΕΣ ΤΟΥ ΝΤΟΛΜΑ ΚΑΙ THΣ ΚΛΕΙΣΟΒΑΣ Ο Ντολμάς είναι μία ελώδης νησίδα που μόλις προεξέχει πάνω από τη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου, λίγο νοτιότερο από το Αιτωλικό (στην εικόνα επάνω, σε πρώτο πλάνο ο Ντολμάς, στο βάθος το Αιτωλικό και δεξιά η πλησιέστερη ακτή). Τον Φεβρουάριο του 1826, η φύλαξή του Ντολμά ανατέθηκε στον οπλαρχηγό Γρηγόρη Λιακατά, ο οποίος διέθετε λιγότερους από 300 άνδρες, από τους οποίους σχεδόν 40 ήταν μέλη της ευρύτερης οικογένειά του. Η κατοχή της νησίδας ήταν σημαντική για την ασφάλεια του Αιτωλικού και κατά συνέπεια και του Μεσολογγίου. Στις 26 Φεβρουαρίου έπεσε το Βασιλάδι στην είσοδο του λιμνοθάλασσας, και ήλθε η σειρά της άμυνας του Ντολμά. Περίπου 2000 Τούρκοι έφτασαν πάνοπλοι με πλοιάρια και σχεδίες, ενώ αρκετά κανόνια τους από την κοντινή ακτή έριχναν στο νησάκι ακατάπαυστα. Η μάχη κράτησε όλη την ημέρα της 28ης Φεβρουαρίου, αλλά κατά τη δύση μια οβίδα ανατίναξε τα εφόδια σε μπαρούτι σκοτώνοντας πολλούς από τους υπερασπιστές της νησίδας. Οι υπόλοιποι υπέκυψαν τελικά στους Τούρκους, συμπεριλαμβανομένου του Γρηγόρη Λιακατά και όλων των συγγενών του. Λίγο αργότερα έπεσε και το Αιτωλικό.
Η Κλείσοβα είναι ένα από τα μικρά νησάκια στην είσοδο της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου.
Μέχρι τον Μάρτιο του 1826, όλα σχεδόν αυτά τα νησάκια είχαν πέσει στα χέρια των Τουρκοαιγυπτίων και μόνο 130 Έλληνες υπερασπίζονταν το μικρό και χαμηλό νησάκι της Κλείσοβας, το ψηλότερο σημείο του οποίου ήταν ένα εκκλησάκι κοντά στην ακτή.
Στις 25 Μαρτίου την ίδιας χρονιάς, γύρω στους 3000 Τούρκοι και Αλβανοί μετά από μια κίνηση αντιπερισπασμού προς το Μεσολόγγι επιχείρησαν να το καταλάβουν αλλά αποκρούστηκαν, μάλιστα τραυματίστηκε και ο ίδιος ο αρχηγός τους Κιουταχής.
Στο μεταξύ, στο νησάκι αποβιβάστηκε με λίγους άνδρες ο Κίτσος Τζαβέλας για να ενισχύσει τη φρουρά του.
Ο αρχηγός των Αιγυπτίων Ιμπραήμ, βλέποντας την αποτυχία των Τούρκων έστειλε το γαμπρό του Χουσεΐν εναντίων της νησίδας με άλλους 3000 Αιγύπτιους στρατιώτες, αλλά και πάλι χωρίς αποτέλεσμα και μάλιστα σκοτώθηκε και ο ίδιος ο Χουσεΐν.
Η νησίδα μετά την ολοήμερη μάχη παρέμεινε θριαμβευτικά στα χέρια των Ελλήνων, από τους οποίους υπήρξαν περίπου 50 νεκροί και τραυματίες, ενώ οι αντίστοιχες απώλειες των Τουρκοαιγυπτίων ήταν 2500 νεκροί και τουλάχιστον 1000 τραυματίες, σαν αποτέλεσμα των 11 συνολικά επιθέσεων που πραγματοποίησαν στη διάρκεια εκείνης της ημέρας.
Η κατάληξη ήταν ήταν τόσο καταστροφική για το ηθικό των Τουρκοαιγυπτίων, που εκτιμάται ότι αν έξοδος του Μεσολογγίου γίνονταν τις επόμενες ημέρες, πολύ πιθανόν θα είχε πολύ ευτυχέστερο τέλος.
Η επική αυτή μάχη είναι τουλάχιστον ισάξια της μάχης στο χάνι της Γραβιάς, αλλά παρέμεινε στην αφάνεια επειδή επισκιάσθηκε από το γεγονός της πτώσης του Μεσολογγίου, ενάμιση μήνα αργότερα.
14. Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΒΕΡΓΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΡΟΥ
Μνημείο των Μανιατισσών, στην παραλία της Χαλικιάς, στον όρμο του Διρού.
Τον Ιούνιο του 1826, ο Ιμπραήμ αφού κατέλαβε το Μεσολόγγι προχώρησε για να κατακτήσει την Πελοπόννησο.
Οι Έλληνες, αποδυναμωμένοι από την εμφύλια διαμάχη δεν μπορούσαν να τον αναχαιτήσουν, ενώ ο Ιμπραήμ παράλληλα με την εκστρατεία από ξηρά, σκέφτηκε να κάνει και απόβαση από τη θάλασσα.
Σκοπός του ήταν να επιτεθεί και από τα νώτα στους αγωνιστές της Μάνης, που ταμπουρωμένοι στη Βέργα περίμεναν να αντιμετωπίσουν τον κύριο όγκο των Αιγυπτιακών δυνάμεων.
Για τον λόγο αυτό, ναυτική δύναμη με 3500 άνδρες προσέγγισε τα παράλια της Μάνης, ψάχνοντας τρόπο να αποβιβάσει στρατεύματα.
Τα πλοία αρχικά πλησίασαν τον όρμο της Μάλσοβας, όμως εκεί, ο γέρο καπετάνιος Χριστέας χρησιμοποίησε ένα παλιό κανόνι, λάφυρο από Βενετσιάνικο καράβι που είχε στημένο μπροστά
στο σπίτι του και με μερικές εύστοχες βολές έδωσε την εντύπωση στους Αιγύπτιους ότι υπήρχε μαζεμένη αρκετή δύναμη Μανιατών, οπότε άλλαξαν πορεία προς τον όρμο του Διρού.
Στο χωριό είχαν μείνει ουσιαστικά μόνο γυναίκες και γέροι, καθώς οι άντρες βρίσκονταν στην Βέργα, όπως προαναφέρθηκε.
Οι Αιγύπτιοι άρχισαν να αποβιβάζονταν τα ξημερώματα της 23ης Ιουνίου, βρέθηκαν όμως αντιμέτωποι με τις εξαγριωμένες Μανιάτισσες, που με τα δρεπάνια του θερισμού, με πέτρες, με ξύλα, με τα τα δόντια και τα νύχια ακόμα, ξέσχισαν και θέρισαν στην κυριολεξία τις δυνάμεις τους.
Όσο για τη Βέργα, παρά τα οκτώ με δέκα γιουρούσια την ημέρα, με αμέτρητη καβαλαρία και πολλά κανόνια από στεριά και θάλασσα που έκανε ο Ιμπραήμ το τριήμερο 22, 23 και 24 Ιουνίου, η Βέργα δε λύγισε και δεν πατήθηκε.Οι οπλαρχηγοί της Βέργας, σ' ένα από τα πολλά ανακοινωθέντα που εξέδωσαν για αυτές τις δίδυμες μάχες, γράφουν με υπερηφάνεια για τις γυναίκες τους, προς την Κυβερνητική Επιτροπή:«...Τι τα θέλετε, κύριοι... Εις αυτήν την εποχήν, αι γυναίκες των Σπαρτιατών έδειξαν περισσοτέραν γενναιότητα από τους άνδρας των...
Αύται μετά των γερόντων έδιωξαν τον εχθρόν από την Τζήμοβα (Αρεόπολιν) και επεκράτησαν έως ότου έφθασαν και οι άνδρες των, μετά των οποίων έκαμαν τούτον τον μέγαν όλεθρον εις τον εχθρόν.
Μόλις από τους 2.000 και πλέον αποβιβασθέντων εχθρών που διεσώθησαν 400, οι δε λοιποί εχάθησαν».
15. ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗΣ ΝΤΑΛΙΑΝΗΣ
Ο Χατζημιχάλης Νταλιάνης ήταν Ηπειρώτης έμπορος που απέκτησε μεγάλη περιουσία στην Ιταλία και αναμείχθηκε ενεργά στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821, όντας και μέλος της Φιλικής Εταιρείας.
Τον Μάρτιο του 1826 αποβιβάστηκε με 800 άντρες στο Λίβανο, προσπαθώντας να πείσει τους Άραβες να ξεσηκωθούν και αυτοί κατά των Τούρκων, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Στη συνέχεια γύρισε την Ελλάδα, όπου πολέμησε εναντίον του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο καθώς και στη μάχη του Φαλήρου.
Στις αρχές του 1828 η Κρήτη ζητούσε και αυτή την ελευθερία της αλλά υπήρχαν τοπικές διαφωνίες σε οργανωτικά θέματα, οπότε ο Νταλιάνης προσκλήθηκε επικεφαλής 500 πεζών και 100 ιππέων να ηγηθεί της εκεί επανάστασης.
Η ομάδα του Νταλιάνη μετά από κάποιες αψιμαχίες με τους Τούρκους, κλείστηκε στο Φραγκοκάστελο, παλιό Βενετσιάνικο κάστρο κοντά στα Σφακιά, παρά τις συμβουλές των Σφακιανών να αντιμετωπίσει τους Τούρκους στα βουνά.
Εκεί, τον Μάιο της ίδιας χρονιάς πολιορκήθηκε από τον Αλβανό Μουσταφά πασά επικεφαλής 8000 Τούρκων.
Η κύρια μάχη έγινε την πρώτη ημέρα της πολιορκίας κατά την οποία ο Νταλιάνης και ο υπαρχηγός του μετά από άγριο και αμφίρροπο αγώνα έπεσαν νεκροί μετά από έξοδο που επιχείρησαν.
Η πολιορκία όμως συνεχίστηκε για αρκετές ημέρες ακόμα, οπότε οι τελευταίοι υπερασπιστές του κάστρου απογοητευμένοι ήλθαν σε συμφωνία με τους Τούρκους, που τους επέτρεψαν να αποχωρήσουν.
Το αποτέλεσμα της πολιορκίας ήταν 350 Έλληνες και 800 περίου Τούρκοι νεκροί, αλλά και ένας θρύλος που έκτοτε συνδέεται με το κάστρο αυτό.
Αρκετά χρόνια μετά, στην επέτειο της μάχης, βοσκοί είδαν στην περιοχή του Φραγκοκάστελου στον αέρα, σκιές πεζών και έφιπων πολεμιστών με ρούχα και όπλα μιας παλιότερης εποχής.
Το φαινόμενο αυτό, που οι ντόπιοι ονομάζουν Δροσουλίτες επειδή εμφανίζεται με την πρωινή δροσιά, συνεχίστηκε και κατά τα επόμενα χρόνια, πάντα κοντά στην επέτειο της μάχης.
Μάλιστα το είδαν και Γερμανοί στρατιωτικοί κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, ενώ η πιο πειστική εξήγηση είναι ότι πρόκειται για σκιές που δημιουργεί ο πρωινός ήλιος λίγο πριν ανατείλει επάνω από τις αιχμηρές βουνοκορφές και τα φαράγγια που βρίσκονται ανατολικότερα του Φραγκοκάστελλου, που προβάλλονται πάνω στην πρωινή αχλή που είναι συχνή την εποχή της επετείου της μάχης. Πρόκειται για ένα φαινόμενο γνωστό στους ορειβάτες με το όνομα Brocken Spectre.16. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Βαρθολομαίος Μητρόπουλος (Bartolome Mitre στα ισπανικά), ήταν ελληνικής καταγωγής από οικογένεια που μετανάστευσε από τη Χειμμάρα της Βορείου Ηπείρου αρχικά στην Βενετία και κατόπιν στην Αργεντινή, στα τέλη του 17ου αιώνα.
Η Βαρθολομαίος γεννήθηκε το 1821 στο Μπουένος Άιρες, ενώ ο πατέρας του Αμβρόσιος Μητρόπουλος ήταν διοικητής στον στρατό της Αργεντινής.
Ο Αμβρόσιος μόρφωσε όσο καλύτερα μπορούσε τον γιό του που σπούδασε αρχικά δημοσιογραφία, τελικά όμως ακολούθησε την καριέρα του στρατιωτικού κι έφτασε να γίνει συνταγματάρχης πυροβολικού του αργεντινού στρατού.
Λόγω της πολιτικής αστάθειας και των επιλογών του, ο Βαρθολομαίος εξορίστηκε από την χώρα και έζησε για ένα διάστημα στην Ουρουγουάη, ενώ ταξίδεψε και έζησε και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, εργαζόμενος σαν δημοσιογράφος.
Το 1852 γύρισε στην Αργεντινή και αφού έλαβε μέρος στον εμφύλιο της χώρας αναμίχθηκε με την πολιτική. Έτσι, αφού έγινε πρώτα κυβερνήτης του Μπουένος Άιρες έβαλε υποψηφιότητα για την προεδρία της Αργεντινής.
Το 1862 ορκίζεται σαν ο πρώτος πρόεδρος που γεννήθηκε στην ανεξάρτητη Αργεντινή δημοκρατία (6ος πρόεδρος συνολικά), θέση την οποία διατήρησε μέχρι το 1868 και από την οποία προσέφερε πολύ σημαντικό έργο για την ανόρθωση της χώρας, υποστηρίζοντας τους απλούς ανθρώπους έναντι των γαιοκτημόνων, ισχυροποιώντας το εμπόριο, προσελκύοντας νέους αποίκους και εξασφαλίζοντας ειρήνη με τις γειτονικές χώρες.
Το 1874 ήταν και πάλι υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές αλλά ηττήθηκε.
Θεωρώντας όμως ότι υπήρξε νοθεία κήρυξε «αντάρτικο». Απέτυχε όμως και συνελήφθη, τελικά όμως του δόθηκε χάρη από τον νέο πρόεδρο.
Ο Μητρόπουλος δεν ξέχασε ποτέ τις καταβολές της οικογενείας του, κι ας μην είχε επισκεφθεί ποτέ ο ίδιος την Ελλάδα, ενώ μιλούσε άριστα τα ελληνικά!
Θεωρείται επίσης από τους κορυφαίους λογοτέχνες και ιστορικούς της Αργεντινής. Μετέφρασε έργα όπως την “Θεία Κωμωδία” του Δάντη, ενώ ίδρυσε και την εφημερίδα La Νacion (Το Έθνος).
Άφησε την τελευταία του πνοή στον Μπουένος Άιρες το 1906, σε ηλικία 85 ετών.
17. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΟΤΑΓΟΣ
Ο Παναγιώτης Ποταγός μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ο Έλληνας εξερευνητής του 19ου αιώνα, καθώς περιόδευσε δύο φορές στην Ασία και μία φορά στην Αφρική, πεζός ή με άλογο.
Γεννήθηκε στην Βυτίνα της Αρκαδίας το 1838 και σπούδασε γιατρός, ενώ στα ταξίδια του τον ώθησε ένας συνδυασμός απογοήτευσης από την ελληνική πολιτική πραγματικότητα και θαυμασμού προς τους αρχαίους Έλληνες γεωγράφους.
Μεταξύ του 1867 και του 1883, πραγματοποίησε δύο μεγάλα εξερευνητικά ταξίδια στην Ασία και ένα στην Αφρική.
Για το πρώτο, ξεκίνησε από τη Συρία και περνώντας από το Ιράκ, την Περσία και το Αφγανιστάν και στη συνέχεια από το Παμίρ, την Κίνα και τη Μογγολία, κατέληξε στην Ανατολική Σιβηρία, για να επιστρέψει μέσω Οδησσού στην Κωνσταντινούπολη.
Για το δεύτερο, ξεκίνησε από το Σουέζ της Αιγύπτου και συνέχισε στην Ινδία, Περσία και Αφγανιστάν, επιστρέφοντας στο Κάιρο.
Στο τρίτο του ταξίδι, ξεκίνησε από το Κάιρο και μέσω του Σουδάν έφτασε στην Κεντρική Αφρική και στο Βόρειο Κογκό, όπου και κατέγραψε το παραποτάμιο σύστημα του ποταμού Κόγκο.
Οι περιγραφές των ταξιδιών του δημοσιεύθηκαν σε μία ελληνική και μία γαλλική έκδοση, που περιλάμβαναν και απόψεις του για το σύστημα χρονολόγησης των διαφόρων λαών της Ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου, αλλά και αναλύσεις μετεωρολογικών φαινομένων.
Δυστυχώς άλλα χειρόγραφά του που αφορούσαν τα ήθη και τα έθιμα των λαών που επισκέφθηκε, καταστράφηκαν από τους κληρονόμους του πριν προλάβουν να εκδοθούν.
Τιμήθηκε από τη Γαλλική κυβέρνηση, τη Γεωγραφική Εταιρεία της Γαλλίας και τον βασιλιά του Βελγίου Λεοπόλδο Β’, ο οποίος φρόντισε να δοθεί το όνομά του σε κεντρική λεωφόρο της πόλης Isiro του Βελγικού Κογκό.
Αντίθετα όμως, η Βασιλική Γεωγραφική Εταιρεία του Λονδίνου δεν αντιμετώπισε ευνοϊκά το έργο του, επειδή οι απόψεις του σε θέματα αντιμετώπισης των ιθαγενών έρχονταν σε αντίθεση με τα Βρετανικά αποικιοκρατικά συμφέροντα, αλλά και επειδή συχνά οι παρατηρήσεις του διέψευδαν τον Μάρκο Πόλο που εκείνη την εποχή θεωρείτο ακόμα αυθεντία στα ταξίδια στην Ασία.
Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι η ελληνική καταγωγή του τού άνοιξε πολλές πόρτες στις αυλές των ασιατικών βασιλείων, στα οποία υπήρχε ακόμα η ανάμνηση της εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου, αλλά του έδωσε και την ευκαιρία να διαπιστώσει την έντονη επίδραση που είχε στις περιοχές αυτές ο ελληνικός πολιτισμός, καθώς ελληνικές λέξεις και άλλα πολιτισμικά στοιχεία επιβίωναν ακόμα.
Πέθανε το 1903 στις Νύμφες της Κέρκυρας, στην οποία είχε αποτραβηχτεί τα τελευταία 17 χρόνια της ζωής του.
18. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΔΟΥΜΠΑΣ
Ο Νικόλαος Δούμπας δεν είναι γνωστός στην Ελλάδα, είναι όμως πολύ γνωστός στην Αυστρία στην οποία έζησε και ανέπτυξε έντονη πολιτική δράση και για την οποία θεωρείται μαικήνας των τεχνών, ενώ ένας κεντρικός δρόμος της Βιέννης, δίπλα στο Μέγαρο Μουσικής, φέρει το όνομά του (Dumbastrasse).
Ο Δούμπας γεννήθηκε το 1830 στη Βιέννη, από Έλληνες γονείς με βλάχικη καταγωγή.
Στην παιδική του ηλικία έζησε για μικρό διάστημα στην Αθήνα μαζί με τον αδελφό του, φιλοξενούμενοι του Αυστριακού πρέσβη.
Από τον πατέρα του Στέργιο (ευεργέτη του Πανεπιστημίου Αθηνών) ήδη κληρονόμησε αξιόλογη περιουσία, την οποία όμως αύξησε σημαντικά με επιχειρηματικές δραστηριότητες στον χώρο της υφαντουργίας και του χρηματιστηρίου.
Ασχολήθηκε με την πολιτική και εκλέχτηκε τόσο στην Κάτω όσο και στην Άνω Βουλή του αυστριακού κράτους (αυτοκρατορίας τότε).
Προσέφερε σημαντικά χρηματικά ποσά σε ελληνικά σχολεία, αλλά και για την ανέγερση κρατικών κτηρίων στη Βιέννη, όπως του Κοινοβουλίου, του Πανεπιστημίου, της Ακαδημίας, του Δημαρχείου, την επισκευή του Αγίου Στεφάνου της Βιέννης, αλλά και την κατασκευή του Μεγάρου Μουσικής (σε σχέδιο του γνωστού Δανού αρχιτέκτονα Χάνσεν), το οποίο ουσιαστικά ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του ίδιου του Δούμπα.
Πέρα από την οικονομική του συνεισφορά στον χώρο της τέχνης και της αρχιτεκτονικής, υπήρξε προσωπικός φίλων διάσημων καλλιτεχνών, όπως του Ριχάρδου Βάγκνερ, του Σούμπερτ, του Μπραμς και του Γιόχαν Στράους, ο τελευταίος μάλιστα συνέθεσε τον «Γαλάζιο Δούναβη» στο εξοχικό σπίτι του Δούμα.
Το σπίτι του στη Ρίγκστρασσε στη Βιέννη, με το όνομα Palais Dumba ήταν (και είναι) πραγματικό μουσείο, αλλά επί Δούμα αποτελούσε επίσης και τόπο συνάντησης του καλλιτεχνικού και πνευματικού κόσμου της Βιέννης.
Ο Δούμπας τιμήθηκε από την Αυστριακή κυβέρνηση πολλές φορές με παράσημα και τιμητικές θέσεις, απέρριψε όμως πρόταση απονομής τίτλου ευγενείας από τον αυτοκράτορα, εξαιτίας των φιλελεύθερων πεποιθήσεών του.
Πέθανε το 1900 στη Βουδαπέστη, αλλά χάρη στην προσφορά του στον χώρο της τέχνης τελικά ενταφιάστηκε στο κεντρικό νεκροταφείο της Βιέννης, στο τμήμα των μεγάλων μουσουργών.
19. ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΒΑΓΓΕΛΗΣ
Ο Γερμανός Καραβαγγέλης, μητροπολίτης Καστοριάς, μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ο Παπαφλέσσας του Μακεδονικού αγώνα.
Αν και ο Καραβαγγέλης δεν έπεσε στο πεδίο της μάχης σαν τον Παπαφλέσσα (παρότι κινδύνεψε πολλές φορές από δολοφονικές επιθέσεις), τον διέκρινε το ίδιο πάθος για τον αγώνα της ελευθερίας, η ίδια μαχητικότητα, και σε κάποιες περιπτώσεις αντίστοιχα αμφιλεγόμενες ενέργειες προκειμένου να επιτευχθεί ο απώτερος σκοπός.
O Στυλιανός Καραβαγγέλης γεννήθηκε στη Λέσβο το 1866 και σπούδασε στη Θεολογική Σχολή Χάλκης. Με την αποφοίτησή του χειροτονήθηκε διάκος με το όνομα Γερμανός και συνέχισε για μερικά χρόνια ακόμα τις σπουδές του στη Γερμανία.
Το 1896 χειροτονήθηκε επίσκοπος και το 1900 τοποθετήθηκε Μητροπολίτης Καστοριάς, όπου ανέπτυξε έντονη δράση προσπαθώντας να προσελκύσει τους χριστιανικούς πληθυσμούς της περιφέρειάς του στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, αντί της Βουλγαρικής Εξαρχίας.
Στην προσπάθειά του αυτή, η οποία σηματοδότησε ουσιαστικά την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα, συνεργάστηκε με τους άλλους τρείς ένθερμους υποστηρικτές αυτής της δράσης, τον Ίωνα Δραγούμη στο προξενείο της Ελλάδας στο Μοναστήρι, τον Λάμπρο Κορομηλά στο προξενείο Θεσσαλονίκης και τον Δημήτριο Καλαποθάκη στην Αθήνα.
Φυσικά η δραστηριότητά του αυτή τον έφερε σε έντονη αντιπαλότητα με το βουλγαρικό κομιτάτο, που ο Καραβαγγέλης αντιμετώπισε με τον σταυρό στο ένα χέρι και το περίστροφο στο άλλο, μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά.
Μέσα στο κλίμα αυτό δεν έλλειψαν και κάποιες αντεκδικήσεις και ακρότητες, τις οποίες αν μη τι άλλο ανέχθηκε, όπως και ευκαιριακή συνεργασία του με τους Τούρκους, καθώς θεωρούσε πολύ πιο σημαντική και άμεση απειλή τους Βούλγαρους.
Κατάφερε να μεταστρέψει επίσης πολλούς ελληνόφωνους προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον ελληνισμό όπως για παράδειγμα τον καπετάν Κώττα, για τον θάνατο του οποίου μάλιστα θεωρήθηκε υπεύθυνος αργότερα, χωρίς όμως να υπάρξουν αποδείξεις.
Το 1908 και με το τέλος ουσιαστικά του Μακεδονικού Αγώνα, η οθωμανική κυβέρνηση απαίτησε και τελικά πέτυχε την απομάκρυνσή του από την Μακεδονία, οπότε τοποθετήθηκε σαν Μητροπολίτης στην Αμάσεια του Πόντου.
Και από τη νέα του θέση ο Καραβαγγέλης ανέπτυξε έντονη δράση ιδρύοντας σχολεία αλλά και ένοπλες ομάδες για την προστασία του ποντιακού πληθυσμού, ενώ εργάστηκε για μια Ανεξάρτητη Δημοκρατία του Πόντου με τη συμμετοχή και των Αρμενίων.
Φυσικά η δράση του δεν θα έμενε ατιμώρητη από τους Τούρκους, οι οποίοι αρχικά (1917) τον καταδίκασαν σε φυλάκιση μερικών ημερών, ενώ το 1922 ερήμην σε θάνατο καθώς έλειπε εκείνο το διάστημα στη Ρουμανία, οπότε κατάφερε να διαφύγει επιστρέφοντας κατευθείαν στην Αθήνα.
Στη συνέχεια διορίσθηκε Μητροπολίτης στα Ιωάννινα, όπου συνέχισε το έργο της περίθαλψης των προσφύγων και των αδυνάτων.
Εσωτερικές (πολιτικές) όμως αντιπαλότητες τελικά τον οδήγησαν μόλις μετά από ένα χρόνο (1924) στην Βιέννη σαν έξαρχο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπου και πέθανε πάμφτωχος το 1935.
Γεγονός είναι ότι οι συνειδήσεις των πληθυσμιακών ομάδων στην Μακεδονία στις αρχές του 20ου αιώνα είχαν περισσότερο θρησκευτικό παρά εθνικό προσανατολισμό, άλλωστε ούτε η γλώσσα που μιλούσαν σε διάφορες περιοχές ήταν ενδεικτική της εθνικής ταυτότητας των κατοίκων της.
Επιπλέον το γεγονός ότι στην περιοχή υπήρχαν τουλάχιστον τρείς εθνικές ομάδες, δημιουργούσε αρκετούς συνδυασμούς συνεργασιών και αντιπαλοτήτων.
Το αποτέλεσμα είναι οι εκάστοτε συμμαχίες να είναι ευκαιριακές και ρευστές, κάτι που οδηγούσε συχνά σε «παρεξηγήσεις» και αμφιλεγόμενες (ανάλογα με την οπτική γωνία) ενέργειες.
20. ΧΑΣΑΝ ΤΑΧΣΙΝ ΠΑΣΑΣ
Ίσως φαίνεται παράδοξο που ένας Οθωμανός πασάς βρίσκεται μεταξύ των «παρεξηγημένων», αλλά ο ρόλος του Χασάν Ταχσίν Πασά στη διάσωση της Θεσσαλονίκης από την καταστροφή κατά τους Βαλκανικούς πολέμους, ήταν καθοριστικός.
Γεννήθηκε το 1850 στη σημερινή Αλβανία, και το οικογενειακό του όνομα ήταν Μεσαρέ.
Μεγάλωσε στα Ιωάννινα όπου πήρε ελληνική παιδεία.
Μιλούσε πέντε γλώσσες μεταξύ των οποίων και ελληνικά και έτρεφε μεγάλο θαυμασμό για τον ελληνικό πολιτισμό.
Υπηρέτησε σε όλα τα μέτωπα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, Υεμένη, Συρία, Κρήτη και Ήπειρο.
Το 1910 και ενώ θέλησε να αποστρατευτεί, διορίστηκε από την Υψηλή Πύλη διοικητής της πόλης της Θεσσαλονίκης.
Όταν ο Ελληνικός Στρατός μετά τις νικηφόρες μάχες του στη Θεσσαλία και Δυτική Μακεδονία, στα τέλη του Οκτωβρίου του 1912 πλησίαζε στη Θεσσαλονίκη, ο Πασάς μετά από τριήμερη διαπραγμάτευση παρέδωσε την πόλη στους Έλληνες, παρά τις φορτικές πιέσεις (και απόπειρα δωροδοκίας) από την πλευρά των Βουλγάρων, που πλησίαζαν και αυτοί με το εκστρατευτικό τους σώμα.
Την απόφαση αυτή, όπως γράφει στα απομνημονεύματά του, την πήρε δίνοντας προτεραιότητα στην ακεραιότητα της πόλης και τις χιλιάδες ζωές των κατοίκων της αλλά και των Τούρκων στρατιωτών, ενόψει της σίγουρης στο τέλος κατάληψής της από τους Έλληνες.
Χαρακτηριστικές είναι δύο φράσεις του:
«Τη Θεσσαλονίκη από τους Έλληνες την πήραμε, στους Έλληνες πρέπει να την παραδώσουμε» και «Η πόλις εχάθη αλλά και εσώθη».
Δεν επέστρεψε ποτέ στην Τουρκία αφού καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο από Τουρκικό στρατοδικείο.
Αντίθετα πήρε την ελληνική υπηκοότητα, και παρέμεινε στη Ελλάδα, ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στην Ελβετία εξαιτίας προβλημάτων υγείας, όπου και πέθανε το 1918.
Ο τάφος του, μαζί με του γιού του Κενάν Μεσαρέ που παρευρίσκονταν στις διαπραγματεύσεις, βρίσκεται στην έπαυλη Τόψιν, στο χωριό Γέφυρα κοντά στη Θεσσαλονίκη.
Η έπαυλη αυτή είναι μουσείο σήμερα, ενώ το 1912 ήταν στρατηγείο των Ελλήνων και εκεί έλαβε χώρα η παράδοση της Θεσσαλονίκης.
Τον σημερινό τάφο του (που είναι ο τρίτος κατά σειρά), σχεδίασε ο εγγονός του Ίνη Μεσαρέ που είναι αρχιτέκτονας.
21. ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΥ
Ο Ιωάννης Βελισσαρίου γεννήθηκε από Έλληνες γονείς από την Κύμη, στο Πλοέστι της Ρουμανίας.
Σε νεαρή ηλικία κατατάσσεται στον Ελληνικό Στρατό. Λαβαίνει μέρος στον άτυχο Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, όπου και διακρίνεται σε πολλές περιπτώσεις.
Με την έκρηξη του Α’ Βαλκανικού πολέμου, ταγματάρχης πλέον, συμβάλλει με το τάγμα του στη υποχώρηση των Τούρκων από το Σαραντάπορο (Οκτώβριος 1012) και στη συνέχεια παίρνει μέρος στην πολιορκία των Ιωαννίνων, τον Ιανουάριο του 1913.
Είναι έτοιμος να καταλάβει τα Ιωάννινα παρακάμποντας το οχυρό του Μπιζανίου, αλλά ένας τραυματισμός του στο πόδι του στερεί αυτή την ευκαιρία.
Μετά από ένα μήνα, κατά τη δεύτερη επίθεση κατά των Ιωαννίνων, δύο ευζωνικά τάγματα από τα οποία το ένα του Βελισσαρίου, απέκοψαν την επικοινωνία των οχυρωμένων στο Μπιζάνι Τούρκων με τη διοίκησή τους στην πόλη, προκαλώντας πανικό στις γραμμές τους.
Το ίδιο βράδυ, ο επίσκοπος Δωδώνης με δύο Τούρκους αξιωματικούς, έφεραν προς τους Έλληνες επιστολή παράδοσης.
Ο Βελισσαρίου τους εντόπισε πρώτος και τους συνόδευσε ο ίδιος στον διάδοχο Κωνσταντίνο.
Κατά τον Β’ Βαλκανικό πόλεμο πολέμησε εναντίον των Βουλγάρων στη μάχη Κιλκίς – Λαχανά (Ιούνιος 1913),
Κατά τη συνήθειά του εκινείτο έφιππος για να εμψυχώνει τους άντρες του, με αποτέλεσμα να κερδίσει το προσωνύμιο «Μαύρος Καβαλλάρης» (το ίδιο προσωνύμιο απέκτησε αργότερα και ο Ν. Πλαστήρας).
Συνέχισε καταδιώκοντας τους Βούλγαρους, μέχρις ότου με τη μονάδα του βρέθηκε στα στενά της Κρέσνας.
Ο Βελισσαρίου με τους ευζώνους του μάχεται σ’ ένα ύψωμα που συχνά αλλάζει χέρια, μέχρι που τελικά μένει στα χέρια των Ελλήνων.
Κάποια στιγμή οι άνδρες του ξεμένουν από πυρομαχικά, και στρέφονται στον ίδιο για βοήθεια.
«Και δεν υπάρχουν πέτρες?» είναι η απάντησή του, και δίνει ο ίδιος το παράδειγμα εκσφενδονίζοντας έναν ογκώδη λίθο εναντίων των εχθρών.
Στις 12 Ιουλίου 1913, στην περιοχή της Κρέσνας δίνεται μια από τις φονικότερες μάχες των Βαλκανικών πολέμων.
Ο Βελισσαρίου πολεμάει όρθιος, ώσπου μια οβίδα τον τραυματίζει σοβαρά και μετά από λίγο πεθαίνει.
Όταν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος έμαθε για τον θάνατό του, είπε:
«Ήταν επόμενο, τέτοιοι ήρωες δεν ζουν πολύ».
Στο συλλυπητήριο τηλεγράφημα προς τη σύζυγό του, έγραψε:
«Χαιρετίζω τον Ήρωα των Ηρώων».
22. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΘΕΟΔΩΡΗ
Ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή δεν είναι καθόλου άγνωστος στον χώρο της επιστήμης και συγκεκριμένα των μαθηματικών, αλλά δεν είναι ευρύτερα γνωστός και μάλιστα σαν ένας από τους κορυφαίους μαθηματικούς της εποχής του.
Ο Καραθεοδωρή, γεννήθηκε το 1873 στο Βερολίνο και μεγάλωσε στις Βρυξέλλες, όπου ο Κωνσταντινοπολίτης πατέρας του ήταν πρέσβης της Υψηλής Πύλης.
Τελειώνοντας τις σπουδές Πολιτικού Μηχανικού, επισκέφθηκε τον θείο του που ήταν Διοικητής της Κρήτης, και εκεί γνωρίστηκε με τον Ε. Βενιζέλο.
Στη συνέχεια εργάστηκε σε Αγγλική εταιρεία στο Ασουάν της Αιγύπτου, όπου διαπίστωσε ότι το πραγματικό ενδιαφέρον του ήταν τα μαθηματικά, τα οποία επέλεξε να τα σπουδάσει στο Βερολίνο.
Τη διπλωματική του εργασία όμως την έκανε στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν, στο οποίο λίγο αργότερα αναγορεύτηκε υφηγητής των Μαθηματικών.
Από το 1909 μέχρι το 1920 δίδαξε μαθηματικά σε διάφορα Ιδρύματα, ενώ η φήμη του τον έφερε σε επαφή με τους μεγαλύτερους μαθηματικούς της εποχής του, καθώς και με φυσικούς όπως τον Μαχ Πλάνκ και τον Α. Αϊνστάιν.
Το 1920, δέχτηκε πρόσκληση του Ε. Βενιζέλου να οργανώσει το Ιωνικό Πανεπιστήμιο Σμύρνης, το οποίο φιλοδοξούσαν να γίνει το μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα της Ανατολής.
Λίγο πριν λειτουργήσει όμως, επήλθε η Μικρασιατική καταστροφή και ο Καραθεοδωρή μόλις που πρόλαβε να διασώσει τον εαυτό του και πολύτιμα όργανα και βιβλία, τα οποία μετέφερε και δώρησε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Αν και αρχικά διορίσθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, σε λίγα χρόνια απογοητευμένος επέστρεψε στη Γερμανία, για να γίνει καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Μόναχου.
Μετά από μια περιοδεία στην Αμερική κατόπιν πρόσκλησης των εκεί Πανεπιστημίων, επέστρεψε στο Μόναχο, όχι όμως πριν βοηθήσει στην οργάνωση των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, πάλι μετά από πρόσκληση του Ε. Βενιζέλου.
Πέθανε το 1950, και ενταφιάσθηκε σε κοιμητήριο του Μονάχου.
Αντί για αναφορά στο επιστημονικό έργο του, θα παραθέσουμε τμήμα επιστολής που του έστειλε ο Α. Αϊνστάιν το 1916.
«Αν θέλετε να μπείτε στον κόπο να μου εξηγήσετε ακόμα και τους κανονικούς μετασχηματισμούς θα βρείτε έναν ευγνώμονα και ευσυνείδητο ακροατή. Αν όμως λύσετε και το πρόβλημα των κλειστών γραμμών του χρόνου, θα σταθώ μπροστά σας με σταυρωμένα χέρια. Πίσω από αυτό υπάρχει κρυμμένο κάτι που είναι αντάξιο του ιδρώτα των καλυτέρων».
Στο site:
https://caratheodorymuseumneavyssa.gr/, υπάρχουν πληροφορίες για το μουσείο της οικογένειας Καραθεοδωρή.
23. ΝΙΚΟΣ ΚΑΠΕΤΑΝΙΔΗΣ
Ο δημοσιογράφος Νίκος Καπετανίδης γεννήθηκε κοντά στη Τραπεζούντα του Πόντου το 1889 και απαγχονίσθηκε στην Αμάσεια το 1921, με απόφαση των Τούρκικων Δικαστηρίων Ανεξαρτησίας.
Τα δικαστήρια αυτά στήθηκαν από τους εθνικιστές Τούρκους, με αποκλειστικό σκοπό την καταδίκη σε θάνατο όλων όσων αγωνίζονταν για την Ανεξαρτησία του Πόντου.
Η προσφορά του Νίκου Καπετανίδη στην Ποντιακή Ιδέα ήταν τεράστια.
Η γραφίδα του εμψύχωνε τον Ελληνισμό του Πόντου, ενώ η θαρραλέα διακήρυξη των πιστεύω του τον οδήγησε στην κρεμάλα.
Αγωνίστηκε σκληρά στη σύντομη ζωή του και με πολύ θάρρος για τα Εθνικά ιδανικά και κυρίως για τα δίκαια του Ποντιακού Ελληνισμού, τα οποία έβλεπε καθημερινά να ποδοπατούνται βάναυσα από τους Τούρκους, αλλά και από τους συμμάχους της Ελλάδας.
Στα κύρια άρθρα της Εφημερίδας του που εξέδιδε στην Τραπεζούντα και τα οποία υπέγραφε με το όνομα του, χτυπούσε συστηματικά τις δολοφονίες και λεηλασίες που έκαναν οι Τούρκοι.
Έγραψε στον Φίλωνα Κτενίδη (δημοσιογράφο, γιατρό και φίλο του, που πολεμούσε σαν εθελοντής στον Ελληνικό Στρατό), το 1921:
«…Νιώθω πως εσύ στο μέτωπο διατρέχεις λιγότερους κινδύνους από εμένα. Να ξέρεις πως δεν στέκεται γερά το κεφάλι στους ώμους μου.
Μα αυτό δεν σημαίνει τίποτα … κοιτάχτε να κάνετε καλά την δουλειά σας και δεν πειράζει αν λείψουν και μερικά κεφάλια.., σαν το δικό μου.
Χαλάλι για την ελευθερία της πατρίδας..»
Τον Σεπτέμβριο του 1921 ο Νίκος Καπετανίδης συνελήφθη από τους Τούρκους, γιατί μετά από έρευνα στο σπίτι του βρέθηκε μια επιστολή του Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη, του μεγάλου πατριώτη από την Τραπεζούντα και σημαντικού εμπόρου στη Μασσαλία, που αγωνίζοταν να ενώσει τους Ελληνοπόντιους στον αγώνα για έναν ανεξάρτητο Πόντο.
Ο Καπετανίδης κατηγορήθηκε μαζί με άλλους Ελληνοποντίους πατριώτες, ότι αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία του Πόντου.
Όλοι τους οδηγήθηκαν στο δικαστήριο της Αμάσειας, όπου ο Καπετανίδης για άλλη μια φορά έδειξε τη γενναιότητα της ψυχής του.
Όταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου του απηύθυνε την κατηγορία ότι αγωνιζόταν για την ανεξαρτησία του Πόντου, ο Καπετανίδης σηκώθηκε και συμπλήρωσε:
«Όχι μόνον για την ανεξαρτησία, αλλά και για την ένωση του με την Ελλάδα»
Την επόμενη οδηγήθηκε στην αγχόνη και η τελευταία του φράση ήταν: «Ζήτω η Ελλάς».
ΥΓ. Τον Μάρτιο του 2022, η 21η Σεπτεμβρίου ανακηρύχθηκε "Ημέρα μνήμης για τον Νίκο Καπετανίδη" από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Συντακτών (ΠΟΕΣΥ).
24. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΑΚΑΛΟΣ
Γεννήθηκε στο Μεσολόγγι το 1882 και φοίτησε στην ιστορική Στρατιωτική Σχολή της Μόντενα, στην Ιταλία.
Κατά τον Α’ ΠΠ, συμμετείχε σαν διοικητής τάγματος στη μάχη για την κατάληψη της οχυρής τοποθεσίας του Σκρά.
Στην Μικρασιατική Εκστρατεία ο αντισυνταγματάρχης πλέον Τσάκαλος ήταν και πάλι από τους πρώτους διοικητές που εισήλθαν στον πόλεμο, σαν αρχηγός Συντάγματος Πεζικού που αποβιβάστηκε στην Σμύρνη στις 2 Μαΐου 1919.
Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 απομακρύνθηκε από τη Μ. Ασία και τέθηκε σε κατάσταση “αναμονής” στο εσωτερικό, μετά όμως την αποτυχία των επιχειρήσεων στο Σαγγάριο επανήλθε στην Μ. Ασία
Κατά την διάρκεια της τουρκικής επίθεσης τον Αύγουστο του 1922, το Σύνταγμα Πεζικού του συνταγματάρχη τώρα Τσάκαλου ανέπτυξε εξαιρετική δράση κάτω από αντίξοες συνθήκες.
Με την έναρξη της ελληνικής υποχώρησης, το Σύνταγμα του Τσάκαλου διατηρώντας πλήρως το ηθικό και την συνοχή του, ανέλαβε μερικά από τα πιο δύσκολα καθήκοντα, προσφέροντας κάλυψη στα τμήματα που υποχωρούσαν.
Η ύστατη δοκιμασία για τον Τσάκαλο και το Σύνταγμά του ήρθε την επόμενη μέρα, τη 17η Αυγούστου 1922 κατά την μάχη του Αλή Βεράν.
Στην κοιλάδα αυτή, που οι στρατιώτες ονόμασαν “Κοιλάδα Θανάτου”, στριμώχθηκαν και σχεδόν περικυκλώθηκαν 20.000 έως 25.000 άνδρες των πέντε μεραρχιών που αποτελούσαν την Ομάδα Ν. Τρικούπη.
Η μεραρχία στην οποία ανήκε ο Τσάκαλος ήταν μια από αυτές.
Ο Συνταγματάρχης Τσάκαλος βρισκόταν και πάλι στη πρώτη γραμμή, περιφερόμενος έφιππος και εμψυχώνοντας τους άνδρες του, ώσπου ένα θραύσμα τουρκικού βλήματος τον τραυμάτισε βαριά.
Ο Τσάκαλος, αν και ήξερε ότι το τέλος του ήταν πολύ κοντά, ρωτούσε για την έκβαση της μάχης.
Του απάντησαν ότι η μάχη κερδίζεται και αυτός αποκρίθηκε “Πεθαίνω ευχαριστημένος…“, αφήνοντας την τελευταία πνοή του λίγο αργότερα.
Χάρη στην σκληρή αντίσταση του Συντάγματος του συνταγματάρχη Κωνσταντίνου Τσάκαλου καθώς και ορισμένων άλλων μονάδων εκείνη την ημέρα και μέχρι να νυχτώσει, έγινε δυνατή η διαφυγή μέσα στο σκοτάδι χιλιάδων ανδρών της Ομάδας Τρικούπη, που γλύτωσαν την αιχμαλωσία ή τον θάνατο.
25. ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΑΛΙΚΗ
Ούτε η γέννηση της πριγκίπισσας Αλίκης το 1885 στο παλάτι του Γουίντσορ, ούτε ο θάνατός της το 1969 στο παλάτι του Μπάκιγχαμ, χαρακτηρίζουν τη ενδιάμεση πορεία της η οποία τελικά δεν ήταν τόσο παραμυθένια και συνδεδεμένη με την Αγγλία.
Η Αλίκη ήταν κόρη του πρίγκιπα Λουδοβίκου Αλεξάνδρου του Μπάττενμπεργκ και εγγονή της βασίλισσας Βικτωρίας της Αγγλίας.
Το 1902 γνώρισε στο Λονδίνο τον πρίγκιπα Ανδρέα της Ελλάδας, ενώ δύο χρόνια αργότερα έφτανε στην Ελλάδα σαν σύζυγός του και το ζεύγος εγκαταστάθηκε στο Τατόι.
Με το ξέσπασμα του Α’ Βαλκανικού πολέμου η Αλίκη έσπευσε να συνεισφέρει ως εθελόντρια στο έργο του Ερυθρού Σταυρού και των άλλων οργανώσεων.
Στη Λάρισα, την Ελασσόνα, τη Θεσσαλονίκη και τα Σέρβια ίδρυσε νοσοκομεία στα οποία συμμετείχε και η ίδια προσφέροντας βοήθεια ως νοσοκόμα. Για τη δράση της αυτή τιμήθηκε από τον βασιλιά της Αγγλίας, με το παράσημο του Ερυθρού Σταυρού.
Μετά την απομάκρυνση του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ από την Ελλάδα σε συνέχεια της διαμάχης του με τον Βενιζέλο το 1917, η Αλίκη και ο Ανδρέας τον ακολούθησαν στο εξωτερικό, επανήλθαν όμως μαζί του μετά το δημοψήφισμα του 1920.
Εκείνη την περίοδο μάλιστα η Αλίκη γέννησε τον Φίλιππο, τον μετέπειτα σύζυγο της σημερινής (2016) βασίλισσας της Αγγλίας Ελισάβετ Β’.
Μετά τη Μικρασιατική εκστρατεία όμως, ο Ανδρέας που σαν αντιστράτηγος διοικούσε το Β’ Σώμα Στρατού κρίθηκε συνυπεύθυνος της καταστροφής που ακολούθησε και καταδικάστηκε σε αποπομπή από την Ελλάδα, στην οποία φυσικά η σύζυγός του τον ακολούθησε.
Το 1928 η Αλίκη ασπάσθηκε την Ορθοδοξία, αλλά η πίστη της είχε αρκετή δόση θρησκοληψίας, ενώ διαγνώστηκε και με σχιζοφρένεια.
Η ασθένειά της είχε περιόδους έξαρσης και ύφεσης και χρειάστηκε να νοσηλευτεί σε κλινικές και σανατόρια, συχνά χωρίς τη θέλησή της, ενώ η σχέση της με τον σύζυγό της έγινε τυπική.
Το 1938 επέστρεψε στην Ελλάδα και διέμενε σε διαμέρισμα, ενώ αρνήθηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα κατά την εισβολή των Γερμανών το 1941 και την Κατοχή που ακολούθησε.
Η Αλίκη άρχισε να διοργανώνει συσσίτια και να συμμετέχει εθελοντικά στην διανομή τους. Ενδεικτικό είναι ότι αν και προμηθεύονταν τρόφιμα, είχε αδυνατήσει σημαντικά.
Την περίοδο της Κατοχής είχε αναλάβει επίσης την διαχείριση πολλών ορφανοτροφείων και συσσιτίων, προσφέροντας έτσι σημαντικό κοινωνικό έργο.
Τόλμησε ακόμα να κρύψει στο σπίτι της μια οικογένεια Ελληνοεβραίων, πράξη για την οποία τιμήθηκε το 1993 (μετά θάνατον) με τον τίτλο του «Δικαίου των Εθνών».
Μετά το τέλος του Β’ΠΠ και μεταξύ του 1949 και 1950 επεδίωξε να ιδρύσει μοναστηριακή αδελφότητα, χωρίς όμως επιτυχία, αν και η ίδια από την περίοδο αυτή και μέχρι τον θάνατό της φορούσε ρούχα μοναχής.
Μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 η Αλίκη θέλησε να παραμείνει στην Αθήνα, στο τέλος όμως υποχώρησε στις παρακλήσεις του γιού της Φίλιππου να εγκατασταθεί στην Αγγλία, όπου και πέθανε σε ηλικία 84 ετών.
26. ΜΑΡΔΟΧΑΙΟΣ ΦΡΙΖΗΣ
Ο Μαρδοχαίος Φριζής ήταν Ελληνοεβραίος ήρωας του πολέμου του 1940.
Μετά από αρχική αποτυχία, μάλλον εξαιτίας του θρησκεύματός του, έγινε δεκτός σαν αξιωματικός και υπηρέτησε στον Α’ΠΠ και στη συνέχεια στη Μικρασιατική Εκστρατεία, όπου και αιχμαλωτίσθηκε.
Δεν δέχθηκε όμως να απελευθερωθεί μόνον αυτός, αν και είχε τη δυνατότητα και απελευθερώθηκε αργότερα μαζί με τους άλλους αξιωματικούς.
Η κήρυξη του πολέμου στις 28 Οκτ. 1940 τον βρήκε στην Ήπειρο, διοικητή ενός τμήματος στρατού το οποίο δέχτηκε το βάρος της επίθεσης των Ιταλών Αλπινιστών, κατόρθωσε όμως να
τους απωθήσει και να πιάσει και τους πρώτους Ιταλούς αιχμαλώτους του Ελληνοϊταλικού πολέμου.
Στη συνέχεια, αφού διάλυσε τα Ιταλικά τμήματα που αντιμετώπιζε, καταδιώκοντάς τα έφθασε στην Κόνιτσα την οποία και απελευθέρωσε.
Τον Δεκέμβριο, καθώς με την ομάδα του βρίσκονταν κοντά στην Πρεμετή (στη σημερινή νότια Αλβανία) δέχθηκαν ιταλική αεροπορική επίθεση, και ενώ διέταξε τους άνδρες του να καλυφθούν, ο ίδιος έμεινε πάνω στο άλογό του για να τους εμψυχώνει.
Μια ριπή τον τραυμάτισε θανάσιμα, και λίγο αργότερα ο ιερέας του στρατεύματος τού έκλεισε τα μάτια με την επιθανάτια εβραϊκή ευχή.
Ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ και ο Ιωάννης Μεταξάς έστειλαν συλληπητήρια τηλεγραφήματα στην οικογένειά του.
Αν και υπάρχουν διαφωνίες για το εάν ήταν ο πρώτος υψηλόβαθμος αξιωματικός που έπεσε στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο, αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η φιλοπατρία, ο ηρωισμός και η προσφορά του.
27. ΥΨΩΜΑ 731 (το Ύψωμα που έχασε 5 μέτρα σε 2 ημέρες)
Απόσπασμα από την ημερήσια διαταγή του διοικητή των ελληνικών δυνάμεων στο Ύψωμα 731, ταγματάρχη Δημήτριου Κασλά.
Ένα ηρωικό περιστατικό από το ελληνο-αλβανικό μέτωπο που δεν είναι πολύ γνωστό, διαδραματίστηκε στην αρχή της πολυδιαφημισμένης «Εαρινής Επίθεσης» των Ιταλών στο Ύψωμα 731 (το υψόμετρό του), γύρω στα 20 χλμ. βόρεια της Κλεισούρας στην Αλβανία.
Ήταν μία θέση κλειδί που κατέλαβε ο Ελληνικός Στρατός κατά τις μάχες που προηγήθηκαν, και η παραμονή του σε ελληνικά χέρια καταδίκαζε κάθε προσπάθεια των Ιταλών για προέλαση προς τα ελληνικά σύνορα.
Η αρχή της ιταλικής επίθεσης έγινε νωρίς το πρωί της 9ης Μαρτίου, με σφοδρή δράση πυροβολικού και αεροπορικό βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων.
Δυόμισι ώρες κράτησε η προπαρασκευή του ιταλικού πυροβολικού που έριξε περίπου 100.000 βλήματα, ενώ στη συνέχεια ξεχύθηκαν οι Ιταλοί προς τον λόφο πιστεύοντας ότι δεν θα βρουν και πολλούς ζωντανούς, δείχνοντας μάλιστα ιδιαίτερο ζήλο καθώς ο ίδιος ο Μουσσολίνι παρακολουθούσε από παρατηρητήριο κοντά στην πρώτη γραμμή.
Το ίδιο όμως πίστευαν και οι άλλοι Έλληνες στρατιώτες, που είχαν παρακολουθήσει τον σφοδρό βομβαρδισμό από άλλα υψώματα της περιοχής.
Και όμως οι Ιταλοί αντιμετώπισαν ηρωική αντίσταση από τους ταλαιπωρημένους και εξαντλημένους υπερασπιστές του υψώματος, με συνέπεια να οπισθοχωρήσουν.
Το απόγευμα επαναλήφθηκε ο σφοδρός βομβαρδισμός, με τα ίδια πενιχρά για τους Ιταλούς αποτελέσματα.
Τα ίδια περίπου έγιναν και την επόμενη ημέρα, 10 Μαρτίου, ενώ και πάλι όλες οι επιθέσεις των Ιταλών αποκρούσθηκαν.
Στις δύο αυτές πρώτες ημέρες (οι μάχες συνεχίσθηκαν μέχρι τις 24 Μαρτίου μέχρι να πεισθούν οι Ιταλοί για το αδύνατο του εγχειρήματος), ο λόφος αποψιλώθηκε από την πλούσια βλάστησή του, ενώ το ύψος του μετρήθηκε αργότερα στα 726 μέτρα!
Στην περιοχή αυτή, τέσσερεις ιταλικές μεραρχίες με άφθονα εφόδια, είχαν κάνει πολυάριθμες επιθέσεις σε μία καταπονημένη ελληνική μεραρχία (τον λόφο 731 συγκεκριμένα τον υπερασπίζονταν δύναμη ενός τάγματος), χωρίς να πάρουν σπιθαμή εδάφους.
Οι απώλειες του λόφου 731, τις πρώτες 3 ημέρες που έγινε η κύρια επίθεση, ήταν 1.000 νεκροί και 3.000 τραυματίες Ιταλοί, ενώ οι Έλληνες είχαν 145 νεκρούς και 400 τραυματίες.
28. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΕΡΙΚΚΟΣ
Ο Κώστας. Περίκκος και η Ιουλία Μπίμπα
Ήταν μεσημέρι της 20ης Σεπτεμβρίου του 1942, όταν η οδός Πατησίων σείστηκε από μια εκκωφαντική έκρηξη.
Το εσωτερικό του κτηρίου που στεγάζονταν η ΕΣΠΟ είχε καταρρεύσει, παρασύροντας στον θάνατο 48 Γερμανούς αξιωματικούς και 29 μέλη της ΕΣΠΟ, μιας φιλοναζιστικής οργάνωσης που μεταξύ άλλων προσπαθούσε να στρατολογήσει Έλληνες για να εργαστούν εθελοντικά στη Γερμανία ή να πολεμήσουν στο πλευρό των Γερμανών στο Ανατολικό Μέτωπο.
Πίσω από την ανατίναξη βρίσκονταν η ΠΕΑΝ, μια μικρή πατριωτική οργάνωση με αρχηγό τον δημοκρατικό αξιωματικό της Αεροπορίας Κώστα Περίκκο.
Τη βόμβα μετέφερε η δασκάλα Ιουλία Μπίμπα από το σπίτι της μέχρι το κτίριο της ΕΣΠΟ, ενώ δύο άλλα μέλη της οργάνωσης ανέλαβαν να την τοποθετήσουν στο εσωτερικό της.
Η είδηση της ανατίναξης πέρασε γρήγορα τα σύνορα της Ελλάδας και οι ραδιοσταθμοί Λονδίνου και Μόσχας μίλησαν με ενθουσιασμό για το εγχείρημα, χαρακτηρίζοντάς το ως το μεγαλύτερο σαμποτάζ μέχρι τότε, στην κατεχόμενη Ευρώπη.
Ο Κώστας Περίκκος γεννήθηκε στη Χίο και έζησε για ένα διάστημα στην Αίγυπτο.
Γυρίζοντας στην Ελλάδα κατατάχθηκε στην Αεροπορία και έγινε ανθυποσμηναγός.
Εξαιτίας διαφόρων άρθρων που έγραψε ασκώντας κριτική σε οργανωτικά θέματα της Αεροπορίας αποτάχθηκε, αλλά επέστρεψε μετά από αίτημά του για συμμετάσχει στην πολεμική προσπάθεια του 1940.
Μετά την κατάρρευση του μετώπου ίδρυσε την ΠΕΑΝ, η οποία προέτρεπε τους Έλληνες ανεξάρτητα πολιτικής τοποθέτησης, σε αντίσταση με κάθε μέσο.
Τελικά, μετά τη βομβιστική ενέργεια, η ομάδα προδόθηκε από Έλληνα και συνελήφθηκε τον Νοέμβριο του 1942.
Παρά τα βασανιστήρια κανείς δεν μίλησε και όλοι καταδικάσθηκαν σε θάνατο*, παρότι ο Περίκκος ανέλαβε την πλήρη ευθύνη του εγχειρήματος.
* Ένας από την ομάδα είχε κατάφερε να δραπετεύσει πριν τη δίκη.
Ο Περρίκος εκτελέσθηκε στη Καισαριανή το 1943 και η Μπίμπα εκτελέσθηκε στη Γερμανία, όπου είχε μεταφερθεί.
Παρακάτω, επιστολή του Περίκκου στον γιό του, στο διάστημα που ήταν μελλοθάνατος:
«Δούλεψε για να σταματήσουν οι πόλεμοι, να ευημερήσουν όλοι οι άνθρωποι, να ενωθούν τα κράτη της Ευρώπης, να ειρηνεύσει και να ευτυχήσει ο κόσμος ....
Δούλεψε για την επικράτηση της Δημοκρατίας. Αφιέρωσε η ζωή σου στην Ελλάδα και στην ανθρωπότητα».
29. Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ ΤΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ ΤΟΥ ΑΣΩΠΟΥ
Η ανατίναξη της γέφυρας του Ασωπού στις 21 Ιουνίου 1943, είχε σημαντικότερο στρατηγικό αποτέλεσμα από την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, αλλά έμεινε στην αφάνεια επειδή δεν υπήρχε ούτε ένας Έλληνας στην ομάδα των έξη σαμποτέρ που την ανατίναξαν, καθώς οι αντάρτικες ομάδας είχαν ήδη αρχίσει να μάχονται μεταξύ τους.
Και ενώ η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου (τέλη Νοεμ. 1942) έγινε πολύ αργά για να εμποδίσει τις προμήθειες των Γερμανών να φτάσουν στον Ρόμμελ (η μάχη του Ελ Αλαμέιν είχε κριθεί από τις αρχές Νοεμβρίου του '42, και ο Ρόμμελ ήδη υποχωρούσε προς τα δυτικά), η ανατίναξη της γέφυρας του Ασωπού πέτυχε σε μεγάλο βαθμό τον σκοπό της που ήταν η παραπλάνηση των Γερμανών (επιχείρηση Animals), ότι η Συμμαχική απόβαση στη νότια Ευρώπη θα γίνονταν στην Ελλάδα και όχι στη Σικελία, όπου και έγινε.
Ο επικεφαλής της μικρής ομάδας των Άγγλων που δρούσαν στην Ελλάδα οργανώνοντας σαμποτάζ, ταξίαρχος Έντι Μάγιερς (που συμμετείχε και στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου) αρχικά απέσπασε τη συγκατάθεση του Άρη Βελουχιώτη για βοήθεια, ο οποίος όμως έθεσε σαν προαπαιτούμενα πολύ μεγάλο αριθμό ανταρτών και σημαντικό εξοπλισμό, στη συνέχεια όμως ούτως ή άλλως απέσυρε την υποστήριξή του ακολουθώντας οδηγίες της ηγεσίας του ΕΛΑΣ.
Τότε ο Μάγιερς αποφάσισε να δράσει μόνο με μικρή δύναμη Βρετανών και έχοντας ήδη σαν σημαντικά μειονεκτήματα ότι τις σιδηροδρομικές γέφυρες τις φρουρούσαν πλέον Γερμανοί και όχι Ιταλοί, ενώ η πρόσβαση στη βάση της συγκεκριμένης γέφυρας ήταν ιδιαίτερα δύσκολη.
Στο τέλος Μαΐου του 1943 έγινε αεροπορική ρίψη υλικών για την επιχείρηση, αλλά χρειάζονταν περισσότερα (κυρίως σχοινιά) τα οποία ρίφθηκαν σχεδόν ένα μήνα μετά, οπότε η επιχείρηση προγραμματίστηκε για τις 20 Ιουνίου.
Η δύσκολη πρόσβαση στη βάση της γέφυρας μέσα από το φαράγγι καθυστέρησε την ομάδα, και χρειάστηκαν δύο διαδοχικές νυχτερινές επιχειρήσεις προσέγγισης στη διάρκεια των προηγούμενων ημερών, με την άφιξη τελικά τεσσάρων μελών της ομάδας στη βάση της γέφυρας αργά το βράδυ της 20ης Ιουνίου.
Αυτή τη φορά τους βοήθησε και η τύχη, καθώς βρήκαν έτοιμες σκαλωσιές και μονοπάτι που έφτανε μέχρι τον πυθμένα του φαραγγιού (οι Γερμανοί ήταν σε φάση επισκευής της γέφυρας), οπότε τα εκμεταλεύτηκαν για την ταχύτερη τοποθέτηση των εκρηκτικών.
Δύο ώρες μετά τα μεσάνυχτα η γέφυρα ανατινάχτηκε και καταστράφηκε, χωρίς να πέσει ούτε ένα πυροβολισμός και με τους σαμποτέρ να έχουν διαφύγει άθικτοι.
Και οι έξη συνολικά σαμποτέρ που πήραν μέρος στην επιχείρηση παρασημοφορήθηκαν από το Βρετανικό Στρατηγείο, ενώ οι Γερμανοί εκτέλεσαν τους επικεφαλείς της (γερμανικής) φρουράς της γέφυρας, αλλά και Έλληνες που εργάζονταν στην επισκευή της.
Χρειάστηκαν 5 μήνες για να επισκευαστεί βιαστικά η γέφυρα με αποτέλεσμα να καταρρεύσει πάλι παρασύροντας και πολλούς εργαζόμενους στο θάνατο, οπότε η συνολική επισκευή της διήρκεσε συνολικά 10 μήνες (για του Γοργοπόταμου χρειάστηκαν 6 μήνες).
Όχι λιγότερο σημαντικό είναι το γεγονός ότι η Ελληνική Αντίσταση έχασε μια λαμπρή ευκαιρία να συμμετάσχει σ’ ένα από τα θεαματικότερα και αποτελεσματικότερα σαμποτάζ στην Ελλάδα, κατά τη Γερμανική κατοχή. 30. ΟΙ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΙ ΚΟΜΑΝΤΟΤον Ιανουάριο του 1943, με διαταγή του προέδρου των ΗΠΑ F. D. Roosevelt ιδρύθηκε στο Colorado το «122 Τάγμα Πεζικού», αποτελούμενο σχεδόν αποκλειστικά από Ελληνοαμερικανούς, με σκοπό μετά την εκπαίδευσή του να μεταφερθεί και να δράσει στην Ελλάδα.
Ο αριθμός 122 μάλιστα, επιλέχθηκε ώστε να αντιστοιχεί στα χρόνια που είχαν μεσολαβήσει από την Eλληνική Eπανάσταση του 1821.
Πρώτος διοικητής του τάγματος ήταν ο Peter Clainos, που είχε γεννηθεί στην Σπάρτη το 1907, και οι άνδρες του «122» του είχαν δώσει το παρατσούκλι «Λεωνίδας των Θερμοπυλών».
Όπως εξελίχθηκε ο πόλεμος όμως, ήταν σαφές ότι το τάγμα δεν θα μπορούσε να δράσει σαν τακτική στρατιωτική μονάδα στην κατεχόμενη Ελλάδα, οπότε προτάθηκε στα μέλη του να υποστούν νέα εκπαίδευση και να δράσουν τελικά στην Ελλάδα σαν μονάδα κομάντο, σαν ένα Operational Group της OSS δηλαδή, κάτι που όλοι αποδέχτηκαν.
Με την νέα ιδιότητά τους, στην Ελλάδα θα έμπαιναν υπό τις διαταγές των Βρετανικών δυνάμεων που βρίσκονταν ήδη εκεί, για την οργάνωση σαμποτάζ με τη συνεργασία των Ελλήνων ανταρτών.
Από τα τέλη Απριλίου μέχρι τα μέσα Ιουλίου 1944, συνολικά 12 αξιωματικοί και 130 άνδρες, χωρισμένοι σε 8 υποομάδες (Group I, μέχρι Group VIII) έφθασαν στην Ελλάδα και διασκορπίστηκαν σε διαφορετικές περιοχές, δρώντας ανεξάρτητα μεταξύ τους.
Οι Ελληνοαμερικανοί βρέθηκαν ανάμεσα στους Βρετανούς διοικητές τους και στους αντάρτες συμπολεμιστές τους, αλλά ήδη η συνεργασία των πρώτων με τους τελευταίους είχε αρχίσει να παρουσιάζει προβλήματα, καθώς οι προθέσεις και από τις δύο πλευρές είχαν πλέον ξεκαθαρίσει και φυσικά ήταν συγκρουόμενες.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό, ότι οι Βρετανοί είχαν ζητήσει από τα μέλη του OG να μην μιλούν ελληνικά με τους αντάρτες.
Αυτό έκανε τον ρόλο των Ελληνοαμερικανών αρκετά δύσκολο, όμως παρόλα αυτά η συνεργασία τους με τους αντάρτες ήταν αποτελεσματική, και μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου του 1944 που αποσύρθηκαν από την Ελλάδα, κατέγραψαν στο ενεργητικό τους συνολικά 76 επιχειρήσεις σαμποτάζ, που περιλάμβαναν 32 κατεστραμμένα τρένα, 5 επιθέσεις σε αυτοκινητοπομπές, 15 κατεστραμμένες γέφυρες, 10 χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών, 61 φορτηγά και κατ’ εκτίμηση 2000 εχθρικές απώλειες σε νεκρούς και τραυματίες.
Οι ίδιοι είχαν 3 νεκρούς και 23 τραυματίες.
Η αποτελεσματικότητά τους έκανε τη Γερμανική Διοίκηση να διατάξει την εκτέλεση των μελών του OG που θα συλλαμβάνονταν αιχμάλωτοι, παρόλο που φορούσαν την αμερικανική στολή.
Η OG πάντως έφυγε από την Ελλάδα πριν να βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να έχει αντιπάλους της τους χθεσινούς συμπολεμιστές της, τους Έλληνες αντάρτες.
Η ιστορία των Ελληνοαμερικανών κομάντο του OG, που δόθηκε στη δημοσιότητα μόλις το 1989, καταγράφεται με αρκετές λεπτομέρειες από ένα από τα μέλη του, τον Αndrew Mousalimas στο http://www.pahh.com/oss/toc.html.
31. ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΡΓΥΡΗΣ |
Εφαρμογή ανάλυσης πεπερασμένων στοιχείων σε έμβολο μηχανής |
O Ιωάννης Αργύρης γεννήθηκε το 1913 στον Βόλο, και ήταν ανηψιός από την πλευρά της μητέρας του, του διάσημου μαθηματικού Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή. Ξεκίνησε τις σπουδές του το 1930 στη σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ, τις οποίες συνέχισε και ολοκλήρωσε στο Μόναχο.
Ο Β’ΠΠ τον βρίσκει στο Μόναχο και παρότι η ναζιστική Γερμανία του ζητάει να ενισχύσει το επιστημονική της δυναμικό, ο Αργύρης αρνείται, με αποτέλεσμα τον εγκλεισμό του σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Δραπετεύει όμως και διαφεύγει στην Ελβετία, όπου ολοκληρώνει το μεταπτυχιακό του στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης.
Στη συνέχεια πηγαίνει στην Αγγλία, όπου εργάζεται αρχικά στην αεραυπηγική βιομηχανία και στη συνέχεια στο Imperial College, ενώ αργότερα αναλαμβάνει παράλληλα καθηγητής Αεροδιαστημικής και στο Πανεπιστήμιο της Στουτγκάρδης.
Το 1956 αντιμετωπίζοντας το δύσκολο πρόβλημα της μελέτης αντοχής των ατράκτων των αεροσκαφών (εξαιτίας των πολυάριθμων ανοιγμάτων που υπάρχουν), ανάπτυξε τη μέθοδο των «πεπερασμένων στοιχείων» για τη μελέτη τους.
Η μέθοδος αυτή προσομοιάζει το σχήμα της ατράκτου (αλλά και οποιασδήποτε άλλης κατασκευής) με μικρά τρίγωνα, έτσι ώστε η ανάλυση των δυνάμεων να αναφέρεται κάθε φορά σε ένα τρίγωνο, που επιλύεται με τις κλασικές διανυσματικές μεθόδους.
Όμως, επειδή τα τρίγωνα είναι πάρα πολλά, η ανάλυση των αλληλεπιδράσεων όλων των τριγώνων είναι τόσο πολύπλοκη, που μόνο με ηλεκτρονικό υπολογιστή μπορεί να γίνει.
Το (Jumbo) Boeing 747 ήταν το πρώτο αεροπλάνο που σχεδιάστηκε με αυτή τη μέθοδο.
Επιπλέον ασχολήθηκε με τις θερμικές θωρακίσεις των διαστημοπλοίων «Απόλλων» της NASA και «Ερμής» του Ευρωπαϊκού διαστημικού προγράμματος, αλλά και τη μελέτη της καλωδιωτής οροφής του Ολυμπιακού σταδίου του Μόναχου.
Ο Αργύρης, πέρα από ένθερμος πατριώτης στη σκέψη και την ψυχή, συνδύαζε ιδανικά την Ελληνική ευρηματικότητα με την Ευρωπαϊκή οργανωμένη σκέψη, με αποτέλεσμα να θεωρείται η μεγαλύτερη επιστημονική προσωπικότητα παγκοσμίως στον τομέα της Υπολογιστικής Μηχανικής. Πέθανε στη Στουτγκάρδη το 2004.
32. ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΠΙΚΑΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου