Σάββατο 11 Μαΐου 2019

Ποιά ήταν η χώρα των Φαιάκων;

Το κείμενο αυτό αποτελεί απόσπασμα από ένα μικρό βιβλίο μου με τίτλο "Μια σύντομη και "ρεαλιστική" προσέγγιση στις περιπλανήσεις του Οδυσσέα", που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΡΗΣΟΣ: https://www.politeianet.gr/books/9786185693046-metaxas-georgios-risos-mia-suntomi-kai-realistiki-proseggisi-stis-periplaniseis-tou-odussea-337605

Παρατήρηση: Ενδέχεται η αρίθμηση των στίχων της Οδύσσειας να παρουσιάζει μικρές διαφορές από απόδοση σε απόδοση.

Σημείωση: Βλέποντας την αναγνωσιμότητα που είχε στο blog μου το απόσπασμα "Στη χώρα των Φαιάκων", πρόσθεσα παρακάτω και ένα απόσπασμα από το κεφάλαιο "Γενικές πληροφορίες" του βιβλίου μου, ώστε ο αναγνώστης να καταλάβει καλύτερα την προσέγγισή μου στο θέμα.

«Ρεαλιστική» σε εισαγωγικά, επειδή είναι οξύμωρο να πάρει κάποιος «τοις μετρητοίς» ένα ποίημα που γράφτηκε για να υμνήσει τους άθλους ενός ήρωα, ίσως από τον εγγονό του, όπως χρησμοδότησε η Πυθία στον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό που ρώτησε σχετικά (σύμφωνα με το, άγνωστης όμως προέλευσης, έργο του 2ου αι. μ.Χ.: Certamen Homeri et Hesiodi, στίχος 37), στο οποίο πρωτεύουσα θέση έχουν το υπερφυσικό, οι μαγείες, οι ιδιοτροπίες και οι εύνοιες των θεών. Παρόλα αυτά, θα μπορούσε να διακρίνει κάποιος ρεαλισμό πίσω από τον μύθο σε σχέση με την περιγραφή τοποθεσιών, διαδρομών, χρονικών διαστημάτων και καιρικών φαινομένων. Ο Ζήνων ο Στωικός χαρακτηριστικά έλεγε ότι στον Όμηρο μπορεί κάποιος να διακρίνει τμήματα που έχουν γραφεί «κατά δόξαν» και άλλα που έχουν γραφεί «κατ' αλήθειαν».
Αλλά ακόμα και οι υπερβολές μπορούν να γίνουν κατανοητές, αν αναλογιστεί κάποιος ότι πέρα από την ηρωοποίηση του Οδυσσέα, υπήρχε και η ανάγκη να δικαιολογηθούν:

1. Η απώλεια όλου του στρατού του, που δεδομένου ότι ξεκίνησαν για την επιστροφή από την Τροία 12 καράβια με τουλάχιστον 50 άτομα πλήρωμα το καθένα (όπως προκύπτει από το κ΄ 203-209) και αν συμπεριληφθούν (κατ’ εκτίμηση) οι απώλειες των μαχών στην Τροία, θα πρέπει να αριθμούσε τουλάχιστον 700 άτομα.

2. Τα επιπλέον 10 χρόνια που εγκατέλειψε το βασίλειό του μετά τον πόλεμο, επιστρέφοντας μόνο με τα δώρα που του είχαν δώσει οι Φαίακες. Πρώτη αναφορά στη συνολική διάρκεια της απουσίας του Οδυσσέα από την Ιθάκη γίνεται από τον σοφό γέροντα Αλιθέρση, στη συγκέντρωση του λαού που συγκαλεί ο Τηλέμαχος (β΄ 174-175).

3. Η παγίδευση και εξόντωση του άνθους των ευγενών της ευρύτερης περιοχής του, περισσότερα από 100* άτομα συνολικά, που συμπυκνώνονται στα λόγια του Ευπείθη πατέρα του αρχηγού των μνηστήρων Αντίνιου προς τους Ιθακήσιους (ω΄ 420-423):
«Ἀδέρφια, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος κατάστρεψε τὸν τόπο. Ὅλοι ποὺ πῆρε τὸ στρατό, χιλιάδες παλικάρια, τὸν ἔχασε, καὶ τὰ γοργὰ καράβια πᾶν κι ἐκεῖνα, κι ἐδῶ ὅταν ἦρθε σκότωσε τῶν Ἀχαιῶν τοὺς πρώτους».

*Ο αριθμός φαίνεται πολύ μεγάλος, παρά τη βοήθεια που είχε ο Οδυσσέας από τους δύο πιστούς βοσκούς του και τον Τηλέμαχο, αλλά όπως και άλλα στοιχεία είναι μάλλον μέσα στα πλαίσια των υπερβολών του Ομήρου προς εξύψωση του ήρωά του.

Συγκρίσιμες περιπέτειες είχε μόνον ο Μενέλαος, ο οποίος χρειάστηκε 8 χρόνια για να επιστρέψει στη Σπάρτη (δ' 82) και με μόνο 5 από τα 60 πλοία του (γ' 299).
Έτσι η σκανδαλώδης εύνοια και βοήθεια της θεάς Αθηνάς –θεάς της σοφίας– στις πράξεις του τού δίνει στην ουσία «άφεση αμαρτιών», η οποία φαίνεται στο ε΄ 23-24 όπου ο Δίας αναφέρει ότι η απόφαση για την εκδίκηση του Οδυσσέα είναι της Αθηνάς, στο ν΄ 375-376 όπου η θεά «συνωμοτεί» με τον Οδυσσέα για την εξόντωση των μνηστήρων και εκφράζεται συνοπτικά στο ω΄ 440 με τα λόγια του Μέδοντα: «χωρίς των αθανάτων τη θέληση δεν τα ’κανε τα έργα αυτά ο Δυσσέας…».

Στη χώρα των Φαιάκων
Σύμφωνα με αυτά που έχουμε μάθει στο σχολείο, όταν αναφερόμαστε στη χώρα των Φαιάκων εννοούμε το νησί της Κέρκυρας. Όμως υπάρχει ένας σημαντικός παράγοντας που δεν συνηγορεί σ’ αυτό, και αυτός είναι η σχετικά μικρή απόστασή της από την Ιθάκη. 
Ο Οδυσσέας, όπως φαίνεται από την Οδύσσεια και εφόσον βέβαια τη θεωρήσουμε σαν αξιόπιστη πηγή ως προς τις αποστάσεις, τα χρονικά διαστήματα και τις σχέσεις των ανθρώπων, δεν γνώριζε τους Φαίακες οι οποίοι βρίσκονταν μακριά από την Ιθάκη, όπως τονίζει ο ίδιος (ι΄ 18) και μάλιστα «..στην άκρη της γης…» σύμφωνα με την Ναυσικά (ζ΄ 204).

Ένας όμως τόσο ταξιδεμένος (εκούσια και ακούσια) άνθρωπος όπως ο Οδυσσέας, δεν θα θεωρούσε μακρινή την Κέρκυρα και σίγουρα δεν θα αγνοούσε έναν τόσο σημαντικό και κοντινό λαό στην δική του επικράτεια που περιλάμβανε και τα περισσότερα νησιά γύρω από την Ιθάκη (α΄ 245), (Ιλιάδα Β΄ 631), η οποία μάλλον ήταν η σημερινή Λευκάδα, αλλά αυτό είναι μία άλλη ιστορία, που θα σχολιαστεί συνοπτικά στο τέλος του βιβλίου.

Για παράδειγμα, όταν ο εντελώς άπειρος Τηλέμαχος δανείζεται ένα μικρό καράβι με είκοσι κωπηλάτες (α΄ 280) για να πάει στην Πύλο αναζητώντας πληροφορίες για τον πατέρα του, σε απόσταση περίπου ίση με την απόσταση ακόμα και της σημερινής Ιθάκης από την Κέρκυρα (μεγαλύτερη, αν θεωρήσουμε σαν Ιθάκη τη Λευκάδα), κάνει το ταξίδι εύκολα παρόλο που ταξίδεψαν νύκτα τόσο στο «πήγαινε» όσο και στο «έλα» για να αποφύγουν τους μνηστήρες, και σε χρόνο λιγότερο από 24 ώρες (β΄ 434 - γ΄ 4).
Επίσης, στο α΄ 183 ο φίλος του Οδυσσέα Μέντης (με τη μορφή του οποίου παρουσιάστηκε η Αθηνά) λέει στον Τηλέμαχο ότι θα πάει να ανταλλάξει σίδηρο με χαλκό στην ξενόγλωσση Τέμεση, την οποία κάποιοι τοποθετούν στην Καλαβρία της Ιταλίας (αρχαία Τεμέση, αργότερα Tempsa) που  είχε ορυχεία χαλκού, αλλά μάλλον πρόκειται για την Ταμασό της Κύπρου. 
Η Κύπρος ήταν πλούσια και γνωστή για τον χαλκό της, εξ ου και το όνομα του χαλκού στα λατινικά «cyprium», από το οποίο προήλθε το σύμβολό του «Cu» και η λέξη copper στα αγγλικά. Αναφέρει λοιπόν ο Μέντης το ταξίδι αυτό, σε κάθε περίπτωση μακρύ και επικίνδυνο, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο σχόλιο, που σημαίνει ότι ταξίδια τέτοιων αποστάσεων δεν ήταν κάτι το εξαιρετικό.
Η υπόθεση για την Κέρκυρα μάλλον προέκυψε από το γεγονός ότι όπως υπονοεί ο Όμηρος, το πλοίο των Φαιάκων μετέφερε τον Οδυσσέα στην Ιθάκη μέσα σε μία νύκτα (ν΄ 29-30,  ν΄ 93-95), κάτι που πράγματι είναι εφικτό για την Κέρκυρα.
Έτσι πολύ αργότερα (3ος αιώνας π. Χ.), ο Απολλώνιος ο Ρόδιος στο ποίημά του «Αργοναυτικά» (που όμως βασικά θεωρείται μυθοπλασία) υποδεικνύει τη σημερινή Κέρκυρα σαν το «νησί» των Φαιάκων (Αργοναυτικά δ΄ 982-991), παρότι ο Όμηρος αναφέρεται πάντοτε σε «χώρα» των Φαιάκων. 
Αλλά και στα Ορφικά Αργοναυτικά, πολύ μεταγενέστερα της Οδύσσειας, (στίχοι 1300-1304) η Κέρκυρα θεωρείται σαν χώρα των Φαιάκων, τοποθετείται όμως κοντά στην Σκύλλα και Χάρυβδη, και τις Σειρήνες.

Μια παρένθεση για τον Απολλώνιο τον Ρόδιο
Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος γεννήθηκε περίπου το 300 π.Χ. μάλλον στην Αλεξάνδρεια. Αν και σύγχρονος του Ερατοσθένη και λίγο νεώτερος του Πυθέα του Μασσαλιώτη, είναι φανερή η προσπάθειά του με τα «Αργοναυτικά» να μιμηθεί τον Όμηρο τόσο στο ύφος όσο και στην περιγραφή των περιπετειών των ηρώων.
 Έτσι παρόλο που η περιγραφή της διαδρομής από την Ιωλκό μέχρι τη σημερινή Κερασούντα του Πόντου αντιστοιχεί καλά στη γεωγραφία των περιοχών αυτών, στη συνέχεια και μέχρι την Κολχίδα (κοντά στο σημερινό Πότι της Γεωργίας), η γεωγραφική περιγραφή είναι ανύπαρκτη, και μόνο τα ονόματα των λαών που κατοικούν στο ενδιάμεσο αναφέρονται. 
Η δε επιστροφή των ηρώων, σαφώς επηρεασμένη από την Οδύσσεια, είναι γεωγραφικά πολύ ασαφής και αναμειγνύονται μύθοι και δοξασίες με τις μέχρι τότε γνωστές περιοχές. Είναι όμως φανερό ότι ο Απολλώνιος δεν είχε προσωπική αντίληψη των περιοχών που περιέγραφε και χρησιμοποιούσε αφηγήσεις ναυτικών, ενώ ειδικά στην επιστροφή από την Κολχίδα συνδύασε και μεγάλη δόση της προσωπικής του φαντασίας με τμήματα της ομηρικής γεωγραφίας.
Παρόλα αυτά, όταν περιγράφει κι αυτός τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη (Αργοναυτικά δ΄ 921-927) αναφέρει σαφώς τη δράση κάποιου ηφαιστείου (Αίτνα ή Στρόμπολι), που τοποθετεί τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη (Πλαγκτές πέτρες) στην περιοχή των Στενών της Μεσσήνας. Με την ευκαιρία, δεν πρέπει να συγχέονται οι Πλαγκτές πέτρες με τις Συμπληγάδες ή Πληγάδες, που ο Απολλώνιος επίσης περιγράφει στα Αργοναυτικά (β΄ 549-556) αλλά τις τοποθετεί εμφανώς στον Βόσπορο.

Επανερχόμενοι στους Φαίακες, μοιάζει να υπάρχει κάτι περίεργο και μυστηριώδες σχετικά με τα πλοία τους, που από την περιγραφή του βασιλιά τους Αλκίνου (ή Αλκίνοου) φαίνεται να μη χρειάζονται πλοηγό και τιμονιέρη και να βρίσκουν μόνα τους την πορεία σε ομίχλες και συννεφιές, χωρίς να κινδυνεύουν:

«Γιατί δεν ταξιδεύουν οι Φαίακες με ποδότες, μηδ’ έχουν τα καράβια τους τιμόνια, καθώς τ’ άλλα, παρά μονάχα τους το νου μαντεύουν του ανθρώπου κι όλων τις χώρες ξέρουνε και τα παχιά χωράφια. κι ολόταχα περνούν και παν στης θάλασσας τα πλάτια σε αντάρα και σε σύννεφα κρυμμένα. και δεν έχουν κανένα φόβο ή να χαθούν ή να βλαφτούν ποτές τους»  
(θ΄ 556-562).

Αυτή η περιγραφή μάλιστα έχει δώσει λαβή για πολλές ακραίες υποθέσεις, όπως για υπερβολικά ανεπτυγμένη τεχνολογία, αντίστοιχη με τη σημερινή!  Όμως σε τρία τουλάχιστον σημεία της Οδύσσειας (η΄ 325-328, θ΄ 35-37, ν΄ 21-22) περιγράφονται οι προετοιμασίες του ταξιδιού για τον Οδυσσέα, και αναφέρονται σαφώς τα πανιά, τα κουπιά και οι 52 κωπηλάτες που αποτελούσαν το πλήρωμα.
Η περιγραφή λοιπόν του Αλκίνου που σαν βασιλιάς προφανώς ήθελε να εντυπωσιάσει τον Οδυσσέα, μπορεί απλά να κρύβει την κατοχή του μυστικού της πυξίδας, που χάθηκε αργότερα μαζί με τους ίδιους τους Φαίακες. 
Μία απλή πυξίδα μπορεί να φτιαχτεί εύκολα με έναν κουβά νερό, ένα στρογγυλό ξύλο που θα πλέει ελεύθερα μέσα στον κουβά και ένα μακρόστενο κομμάτι μαγνητικού πετρώματος στερεωμένο επάνω στο ξύλο. 
Κάτι, που πολλοί ίσως έχουν κατασκευάσει σαν μαθητικό πείραμα.




Μεσαιωνική πυξίδα από το έργο του 17ου αι. «Magnes sive de arte Magnetica», του Γερμανού Ιησουίτη ιερέα και πανεπιστήμονα Athanasius Kircher. Όλα τα υλικά ήταν επίσης διαθέσιμα και στην εποχή του Οδυσσέα. (Πηγή εικόνας: quora.com)

Ένα τέτοιο κατεργασμένο κομμάτι μαγνητικού πετρώματος (αιματίτης) μήκους περίπου 4 εκατοστών βρέθηκε το 1967 ανάμεσα σε άλλα αντικείμενα του προκολομβιανού πολιτισμού των Ολμέκων στο Κεντρικό Μεξικό, και χρονολογήθηκε μεταξύ του 1400 και 1000 πΧ. 
Το εύρημα αυτό έκανε τον αμερικανό αστρονόμο I. B. Carlson το 1975 να ισχυριστεί ότι επρόκειτο για τμήμα μιας πυξίδας που είχαν κατασκευάσει οι Ολμέκοι 1000 χρόνια νωρίτερα από τους Κινέζους, δηλαδή κατά την εποχή που διαδραματίζεται η Οδύσσεια.
Αν λοιπόν στη μία άκρη του κόσμου έγινε μια τέτοια χρήση ενός φυσικού μαγνητικού πετρώματος, είναι πιθανόν το ίδιο να είχε συμβεί και στην άλλη άκρη του. 
Και σύμφωνα με ένα άρθρο της αρχαιολόγου Τερέζας Μητσοπούλου στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία της 20 Ιανουαρίου 1988 με τίτλο «Το ψαράκι στην πλώρη», αυτό ίσως πράγματι συνέβη, καθώς η απεικόνιση ενός ψαριού στην πλώρη πλοίων σε τηγανόσχημα σκεύη (2800-2300 π.Χ.), ενδέχεται να υπονοεί τη χρήση κάποιου είδους πυξίδας. Μια άλλη άποψη βέβαια είναι ότι πρόκειται για ανεμοδείκτη ή (το πιθανότερο) για διακοσμητική παράσταση.


Πώς θα μπορούσαν να είναι τα πηδάλια των πλοίων των Φαιάκων ώστε να δίνεται η εντύπωση ότι δεν υπάρχουν, και ταυτόχρονα να είναι πολύ πιο αποτελεσματικά και εύχρηστα. Το πηδάλιο κατεβαίνει μέσα σε μία «θήκη» στο πίσω μέρος του καραβιού και ασφαλίζεται με μία σανίδα, που σχηματίζει έναν  «οδηγό» για τον άξονα του πηδαλίου. Βγάζοντας τη σανίδα, το πηδάλιο ανασύρεται εύκολα, ώστε  το πλοίο να σύρεται  στην ξηρά. Ένα αντίστοιχο σύστημα χρησιμοποιείται σήμερα για τις ανασυρόμενες καρίνες μικρών ιστιοφόρων, χωρίς φυσικά τη λειτουργικότητα ενός τιμονιού. (Σχέδιο του γράφοντα)

Έχοντας λοιπόν μία πυξίδα, ένα καράβι αποκτά ουσιαστικά όλες τις δυνατότητες που αναφέρει ο Αλκίνος για πλεύση φαινομενικά «στα τυφλά». Όσο για την απουσία τιμονιού, θα μπορούσε απλά να μην ήταν ιδιαίτερα εμφανές, κάτι σαν το σύγχρονο δηλαδή, ενώ στα καράβια εκείνης της εποχής έμοιαζε περισσότερο με μεγάλο εξωτερικό κουπί (και αργότερα δύο κουπιά). Και είναι περίεργο (έως ύποπτο), ότι το ταξίδι ξεκίνησε καθώς βράδιαζε (ν΄ 30), κάτι πολύ ριψοκίνδυνο για την εποχή εκείνη, ενώ ο Οδυσσέας ήταν σαν ναρκωμένος κατά τη διάρκειά του.
Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, που όταν οι ναύτες τον κατέβασαν στην Ιθάκη που τόσο λαχταρούσε να δει (για σύγκριση όταν έφυγαν από το νησί του Αιόλου, έμεινε εννέα μερόνυχτα ξάγρυπνος μέχρι να δει την Ιθάκη, κ΄ 30), και παρά τη βίαιη προσάραξη που προηγήθηκε (ν΄ 115), αυτός κοιμόταν ακόμα! 
Νωρίτερα ο ίδιος ο Αλκίνος είχε αναφέρει στον Οδυσσέα ότι θα κάνει το ταξίδι κοιμισμένος (η΄ 318) ακόμα και αν πρόκειται να τον μεταφέρουν πιο πέρα και από την Εύβοια … «που λένε ότι βρίσκεται στην άκρη του κόσμου» … στην οποία κάποτε μετέφεραν τον Ραδάμανθυ καταφέρνοντας μάλιστα να επιστρέψουν την ίδια κιόλας ημέρα! (η΄ 326).

Προφανώς οι Φαίακες ήθελαν να προστατεύσουν το μυστικό τους (την πυξίδα) που τους έκανε θαλασσοκράτορες, αλλά διαφήμιζαν και την ναυτοσύνη τους επιστρέφοντας τους ναυαγούς στην πατρίδα τους ταχύτατα, όπως τους έκαναν να πιστεύουν, ενώ ουσιαστικά τους κρατούσαν ναρκωμένους.
Είναι μάλιστα ενδιαφέρον ότι στην κινηματογραφική ταινία του 1997 «Οδύσσεια» με πρωταγωνιστή τον Armant Assante, η οποία προσπαθεί αρκετά επιτυχημένα να αποδώσει με κάποια ρεαλιστικότητα τον μύθο όπου αυτό είναι δυνατόν, ο «βαθύς ύπνος» του Οδυσσέα επιλέγεται να παρουσιαστεί σαν αποτέλεσμα νάρκωσης του, αν και για τελείως διαφορετικό λόγο (για να μπορέσει να ξεκουραστεί).

Τελικά ποια ήταν η χώρα των Φαιάκων;
Σαν πιθανότερη τοποθεσία μοιάζει να είναι το σημερινό Τράπανι (Trapani), λιμάνι στη δυτική Σικελία, στο οποίο από το Google Earth φαίνεται να διαγράφονται δύο φυσικά λιμάνια (το ένα ενεργό σήμερα) όπως αναφέρει ο Όμηρος (ζ΄ 260), και όπου πρέπει να μετοίκησαν οι Φαίακες διωγμένοι από την περιοχή του ηφαιστείου της Αίτνας στην ανατολική Σικελία (ζ΄ 5). Εκεί, γειτόνευαν με τους άγριους Κύκλωπες, οι οποίοι στους μύθους συχνά συνδέονται με τη μεταλλουργία και τα ηφαίστεια, ειδικά με την Αίτνα, στην οποία υποτίθεται ότι κατασκεύασαν τα όπλα του Δία. 
Άλλωστε το «Trapani» είναι φανερό ότι προέρχεται από το «Δρεπάνι» όνομα που ο Απολλώνιος ο Ρόδιος συσχετίζει με την περιοχή των Φαιάκων εξαιτίας της γνώσης τους για την καλλιέργεια σιτηρών (Αργοναυτικά δ΄, 990), και όχι με το σχήμα του ακρωτηρίου της περιοχής που υποτίθεται ότι μοιάζει με δρεπάνι. Μάλιστα η Σικελία την κλασική εποχή θεωρούταν ο σιτοβολώνας της Μεσογείου.

Γύρω στα 15 km περίπου βορειοανατολικά από την πόλη του Τράπανι, στην περιοχή Rio Forgia, υπάρχει η εκβολή ενός χειμάρρου σήμερα, που σχηματίζει τη μόνη αμμουδερή ακτή σε μια κατά τα άλλα βραχώδη παραλία αρκετών χιλιομέτρων. Ίσως εκεί πήγε να πλύνει τα ρούχα η Ναυσικά «πολύ μακριά από τη χώρα» (ζ΄  40) χρησιμοποιώντας άμαξα, και εκεί να συνάντησε τον Οδυσσέα. 
Το ίδιο το όνομα των κατοίκων ενδέχεται να προέρχεται από το «φαιός», σαν αναφορά στη στάχτη της Αίτνα που κατά διαστήματα θα σκέπαζε τον αρχικό τόπο τους. Μάλιστα, στο τυπικό ηφαιστειακό πέτρωμα βασάλτης περιέχεται μερικές φορές μαγνητίτης, ορυκτό το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή πυξίδων. Όσο για τη διάρκεια του ταξιδιού, αυτή θα πρέπει να ήταν περίπου τριήμερη*, με τον Οδυσσέα όλο αυτό το διάστημα σε «καταστολή».

*Για την ακρίβεια τρισήμιση ημέρες, αν υπολογίσουμε ότι η απόσταση Τράπανι – Λευκάδα είναι περίπου 850 km, οπότε με μέση ταχύτητα πλεύσης 10 km/h (5.5 κόμβοι) από ένα καλά εκπαιδευμένο πλήρωμα που θα κωπηλατούσε σε δύο βάρδιες θα έφθασαν εκεί σε 85 ώρες, δηλαδή ξεκινώντας βράδυ θα έφθασαν το πρωί της τέταρτης ημέρας.


Το Trapani στη δυτική Σικελία, με το σημερινό λιμάνι του στο επάνω μέρος της εικόνας. Το δεύτερο λιμάνι θα μπορούσε να είναι ο κόλπος στα νότια που σήμερα είναι ρηχή βαλτώδης περιοχή. Το «πετρωμένο καράβι» αντιστοιχεί στην επιμήκη βραχονησίδα στο βόρειο τμήμα της εισόδου του λιμανιού. (εικόνα:  Google Earth).


Ένας άλλος ενδιαφέρον συσχετισμός είναι ότι «Υπέρεια», η περιοχή όπου ζούσαν αρχικά οι Φαίακες (ζ΄  5) σημαίνει «επάνω στο βουνό» (ίσως σε κάποιο ηφαίστειο) σε αντιδιαστολή με το «υπώρεια», που σημαίνει πρόποδες βουνού, ενώ στη δυτική Σικελία της κλασικής εποχής υπήρχε η πόλη Schera (Σχερία, το όνομα της περιοχής που ζούσαν οι Φαίακες), που καταστράφηκε από τους Καρχηδόνιους. Επίσης η Σικελία είναι αρκετά μεγάλη, ώστε η Σχερία  να αποκαλείται από τον Όμηρο «χώρα» και όχι νησί.

Κατά «σύμπτωση», στην είσοδο του σημερινού λιμανιού του Τράπανι υπάρχει μία επιμήκης βραχονησίδα που κάλλιστα μπορεί να τη φανταστεί κανείς σαν το καράβι των Φαιάκων, που καθώς επέστρεφε από την Ιθάκη και λίγο πριν μπει στο λιμάνι το πέτρωσε ο Ποσειδώνας (ν΄ 155, 160), σαν τιμωρία για τους Φαίακες που βοήθησαν τον Οδυσσέα. 
Τέλος, πλησιάζοντας το Τράπανι από τα βορειοδυτικά, που όπως προαναφέρθηκε θα πρέπει να πλησίαζε ο Οδυσσέας με τη σχεδία του πριν ναυαγήσει, έβλεπε το χαμηλό και πλατύ βουνό Erice στα βορειοανατολικά του Τράπανι που μοιάζει πράγματι με ασπίδα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Όμηρος στο ε' 280-281. 
Ο Samuel Butler είχε «υποπτευθεί» ότι το Τράπανι μπορεί να ήταν η πόλη των Φαιάκων, υποστήριζε όμως ότι η Ιθάκη ήταν ένα από τα νησιά δυτικά του Τράπανι! Και ότι ο Όμηρος ήταν στην πραγματικότητα μια νεαρή γυναίκα της περιοχής, ίσως και η ίδια η Ναυσικά!



«…τα όρη τα ισκιωμένα τω Φαίακων…και σαν ασπίδα μες στ’ αχνά φαντάζανε πελάγη», ε΄ 280 – 281. Το Τράπανι από τα δυτικά. Σε πρώτο πλάνο το "πετροκάραβο", σήμερα ενωμένο με προβλήτα με την ξηρά. (φωτογραφία: italiapozaszlakiem.com)

Βέβαια οι Έλληνες της εποχής του Οδυσσέα γνώριζαν τη Σικελία, μάλιστα ο πατέρας του Οδυσσέα Λαέρτης είχε υπηρέτρια «Σικελή» (ω΄ 210), ενώ και στον στίχο υ΄ 383 υπάρχει αναφορά στους Σικελούς. Όμως οι Έλληνες είχαν επαφή κυρίως με τα ανατολικά παράλιά της όπου κατοικούσαν οι Σικελοί προερχόμενοι από τη νότια Ιταλία και στα οποία αρκετά αργότερα ίδρυσαν αποικίες, ενώ στα δυτικά παράλια κατοικούσαν οι Ελυμοί που είχαν μάλλον Αιγαιοπελαγίτικη καταγωγή (Wikipedia). Ίσως οι τελευταίοι να ήταν πρόσφυγες από τη Θήρα (Σαντορίνη) και τα προβλήματά τους με τους Κύκλωπες να υπονοούν τα προεόρτια της έκρηξης του ηφαιστείου της Θήρας (γύρω στο 1.600 π. Χ.) και τελικά να μην ζούσαν κοντά στο ηφαίστειο της Αίτνα, αλλά της Θήρας.

Η απουσία ανθρώπινων σκελετών και ναυαγίων στην περιοχή του Ακρωτηρίου Θήρας, δείχνει ότι πράγματι υπήρξε επαρκής προειδοποίηση για την επικείμενη έκρηξη και έτσι ένας σημαντικός αριθμός κατοίκων κατάφερε να διαφύγει και μάλιστα προς τα δυτικά, αντίθετα προς την κατεύθυνση που έχει βρεθεί ότι κινήθηκε η τέφρα του ηφαιστείου. 
Η προέλευση των Φαιάκων από τη Θήρα και η δυσάρεστη εμπειρία τους θα δικαιολογούσε γιατί επέλεξαν να ζήσουν στη νέα τους πατρίδα όσο πιο μακριά γίνεται από ένα άλλο ηφαίστειο, δηλαδή αυτό της Αίτνας.

Σήμερα στην πόλη Erice (αρχαία Έρυξ) σε υψόμετρο 750 μέτρα επάνω στο ομώνυμο βουνό, αλλά λίγα μόνο χιλιόμετρα βορειοανατολικά του Τράπανι, έχουν βρεθεί κυκλώπεια τείχη που αποδίδονται στους αρχαίους κάτοικους της περιοχής, τους Ελυμούς ή στους Φοίνικες αργότερα (ή στους Τρώες κατά τον Θουκυδίδη).
Ίσως οι Φαίακες του Trapani, μετά την εποχή του Οδυσσέα να αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν για ασφάλεια ψηλότερα, καθώς οι θαλάσσιες δραστηριότητες και τα πλούτη τους τράβηξαν ανεπιθύμητη προσοχή, και ενδεχομένως αυτή την έννοια έχει η προφητεία που αναφέρει ο Αλκίνος στο ν΄ 175 «…και στη χώρα μας βουνό θα ρίξει τριγύρω…», προβλέποντας ουσιαστικά την παρακμή τους.

Προφανώς γι’ αυτό οι Φαίακες δεν ήθελαν να έχουν πολλά πάρε δώσε με ξένους, όπως φαίνεται και από τα λόγια της Ναυσικάς (ζ΄ 205) και λίγο αργότερα της μεταμφιεσμένης Αθηνάς (η΄ 30-34), καθώς γνώριζαν ότι η φιλειρηνική φύση τους δεν θα τους επέτρεπε να αντισταθούν με επιτυχία σε εισβολείς. Για τον λόγο αυτόν, ενδέχεται το όνομα «Φαίακες» να μην ήταν το πραγματικό τους και ο Όμηρος να το χρησιμοποιεί σαν ψευδώνυμο για να καλύψει την πραγματική τους ταυτότητα, ειδικά αν τα έπη δεν γράφτηκαν πολύ αργότερα από τα γεγονότα που περιγράφονται (και ο Όμηρος ήταν κοντινός συγγενής του Οδυσσέα), οπότε ίσως να επρόκειτο τελικά για τους Ελυμούς.
Το ίδιο ενδεχομένως ισχύει και για τα ονόματα των κατοίκων, μάλιστα στο θ΄ 110-119 όπου αναφέρονται αρκετοί Φαίακες αθλητές, τα ονόματα μοιάζουν «τεχνητά» έχοντας σχέση είτε με πλοία είτε με τη θάλασσα, σύμφωνα και με τη γενική αρχή στην Οδύσσεια όπου τα περισσότερα ονόματα υποδηλώνουν κάποιο σημαντικό χαρακτηριστικό του «κατόχου» τους. Με την ίδια λογική, μπορεί και η πραγματική διάρκεια του ταξιδιού να έχει αποκρυφτεί με το πρόσχημα του «βαθέως ύπνου» του Οδυσσέα.

Ακόμα, μοιάζει περίεργη σύμπτωση ότι τόσο οι κάτοικοι της Θήρας όσο και οι Φαίακες ήταν ίσως οι μόνοι λαοί που ασχολιόνταν αποκλειστικά με ειρηνικά έργα την εποχή εκείνη, καθώς και ότι ήταν ικανότατοι θαλασσοπόροι, ιδιαίτερα καθώς οι Φαίακες ισχυρίζονταν ότι συγγένευαν με τους αγροίκους και βουνήσιους Κύκλωπες! (η΄ 205, ι΄ 122).
Όλα ξεκαθαρίζουν όμως αν θεωρήσουμε τους Κύκλωπες γενικά σαν την ηφαιστειακή δράση, οπότε σαν «χώρα των Κυκλώπων» θα μπορούσε να θεωρηθεί η περιοχή βόρειο ανατολικά της Σικελίας όπου συγκεντρώνονται δύο ενεργά ηφαίστεια (Αίτνα, Στρόμπολι) τρία θεωρητικά ενεργά (Βουλκάνο, Βουλκανέλλο, Λίπαρι), και ένα ανενεργό το Alicudi.

Γ. Μεταξάς


Παρασκευή 10 Μαΐου 2019

Ποιά ήταν η ομηρική Ιθάκη;

Το κείμενο αυτό αποτελεί απόσπασμα από ένα μικρό βιβλίο μου με τίτλο "Μια σύντομη και "ρεαλιστική" προσέγγιση στις περιπλανήσεις του Οδυσσέα", που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΡΗΣΟΣ:   https://www.politeianet.gr/books/9786185693046-metaxas-georgios-risos-mia-suntomi-kai-realistiki-proseggisi-stis-periplaniseis-tou-odussea-337605

Παρατήρηση: Ενδέχεται η αρίθμηση των στίχων της Οδύσσειας να παρουσιάζει μικρές διαφορές από απόδοση σε απόδοση.


Αν και η ταυτότητα της ομηρικής Ιθάκης δεν έχει επιβεβαιωθεί με σαφή αρχαιολογικά ευρήματα για κάποιο από τα υποψήφια νησιά, αρκετοί ερευνητές συμφωνούν στο ότι δεν πρόκειται για τη σημερινή Ιθάκη.
Ο πρώτος ειδικός που εξέφρασε μια τέτοια άποψη ήταν ο Γερμανός αρχιτέκτονας και αρχαιολόγος W.Doerpfeld[10] στις αρχές του 20ου αιώνα, ο όποιος πέρασε αρκετά χρόνια στη Λευκάδα προσπαθώντας να την ταυτίσει με την ομηρική Ιθάκη, και του οποίου ο τάφος βρίσκεται στην άκρη του ακρωτηρίου Αγία Κυριακή, απέναντι από το Νυδρί. Και παρότι ο Doerpfeld κατάφερε να αντιστοιχίσει πειστικά πολλές τοποθεσίες με την ομηρική περιγραφή, δεν ανακάλυψε σημαντικά αρχαιολογικά στοιχεία που θα αποδείκνυαν την άποψή του. Δεν αναμένονται όμως σημαντικά ερείπια από το παλάτι του Οδυσσέα καθώς πρέπει να ήταν απλό, από πέτρα και ξύλο και μάλλον φτωχικό για τα μέτρα της εποχής, αφού το βασικό εξωτερικό χαρακτηριστικό του ήταν τα πολλά κτήρια και ο χτιστός φράκτης με τα διπλά θυρόφυλλα (ρ΄ 266-268), ενώ ακόμη και η κύρια αίθουσα είχε χωμάτινο δάπεδο (φ΄ 120-121, χ΄ 455-456) και εκεί ο Τηλέμαχος έσκαψε για να στερεώσει τα τσεκούρια για τη δοκιμασία της τοξοβολίας (εικόνες 31-32). Προφανώς για τον λόγο αυτόν έκαναν μεγάλη εντύπωση στον Οδυσσέα και τον Τηλέμαχο, τα πλούσια παλάτια των Φαιάκων (η΄ 84-85) και του Μενελάου στην Σπάρτη (δ΄ 72-73) αντίστοιχα, ενώ ο πλούτος του Οδυσσέα ήταν κυρίως τα χιλιάδες ζώα που είχε στην κατοχή του.

Ένα πάντως από τα σημαντικά ευρήματα του Doerpfeld στη Λευκάδα είναι τα ερείπια ναού του Απόλλωνα δίπλα στο φάρο του ακρωτηρίου Λευκάτη, τα μόνα στοιχεία λατρείας του Απόλλωνα που βρέθηκαν στα Ιόνια νησιά από την εποχή του Χαλκού, ενώ μια μεγάλη γιορτή (εκατόμβη) για τον Απόλλωνα στην Ιθάκη αναφέρεται στο (υ΄ 275-276). Στην κλασική αρχαιότητα υπήρχε η φθινοπωρινή γιορτή Πυανέψια για τον Απόλλωνα, που γίνονταν τον μήνα Πυανεψιώνα (μέσα Οκτωβρίου με μέσα Νοεμβρίου). Υπήρχε και εαρινή γιορτή, τα Θαργήλια, αλλά αυτή ήταν προς τιμή του Απόλλωνα μαζί με την Άρτεμη.

Φυσικά ούτε στην σημερινή Ιθάκη έχουν υπάρξει αντίστοιχα στοιχεία, και επιπλέον η μορφολογία της είναι τέτοια που δεν προσφέρεται σαν έδρα ενός βασιλιά με εξουσία στα γύρω νησιά, αλλά και σε αρκετά σημαντικά τοπογραφικά σημεία δεν ταιριάζει με την ομηρική περιγραφή.

Στον χάρτη επάνω, οι σχετικές θέσεις των «επίμαχων» νησιών που διεκδικούν την πατρότητα της ομηρικής Ιθάκης. Όλες οι ενδείξεις όμως συγκλίνουν προς τη Λευκάδα, με τη λιγότερη πιθανή υποψήφια την ίδια τη σημερινή Ιθάκη. (Πηγή εικόνας: Google Earth).

Η Λευκάδα παραμένει λοιπόν ο βασικός υποψήφιος για την ομηρική Ιθάκη, με αρκετά στοιχεία να ενισχύουν αυτή την άποψη, όπως τη συχνή ερώτηση προς τους νεοφερμένους, αν ήλθαν στην Ιθάκη από τη θάλασσα "γιατί δεν πιστεύουν να ήρθαν από την ξηρά" (π.χ. π΄ 57-59), ή όταν οι αντίπαλοι του Οδυσσέα μετά τη μνηστηροφονία φοβόνταν ότι θα μπορούσε να διαφύγει πεζός από την Ιθάκη!

«Μα ελάτε πριν να φύγει αυτός τρεχάτος για την Πύλο…» (μετάφραση Σιδέρη),
 
και στο αρχαίο κείμενο (ω΄ 430-437):

«…πρὶν τοῦτον ἢ ἐς Πύλον ὦκα ἱκέσθαι
…………………………………………..
… μὴ φθέωσι περαιωθέντες ἐκεῖνοι»

Αλλά και ο Τηλέμαχος αναφέρει ότι θα πάει στην Πύλο για να μάθη νέα του πατέρα του «περάτης» αφού δεν έχει πλοίο, «έμπορος» στο αρχαίο κείμενο, αυτός που περνά από πόρο (β΄ 319).

Οι φράσεις αυτές από μόνες τους θα μπορούσαν να απαλείψουν, πέρα από τη σημερινή Ιθάκη και την Κεφαλονιά ή τμήματά της σαν υποψήφια για την ομηρική Ιθάκη (βλ παρακάτω). Το «περαιωθέντες» υπονοεί ένα πορθμείο (ουσιαστικά μία μεγάλη σχεδία) που πέρναγε απέναντι ανθρώπους και ζώα* (υ΄ 184-187), 6 km νοτιότερα από τη σημερινή πόλη της Λευκάδας, καθώς, παρότι το κανάλι στα βορειοανατολικά του νησιού δεν είχε ακόμα ανοιχτεί, γλύτωναν έτσι αρκετό μέρος της διαδρομής από την ομηρική πόλη (σημερινό Νυδρί) προς την απέναντι ακτή. Όπως έχει σημειωθεί όμως και στην περίπτωση του νησιού της Κίρκης, μια στενή λωρίδα γης που ενώνει με την ξηρά δεν στερούσε αναγκαστικά την ονομασία «νησί» από έναν τόπο, αν και ο Όμηρος πουθενά δεν αναφέρει σαφώς την Ιθάκη ως νησί, με εξαίρεση το ν΄ 95 «…τῆμος δὴ νήσῳ προσεπίλνατο ποντοπόρος νηῦς». Εξάλλου ο χαρακτηρισμός … εν αμφιάλω Ιθάκη… (α΄ 401), δηλαδή στην Ιθάκη με θάλασσα από τις δύο πλευρές, παραπέμπει σε χερσόνησο και όχι σε νησί (βλ και Αμφιάλη Κερατσινίου, που ονομάζονταν Αμφιάλη Άκρα στην αρχαιότητα).

*Τα μεγάλα κοπάδια ήταν στη «στεριά» (ξ΄ 97-102)

Να σημειωθεί επίσης ότι όταν η Αθηνά μετακινείται προς την Ιθάκη από τον Όλυμπο (α΄ 102), όπως εξάλλου και από την Ιθάκη προς την Σπάρτη (ν΄ 439-440) δεν περνά θάλασσα, ενώ στη μετακίνησή της από τη χώρα των Φαιάκων προς την Αθήνα (η΄ 78-79) και του Ερμή από τον Όλυμπο προς το νησί της Καλυψώς (ε΄ 55-56), σαφώς φαίνεται ότι διασχίζουν θάλασσα. Ακόμα και στην Ιλιάδα (Ξ΄ 225-230) όταν η Ήρα ξεκινά από τον Όλυμπο για τη Λήμνο, ο Όμηρος αναφέρει συγκεκριμένα πότε πετά πάνω από στεριά και πότε πάνω από θάλασσα.

Παρατήρηση: Αν θεωρήσουμε τη Λευκάδα σαν την ομηρική Ιθάκη, τότε το λιμάνι του Φόρκυνα όπου οι Φαίακες αποβίβασαν τον Οδυσσέα, όπως παρατηρεί ο Κ. Δούκας (βλ. παρακάτω), πρέπει να είναι ο κόλπος Σύβοτα (βλ. χάρτη), λέξη που σχετίζεται με την εκτροφή χοίρων και ταιριάζει με την εγγύτητα του μαντριού του Εύμαιου. Ο κόλπος Σύβοτα είναι νότιος και δεν βολεύει για άφιξη στη Λευκάδα σε πλοίο που έρχεται από τον βορρά, όπως από την Κέρκυρα, ταιριάζει όμως πολύ καλά για πλοίο που έρχεται από νοτιοδυτικά, όπως πχ από το Τράπανι.

Και η Κεφαλονιά (Κεφαλληνία) πάντως έχει προταθεί ως η ομηρική Ιθάκη και συγκεκριμένα η δυτική χερσόνησός της η Παλική, που υποτίθεται ότι πριν από 2000 χρόνια διαχωρίζονταν από το κυρίως νησί με χαμηλό ισθμό που περιοδικά πλημμύριζε, ο οποίος αργότερα ανυψώθηκε εξαιτίας σεισμών και επιχωματώθηκε από κατολισθήσεις. Αυτή την άποψη που είναι εξίσου παλιά με του Doerpfeld για την Λευκάδα την είχε διατυπώσει πρώτος ο Γεράσιμος Βολτέρας το 1903, αλλά και σήμερα έχει υποστηρικτές, όπως την ομάδα του πρόσφατα εκλιπόντος Άγγλου επιχειρηματία Robert Bittlestone που εκθέτει τη θεωρία του στο βιβλίο «Odysseus Unbound» (2005), και φυσικά αρκετούς μεταξύ των Κεφαλονιτών, όπως τον Νίκο Λιβαδά-Τουμασάτο που έχει εκδώσει σχετικό βιβλίο το 1998 (Κεφαλληνία – Η αποκάλυψη της Ομηρικής Ιθάκης) και τον Νίκο Καμπάνη (Η τελευταία ευκαιρία, 2003).

Όμως αυτή η εκδοχή έχει ένα σοβαρό πρόβλημα. Το «διάσελο» μεταξύ Παλικής και κυρίως Κεφαλονιάς είναι αρκετά ορεινό και συμπαγές και δεν δικαιολογεί μια τόσο σημαντική γεωλογική αλλαγή σε τόσο μικρό διάστημα. Εξάλλου η θάλασσα έχει ανέβει κατά 2.0-2.5 m σ’ αυτό το διάστημα, αν και ο Bittlestone υποστηρίζει ότι στο μεταξύ η Κεφαλονιά «αναδύθηκε» πολύ περισσότερο εξαιτίας σεισμικής δραστηριότητας. Η αρχική ιδέα της Παλικής ως νησιού προέρχεται από τον Στράβωνα (Γεωγραφικά I΄ 2.15) που αναφέρει για χαμηλό ισθμό μεταξύ Παλικής και Κράνης Κεφαλονιάς, αλλά και αλλού ο Στράβων κάνει λάθος όπως στην περίμετρο της Κεφαλονιάς που είναι σχεδόν τριπλάσια από αυτήν που αναφέρει, ενώ επίσης θεωρεί το Δουλίχι σαν μία από τις Εχινάδες (Στράβων Γεωγραφικά I΄ 2.19). Ούτε όμως το επίπεδο νησάκι Βαρδιάνοι εξυπηρετεί τον σκοπό της Αστερίδας, κάτι όχι και τόσο περίεργο δεδομένου ότι ο Στράβων ποτέ δεν επισκέφθηκε ο ίδιος αυτήν την περιοχή, αλλά στηρίχθηκε στις αφηγήσεις άλλων. Ούτως ή άλλως όμως, όπως έχει ήδη αναφερθεί δεν χρειάζεται να αποδειχθεί ότι η ομηρική Ιθάκη ήταν «νησί» με τη συμβατική έννοια.

Ακόμα, η εκδοχή αυτή αφήνει «ορφανή» τη Λευκάδα που μοιάζει έτσι να αγνοείται παντελώς από τον Όμηρο. Οι υποστηρικτές της Κεφαλονιάς ως την ομηρική Ιθάκη, τονίζουν ιδιαίτερα τον στίχο «… κείται προς ζόφον…» (ι΄ 25) που τον ερμηνεύουν «προς τη δύση» αλλά κατά τον Στράβωνα σήμαινε ουσιαστικά «προς το σκοτάδι του βορά» (Στράβων Γεωγραφικά Ι΄ 2.12), οπότε πάλι καταλήγουμε στη Λευκάδα.

Τα τέσσερα μεγάλα νησιά του Οδυσσέα, κατά τον λάθος προσανατολισμό των αρχαίων (θεωρούσαν ότι ο βοράς βρίσκονταν στο επάνω μέρος της εικόνας, ενώ ο πραγματικός βοράς είναι στην κατεύθυνση του βέλους επάνω δεξιά).

Η παραπάω εικόνα παρουσιάζει την άποψη του W. Doerpfeld για το πώς θεωρούσαν στην αρχαιότητα τον προσανατολισμό των νησιών γύρω από την Ιθάκη, και είναι από την έκδοση: ALT-ITHAKA, W. DOERPFELD, 1927 (Tafel 19).
Τα νησιά αναφέρονται επίσης με τα ονόματα που κατά τον Doerpfeld πρέπει να είχαν στην ομηρική εποχή.

Γ. Μεταξάς

Δευτέρα 6 Μαΐου 2019

Μήπως η Ωγυγία της Καλυψώς δεν υπήρξε ποτέ;

Το κείμενο αυτό αποτελεί απόσπασμα από ένα μικρό βιβλίο μου με τίτλο "Μια σύντομη και "ρεαλιστική" προσέγγιση στις περιπλανήσεις του Οδυσσέα", που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΡΗΣΟΣ:   https://www.politeianet.gr/books/9786185693046-metaxas-georgios-risos-mia-suntomi-kai-realistiki-proseggisi-stis-periplaniseis-tou-odussea-337605

Παρατήρηση: Ενδέχεται η αρίθμηση των στίχων της Οδύσσειας να παρουσιάζει μικρές διαφορές από απόδοση σε απόδοση.

Ο Οδυσσέας στην Ωγυγία

Εδώ ερχόμαστε στον δυσκολότερο να εντοπιστεί επόμενο σταθμό του Οδυσσέα, καθώς (μετά την καταστροφή στο νησί του Ήλιου και αφού πέρασε πάλι από τη Σκύλλα και και τη Χάρυβδη αλλά με αντίθετη φορά), παλεύοντας με τα κύματα και μετά από δέκα ημέρες (μ΄ 447-449) έφτασε στην Ωγυγία το νησί της Καλυψώς, όπου έμεινε εφτάμισι περίπου χρόνια. Για το νησί της Ωγυγίας υπάρχουν οι παρακάτω ενδείξεις και διατυπώνονται οι εξής συλλογισμοί:

1) Τα θαλάσσια ρεύματα από το στενό της Μεσσήνας έχουν φορά από το νότο προς τον βορρά και κινούνται ουσιαστικά σε όλο το μήκος της δυτικής ακτής της Ιταλικής χερσονήσου, με ταχύτητα 1 κόμβο (1.8 km/h) περίπου.

 2) Δέκα μερόνυχτα παλεύοντας με τα κύματα, έστω και κρατημένος από ξύλα, ακόμα και καλοκαίρι, είναι μάλλον μεγάλο διάστημα για να επιβιώσει κάποιος. Πιθανότατα ο Οδυσσέας σταμάτησε σε κάποιο μικρό νησί στη διαδρομή του, ίσως στο Στρόμπολι, έφτιαξε μια σχεδία με τα ξύλα που είχε στη διάθεσή του, πήρε προμήθειες και άφησε να τον παρασύρει το ρεύμα βόρεια, καθώς μια σχεδία χωρίς πανί ακολουθεί μάλλον το θαλάσσιο ρεύμα παρά τους ανέμους. Έτσι το ταξίδι του θα πρέπει να κράτησε τουλάχιστον το διπλάσιο από τις δέκα ημέρες που αναφέρονται (υποθέτοντας ότι έφθασε στην Έλβα, βλ. παρακάτω), αλλά αυτό φυσικά είναι μια υπόθεση. Μία άλλη πιο τολμηρή υπόθεση θα εξεταστεί αργότερα. Ο Οδυσσέας πάντως εκφράζει την αμφιβολία του στην Καλυψώ αν θα καταφέρει να κάνει το ταξίδι της επιστροφής από την Ωγυγία (προς την πατρίδα του), ακόμα και με καλοφτιαγμένη σχεδία, εφόδια και ευνοϊκό άνεμο (ε΄ 162-176).

 3) Η Ωγυγία πρέπει να ήταν αρκετά μεγάλη ώστε να έχει πλούσια βλάστηση και πανίδα (ε΄ 64-65), αλλά και έλατα από τα οποία ο Οδυσσέας κατασκεύασε το κατάρτι της καλοφτιαγμένης σχεδίας του, όταν τελικά κατάφερε να εγκαταλείψει το νησί (ε΄ 234-239).

 4) Ένα τέτοιο νησί είναι η Έλβα, ανατολικά από το βόρειο άκρο της Κορσικής, που είναι αρκετά βόρεια (στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος με τη Σόφια της Βουλγαρίας) και έχει βουνό με υψόμετρο λίγο πάνω από τα 1000 m, άρα θα μπορούσε να έχει και έλατα. Εδώ, είναι ένα ακόμα σημείο το οποίο ο Samuel Butler χρησιμοποιεί για να ισχυριστεί ότι ο Όμηρος ήταν γυναίκα, καθώς θεωρεί ότι οι στίχοι ε΄ 239-240: «έλατα που αγγίζανε τα ουράνια, από καιρό κατάξερα» δεν δείχνει γνώση της φύσης. Ο Butler προφανώς μετέφραζε το «πεφύκει» σε «grow» που υπονοεί ότι τα έλατα συνέχιζαν να αναπτύσσονται (αν και ξερά). Το «φύονται» όμως δεν σημαίνει αναγκαστικά και συνεχιζόμενη ανάπτυξη, αλλά ότι απλά βρίσκονται ακόμα εκεί όρθια (αλλά ενδεχομένως νεκρά από πχ χτύπημα κεραυνού).

 

5) Για τους παραπάνω λόγους είναι πρακτικά αδύνατον το νησί της Καλυψώς να βρίσκεται στη Θέουτα (Ceuta), απέναντι από Γιβραλτάρ, όπου το τοποθετούν κάποιοι ερευνητές*, σε τριπλάσια δηλαδή απόσταση από την Έλβα, με χαμηλό υψόμετρο και σε γεωγραφικό πλάτος παρόμοιο με της Κρήτης.

 

* Στο http://wakeofodysseus.com/academic-bibliography/ υπάρχουν (στα αγγλικά) συγκεντρωτικά οι τόποι όπου διάφοροι ερευνητές τοποθετούν, κατά την άποψή τους, τις περιπέτειες του Οδυσσέα.

 Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα με την Έλβα. Όταν η Καλυψώ, μετά από εφτάμισι χρόνια κατευόδωσε τον Οδυσσέα για να φύγει με τη σχεδία του για τη χώρα των Φαιάκων που βρίσκονταν κοντύτερα στην διαδρομή του για την Ιθάκη (ε΄ 278-280), του είπε να έχει τον αστερισμό της «Αρκούδας» ή «Άμαξας» στα αριστερά του (ε΄ 276). Η Αρκούδα είναι ο γνωστός και εύκολα αναγνωρίσιμος αστερισμός της Μεγάλης Άρκτου* που τότε (πριν 3.000 χρόνια) βρίσκονταν πλησιέστερα στον πολικό αστέρα εκείνης της εποχής ο οποίος ήταν ο α΄ του Δράκοντα (Εικόνα 1), και όχι το τελευταίο άστρο της ουράς της Μικρής Άρκτου όπως είναι σήμερα (αν και η διαφορά είναι μικρή). Προκύπτει λοιπόν μία πορεία ανατολική, που φυσικά από την Έλβα δεν οδηγεί παρά σε μικρή απόσταση, απέναντι στην Ιταλία (Βλ. Χάρτη, παρακάτω).


*Οι Έλληνες την εποχή του Ομήρου χρησιμοποιούσαν για προσανατολισμό τη Μεγάλη Άρκτο. Τη Μικρή Άρκτο τη χρησιμοποίησαν αρχικά οι Φοίνικες, ενώ αργότερα  και οι Έλληνες (Στράβων, Γεωγραφικά Ι΄ 1.6).


 

Εικόνα 1. Το 1200 π.Χ. που διαδραματίζεται η Οδύσσεια, το πλησιέστερο άστρο στην προέκταση του άξονα της Γης στο Β. Ημισφαίριο ήταν ο Thuban (α΄ Δράκοντος), ενώ κοντά και πολύ πιο εύκολη στον εντοπισμό ήταν και η Μεγάλη Άρκτος (Ursa Major). (πηγή: Ancient-Wisdom).


H φράση του Ομήρου:

«και μόνη αυτή ποτές της

στα πέλαγα δε λούζεται» (ε΄ 274-275)

 για τη Μεγάλη Άρκτο, σημαίνει  ότι κατά τη φαινόμενη περιστροφή της γύρω από τον πολικό αστέρα εκείνης της εποχής (Thuban), έμενε πάντα επάνω από τον ορίζοντα αλλά σχετικά κοντά του, στο χαμηλότερο σημείο της τροχιάς της που νωρίς το βράδυ συμβαίνει τον Οκτώβριο. Αυτό ίσχυε πρακτικά (για εκείνη την εποχή) για όλο το νότιο τμήμα της Μεσογείου.


Χάρτης τμήματος της διαδρομής του Οδυσσέα, σύμφωνα με το κείμενο:
13. Από το νησί της Καλυψώς στη χώρα των Φαιάκων (Τράπανι).
14. Από τη χώρα των Φαιάκων στην πατρίδα του.
(Πηγή εικόνας: Google Earth, προσθήκη διαδρομών γράφοντος).

 

Δηλαδή από την Έλβα, η πορεία για τη χώρα των Φαιάκων (εφόσον δεχθούμε ότι η χώρα των Φαιάκων είναι το Τράπανι στη δυτική Σικελία, κάτι που αναλύεται στο κεφάλαιο για τους Φαίακες), θα έπρεπε να ήταν νότια. Μια ρεαλιστική εξήγηση είναι ότι καθώς εκείνα τα χρόνια, όπως ήδη αναφέρθηκε, απέφευγαν να απομακρύνονται από την ακτή, ο Οδυσσέας να ακολούθησε αρχικά νότια πορεία παράλληλη με τις ανατολικές ακτές της Κορσικής και Σαρδηνίας, που σχηματίζουν μια βολική ευθεία βορρά-νότο. Και όταν έφτασε στο νοτιοανατολικό άκρο της Σαρδηνίας, έστριψε ανατολικά για να βρεθεί στο Τράπανι και τότε είχε εφαρμογή η συμβουλή της Καλυψώς, μια και θα κινούνταν για επτά περίπου ημέρες χωρίς οπτική επαφή με τη στεριά (Χάρτης). Αλλιώς, μετά από πορεία δεκαοκτώ ημερονυκτίων από τη στιγμή που έφυγε από την Ωγυγία, με αναφορά μόνον σ’ έναν μεγάλο αστερισμό, θα ήταν απίθανο να βρεθεί κοντά στους Φαίακες.

Όπως και να έχει όμως, μετά τη διήμερη τρικυμία που του έστειλε την τελευταία στιγμή ο Ποσειδώνας, χρειάστηκε η επέμβαση της Αθηνάς (ε΄ 385) για να φτάσει στην περιοχή των Φαιάκων. Πάντως επανειλημμένα αναφέρεται ότι η Ωγυγία από την χώρα των Φαιάκων ήταν μακριά (όπως στο η΄ 244).

Έτσι, η περιπλάνηση του Οδυσσέα αποκτά πολύ πιο «ανθρώπινες» διαστάσεις, αν και εξακολουθούν να παραμένουν σημαντικές για την εποχή εκείνη, ενώ σήμερα όλα τα σημεία και οι διαδρομές που προαναφέρθηκαν μπορούν πλέον εύκολα να ελεγχθούν μέσα από το Google Earth, και να συγκριθούν με το κείμενο της Οδύσσειας. Θα πρέπει βέβαια να ληφθεί υπόψην ότι η ακτογραμμή την εποχή της Οδύσσειας (πριν 3200 χρόνια) θα ήταν λίγο διαφορετική, εξαιτίας της χαμηλότερης στάθμης της θάλασσας κατά 2.0 – 2.5 m σε σχέση με σήμερα (Εικόνα 2).



Εικόνα 2. Το επίπεδο της θάλασσας, σε μέτρα κάτω από τη σημερινή στάθμη (κάθετος άξονας) σε σχέση με τη χρονολογία, σε χιλιάδες χρόνια πριν τη σημερινή εποχή (οριζόντιος άξονας). Την εποχή της Οδύσσειας βρίσκονταν γύρω στα δύο με δυόμιση μέτρα κάτω από τη σημερινή. Σε κάποιες περιόδους όμως μπορεί να σημειώθηκαν ιδιαίτερες μεταβολές σε τοπικό επίπεδο, εφόσον κάποια θάλασσα δεν επικοινωνούσε με τους ωκεανούς, όπως συνέβη με την απότομη αύξηση της στάθμης της Μαύρης Θάλασσας περίπου 8.000 χρόνια πριν, όταν εισέρευσαν νερά από τη Μεσόγειο. Οι σχετικά απότομες μεταβολές στη στάθμη της θάλασσας που σημειώνονται σαν “meltwater pulse” ενδέχεται να συμπίπτουν με μύθους για «κατακλυσμούς», με την τελευταία να ταυτίζεται με την καταστροφή της Ατλαντίδος (Πλάτων - Τίμαιος 22c, Κριτίας 111), βλ. Παράρτημα Γ. Οι κατακλυσμοί αυτοί πιθανότατα προήλθαν από καταρρεύσεις φραγμάτων παγετώνων στη βόρεια Αμερική, τόσο προς τον Ατλαντικό όσο και προς τον Ειρηνικό ωκεανό, πίσω από τα οποία είχαν σχηματιστεί εκτεταμένες λίμνες (λίμνη Agassiz και λίμνη Missoula αντίστοιχα). (Πηγή εικόνας: worldoceanreview.com).

Εδώ, όπως προαναφέρθηκε θα μπορούσε να διατυπωθεί μια τολμηρή θεωρία για να εξηγήσει τον λόγο που ο Οδυσσέας έμεινε εφτάμισι χρόνια στο νησί της Καλυψώς, καθώς είναι φανερό (ε΄ 154-155) ότι δεν ήταν τα … κάλλη της που τον κρατούσαν εκεί.

Η Έλβα ήταν γνωστή στην αρχαιότητα για τα ορυχεία σιδήρου, που η παραγωγή του από ορυκτά στον ευρύτερο ελληνικό χώρο (νωρίτερα σίδηρο παρήγαγαν μόνον οι Χετταίοι και  οι Χάλυβες στον Πόντο) ξεκίνησε περίπου το 1.200 π.Χ., την εποχή δηλαδή που διαδραματίζεται η Οδύσσεια. Η Έλβα μάλιστα στην αρχαιότητα ονομαζόταν Αιθαλία, εξαιτίας των καπνών από τις φωτιές που έκαιγαν για την επεξεργασία του σιδήρου. Πάντως στην Οδύσσεια (α΄ 183-184) φαίνεται ότι ήδη γνώριζαν και εμπορεύονταν τον σίδηρο την εποχή εκείνη. Είναι λοιπόν πιθανόν, ο Οδυσσέας μετά τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη να διασώθηκε από διερχόμενο καράβι που τον μετέφερε στην Έλβα, όπου κρατήθηκε ως αιχμάλωτος δουλεύοντας στα ορυχεία που βρίσκονταν (όπως έχει βρεθεί) στην ανατολική πλευρά του νησιού. Κάποια στιγμή δραπέτευσε και κατέφυγε στη δυτική πλευρά που είναι πιο ορεινή, όπου βρήκε και το έλατο για το κατάρτι, ώστε να  κατασκευάσει σχεδία. Φυσικά στην Οδύσσεια η ιστορία αυτή ωραιοποιείται, καθώς θα ήταν πολύ υποτιμητική η παραδοχή μιας αιχμαλωσίας του.

Ίσως μάλιστα τις πυρές των καμίνων να υπονοούν οι παρακάτω περιγραφές από το «τζάκι» της Καλυψώς που έκαιγε δυνατά, παρότι ήταν καλοκαίρι καθώς οι κληματαριές ήταν γεμάτες σταφύλια (ε΄ 69).


«…πῦρ μὲν ἐπ᾽ ἐσχαρόφιν μέγα καίετο…» (ε΄ 59)
«…ἀλλ᾽ ἐμὲ τὸν δύστηνον ἐφέστιον ἤγαγε δαίμων…» (η΄ 248)

 Και γιατί η Καλυψώ μια θεά, κατοικεί σε σπηλιά (αν και μεγάλη) όπως οι αγροίκοι Κύκλωπες, ενώ η Κίρκη μια μάγισσα, σε παλάτι;

Είναι επίσης παράδοξο ότι σε όλη τη διάρκεια των περιπετειών του Οδυσσέα δεν αναφέρεται ποτέ συνάντηση με άλλο πλοίο, ίσως όμως η μοναδική τέτοια συνάντηση να ήταν ιδιαίτερα ατυχής για την υστεροφημία του ήρωα της ιστορίας, οπότε αποσιωπάται.

Και κάτι ακόμα πολύ σημαντικό. Όταν η Αθηνά με τη μορφή του Μέντη, βασιλιά των Ταφίων μιλάει στον Τηλέμαχο για την αργοπορία του Οδυσσέα να επιστρέψει στην πατρίδα του, του λέει:

«… κάπου ακόμα ζωντανός στα πέλαγα κρατιέται, σε κυματόζωστο νησί που άντρες κακοί τον έχουν, άγριοι, και με το ζόρι αυτοί τόνε βαστάνε πίσω…» (α΄ 197-199)
«… μα και με σίδερα αν δεθεί τρόπο θα βρει να φύγει…» (α΄ 204)

Η Αθηνά αναφέρονταν προφανώς στο νησί της Καλυψώς όπου βρίσκονταν ακόμα ο Οδυσσέας, ενώ μέχρι να επιστρέψει ο Τηλέμαχος από το ταξίδι του στην Πύλο και στη Σπάρτη (έλλειψε περίπου έναν μήνα), ο Οδυσσέας είχε ήδη φθάσει στην Ιθάκη.

Βέβαια ο Μενέλαος τον οποίο ο Τηλέμαχος συνάντησε στη Σπάρτη, του ανέφερε την «επίσημη» εκδοχή, που με τη σειρά του την είχε ακούσει από τον Πρωτέα στην Αίγυπτο, ότι δηλαδή ο Οδυσσέας βρίσκονταν στο νησί της Καλυψώς (μάλιστα ο Πρωτέας μιλάει για «μέγαρο», όχι για σπηλιά) παρά τη θέλησή του (δ΄ 557-558). Άραγε η Αθηνά ήθελε να φανεί διακριτική και να μην αφήσει στον Τηλέμαχο την υπόνοια ότι ο Οδυσσέας «καλοπερνάει» με την Καλυψώ και ξέχασε το σπίτι του, ή σαν «Μέντης» δεν θα μπορούσε να έχει «θεϊκές» πληροφορίες και έκρινε «εξ ιδίων», μια και ο Μέντης μάλλον ήταν κάτι μεταξύ εμπόρου και πειρατή;

Ή το αντίθετο, ως θεά δεν μπορούσε να πει ψέματα (πέρα από τα αναγκαία για να πείσει ως Μέντης), καθώς τελικά άφησε τον Τηλέμαχο να καταλάβει την πραγματική της ιδιότητα;

«…καὶ θάμασε, γιατὶ θεὸς κατάλαβε πὼς ἦταν» (α΄ 323)

Ενδεχομένως όμως να πρόκειται και για μία ανάγκη του Ομήρου να αφήσει κάπου μια αιχμή για την αλήθεια, ένα είδος «φροϋδικού ολισθήματος» που μάλλον σ’ αυτήν την περίπτωση έγινε συνειδητά.

Ο Όμηρος  λοιπόν πρέπει να γνώριζε την αλήθεια (ειδικά αν ήταν πράγματι εγγονός του Οδυσσέα) και την κάλυψε με την ιστορία της Καλυψώς. Είναι επίσης σύμπτωση ότι «Καλυψώ» σημαίνει αυτή που καλύπτει/παραπλανά; Ακόμα, «Ωγυγία» σημαίνει κάτι το αρχέγονο, το μυθικό και τελικά το παραμύθι. Γι' αυτό η Ωγυγία αναφέρεται πολύ αόριστα σαν «κάποιο νησί μακριά στη θάλασσα» (η' 244), ενώ η Καλυψώ αν και θεά «ούτε να πάει κανείς μαζί της από τους θεούς ούτε από τους θνητούς» (η' 247). Και τι είναι αυτό που δεν θέλουν ούτε οι θεοί ούτε οι θνητοί; Μήπως η σκλαβιά;

Νησί Ωγυγία αναφέρει και ο Πλούταρχος στα Ηθικά «Περί του εμφαινομένου προσώπου τω κύκλω της σελήνης» στίχοι 941-942, και το τοποθετεί μάλιστα σε απόσταση πλεύσης πέντε ημερών δυτικά της Βρετανίας*. Όμως είναι φανερό ότι χρησιμοποιεί το όνομα Ωγυγία όπως και ο Όμηρος, για να δηλώσει δηλαδή μια πολύ απομακρυσμένη και άγνωστη περιοχή, που υποθέτει ότι μπορεί να συμπίπτει με την ομηρική.

*Υπάρχουν μαρτυρίες ότι ένα τέτοιο νησί υπήρχε σ’ αυτή τη θέση, δηλαδή γύρω στα 600 km δυτικά του νοτιοδυτικού άκρου της Βρετανίας, μέχρι την αρχή του 19ου αι. με το όνομα Hy-Brasil, αλλά έκτοτε φαίνεται να βυθίστηκε. Η θέση του αντιστοιχεί στο υποθαλάσσιο υψίπεδο Porcupine Bank, που σήμερα βρίσκεται περίπου 200 m κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.

Επιπλέον, ο Οδυσσέας δίνει ελάχιστες πληροφορίες για την Ωγυγία και καθόλου για τη ζωή του εκεί, που κράτησε εφτάμισι ολόκληρα χρόνια και μάλιστα αποφεύγει να επαναλάβει το κομμάτι αυτό στον Αλκίνο, τον βασιλιά των Φαιάκων (μ΄ 450) με την πρόφαση ότι είναι βαρετό! Ακόμα και η καταιγίδα που τον χτύπησε λίγο πριν φτάσει στους Φαίακες φαίνεται σαν μια «βολική» δικαιολογία γιατί έφτασε εκεί γυμνός και ταλαιπωρημένος, παρόλο που η Καλυψώ υποτίθεται ότι τον είχε εφοδιάσει με πλούσια ρούχα και του παρείχε όλες τις ανέσεις επί εφτάμισι χρόνια. Ούτε ο Όμηρος αναφέρει το πώς η Καλυψώ τον κρατούσε στο νησί της, ενώ δίνει πολλές ανούσιες λεπτομέρειες για την κατασκευή της σχεδίας.

Ο Οδυσσέας φυσικά ήταν ικανότατος στο να βγάζει ιστορίες από το μυαλό του και να ξεγελά τους συνομιλητές του, όπως όταν συνάντησε την Αθηνά η οποία είχε πάρει τη μορφή βοσκού (ν΄ 254), τον χοιροβοσκό Εύμαιο (ξ΄ 199), την Πηνελόπη (τ΄ 172) και όπως ο ίδιος ο Όμηρος ομολογεί:

«Ήξερε ψέματα πολλά να λέει, μ’ αλήθειες όμοια»… (τ΄ 203)

Τέλος, αν υποθέσουμε ότι κάποιο καράβι τον «περιμάζεψε» μετά που πέρασε τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη κολυμπώντας, προκύπτει μια μέση ταχύτητα από εκεί μέχρι την Έλβα και για το διάστημα των δέκα ημερών που αναφέρει ο Όμηρος, γύρω στα 3 km/h, απόλυτα λογική για τα μέτρα της εποχής εκείνης για ένα εμπορικό πλοίο, που θα ήταν αποκλειστικά ιστιοφόρο. Και η ευκαιριακή πώληση άτυχων «επιβατών» για σκλάβους ήταν μάλλον συνηθισμένη, όπως φαίνεται και από την ιστορία που διηγήθηκε ο Οδυσσέας στον Εύμαιο, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Γ. Μεταξάς